Τα καλαμπόκια πήραν χρώμα από χρυσά στάχυα, απλωμένα απέραντα χωράφια δίπλα στην άσφαλτο, τα σταφύλια ωρίμασαν για τον τρύγο, πράσινα σπαρμένα χωράφια, έτοιμα ν' ανοίξουν άσπρες μπούκλες από βαμβάκι, ρόδα και κυδώνια στολίζουν τις αυλές των σπιτιών, συκιές φορτωμένες, μηλιές με άγουρα μήλα, αχλαδιές και δαμασκηνιές, ελιές γεμάτο χρυσάφι, ακόμα τα τζιτζίκια τραγουδούν αμέριμνα. Ήταν η ώρα που κρυβόταν ο ήλιος, χρύσωνε τη γη, ένα δροσερό αεράκι κατέβαινε απ' τα βουνά, οι κορυφογραμμές είχαν την διαύγεια λεπτής κλωστής. Έκθαμβος είδα τόσα ρίγη της φύσης, η ψυχή να λαχταράει να ζήσει κοντά της, ο νους να φτερουγίζει στα φυτρωμένα γιατί, το τρένο να σφυρίζει τον ερχομό του και μετά να χάνεται στο βάθος του ορίζοντα, όπως έδυε ο ήλιος. Ποιός θα υμνήσει αυτόν τον κάμπο της επαγγελίας;
Δίπλα στο σπίτι μου είναι ένα ξεχασμένο οικόπεδο. Καταμεσής στο οικόπεδο ένα άδειο βαρέλι πετρελαίου. Όπως λέμε το βαρέλι πετρελαίου, ανέβηκε στην αγορά λόγω Λιβύης ή λόγω τρόικας,-ενώ πριν ήταν χαμηλό, γιατί ...
είχαμε μαύρα μεσάνυχτα ή κάπως έτσι. Μόνο που το βαρέλι τούτο είναι άδειο και σκουριασμένο, ούτε πάνω πάει ούτε κάτω, λοξό μένει, με την τρύπα του ανοιχτή, χωρίς την τάπα του, να μπαίνουν οι αχτίδες του ήλιου το πρωί.
Ένας βράχος απότομος και ανάριχος αγναντεύει χρόνια τώρα τη θάλασσα. Απλησίαστος, απάτητος στην κορυφή, ακόμα και από έναν δεινό κολυμβητή, όπως εγώ. Τρώει την αρμύρα της θάλασσας στη ρίζα του, αγριεύει, δεν ημερεύει. Ο βράχος χτυπιέται από το κύμα άλλοτε με ορμή και άλλοτε σαν χάδι. Είναι τόσα χιλιόμετρα και άλλα τόσα μίλια μακριά μου.
Πάνε τώρα δυό χρόνια που παρατηρώ έναν άντρα, την ώρα που καπνίζω στο μπαλκόνι. Στις 12 κάθε μεσάνυχτα. Έρχεται με ποδήλατο. Ακουμπά το ποδήλατο πάνω στον στύλο της ΔΕΗ με την καμένη λάμπα, προχωράει μες το χορταριασμένο οικόπεδο, πάει κοντά στο βαρέλι, σκύβει ελαφρώς και βάζει το μάτι του στην τρύπα του βαρελιού, μένει περίπου τρία λεπτά, γυρίζει με σκυμμένο κεφάλι, παίρνει το ποδήλατο και φεύγει.
Πήγα τελευταία φορά στη θάλασσα πριν μία εβδομάδα, ο βράχος ήταν εκεί φυσικά, κάθε φορά εκεί είναι, αλλά είδα στην άκρη του για πρώτη φορά ένα κόκκινο λουλούδι. Μου καρφώθηκε από τότε να πάω να το κόψω.
Τις τελευταίες μέρες ο τύπος έρχεται κάθε βράδυ, πάντα με ελπίδα, φεύγει πάντα με σκυμμένο κεφάλι.
Τις τελευταίες νύχτες βλέπω συνέχεια το ίδιο όνειρο. Προσπαθώ να φτάσω την άκρη του βράχου, ν’ αγγίξω το λουλούδι, και κάθε φορά γλιστράω και πέφτω στη θάλασσα. Είναι αδύνατο να φτάσεις στη κορυφή, ο βράχος γυαλιστερά επίπεδος, απόκρημνος. Αποκλείεται.
Χθες είδα τον άντρα πάλι την ίδια ώρα, πάλι το ίδιο σκηνικό, πάλι η ίδια απογοήτευση. Τσακίστηκα να κατέβω τις σκάλες, ίσα που τον πρόλαβα.
Προσπαθώ πάλι να φθάσω στη κορυφή του βράχου, τα μάτια μου ορθάνοιχτα , οι φλέβες μου φουσκωμένες, η θάλασσα από κάτω αγριεμένη, απεγνωσμένες κινήσεις, πάλι πέφτω στο κύμα ,χτυπιέμαι μαζί του στον βράχο, πονάω στο σώμα μου.
Φίλε στάσου, σε παρατηρώ δυό χρόνια τώρα, πας και κοιτάς μες το βαρέλι, πήγα κι εγώ χθες τη νύχτα, δεν είδα τίποτα, σκοτάδι.
Την Κυριακή θα ξαναδοκιμάσω την άκρη του βράχου, όχι ότι θα τα καταφέρω. Ο χειμωνανθός στη σχισμάδα του βράχου έγινε πια έμμονη ιδέα.
Εγώ φίλε μου κοιτάω χρόνια τώρα και δεν είδα τίποτα, και συ περίμενες να δεις με την πρώτη ματιά, μ’ απάντησε κι έφυγε.
Την Κυριακή είμαι σίγουρος ότι θα ξανασκάσω στο κύμα, αλλά θα δοκιμάσω πάλι.
Δεν είναι η πρώτη φορά που κυνηγάω μια ουτοπία.
Η αυριανή ιστορική συγκυρία των εκλογών, σε συνδυασμό με το χρεοκοπημένο χτες, είναι η μεγάλη στιγμή της απόφασης. Με ποιούς θα πάμε και ποιούς θα αφήσουμε πίσω.
Δεν αρκεί να αγανακτείς, δεν αρκεί να εξηγείς θεωρητικά την αδυναμία του κόσμου, δεν αρκεί να δικαιούσαι. Υποχρεούσαι να πάρεις θέση, θέση ξεκάθαρη, θέσηστην πρώτη γραμμή του αγώνα για μια χώρα που οι κατέχοντες κοντά στα σαράντα χρόνια την διακυβέρνηση οδήγησαν το καράβι στα βράχια.
Αυτό το καράβι που πρέπει ξανά, να το σύρουμε στη θάλασσα των Ονείρων μας.
Αλλιώς παραμονεύει ο θάνατος. Αυτός ο ίδιος θάνατος που καθημερινά αποδεκατίζει τη χώρα μας.
Μπορεί να μη χτύπησε τη δική σου πόρτα η ανεργία, μπορεί να μην αυτοκτόνησαν φίλοι σου, μπορεί να μην πείνασε το δικό σου παιδί, μπορεί να κλείνεις τα μάτια σου στην τραγωδία του μισού λαού, αλλά δεν θα αργήσει το τσουνάμινα πνίξει και σένα αν δεν αντισταθείς, αν αύριο βολευτείς με ότι μέχρι χτες σε βόλευε.
Αν εσύ ο αδιάφορος, εσύ ο χορτάτος, αν εσύ αύριο πεις, εγώ καλά είμαι, πάω στη παραλία για ναδείξω τα σωματικά μου κάλη, μεθαύριο μη πεις ούτε γάζες δεν είχε το νοσοκομείο να μου δέσει τα τραύματα. Τότε θα σου πουν: όταν εμείς αργοπεθαίναμε, εσύ μας έλεγες καλά να πάθετε, εγώ είμαι καλά.
Για να έχουμε δικαιώματα, έχουμε πρώτα υποχρεώσεις.
Και το μεγαλύτερο απ’ όλα τα χρέη μας αύριο, είναι να διώξουμε αυτούς που οδήγησαν τη χώρα στο σημείο μηδέν. Ανδεν φύγουν τα ερείπια, τα μπάζα, δεν μπορούμε να κτίσουμε πάλι, να σκάψουμε τα θεμέλια μιας κοινωνίας για όλους απ’ την αρχή.
Επιβάλλεται να αφήσουμε πίσω, την Ελλάδα των σκανδάλων, της διαφθοράς και της διαπλοκής, την Ελλάδα που σκοτείνιασε τον λαό. Τούτη η χώρα, με τόσο ήλιο, με τόση θάλασσα, με τόσο Ουρανό, με τόση ιστορία, με τόσους αγώνες, δεν μπορεί άλλο να καταδικάζεται, να προσκυνάει ντόπιους και ξένους κατακτητές.
Η ψήφος είναι η άκρη του δόρατος, κάρφωσέ το πάνω στα φίδια που παραμονεύουν να ρίξουν το δηλητήριο ξανά.
Δεν είναι τώρα ώρα για το πως και το γιατί. Είναι η ώρα του δια ταύτα.
Η θα στηρίξεις συνειδητά η ασυνείδητα όλα αυτά που μας οδήγησαν ως εδώ ή θα πάρεις τον καινούριο δρόμο, που εκ των πραγμάτων τον άνοιξε ο Σύριζα.
Ούτε ο Σύριζα μοίρασε επιταγές υποσχέσεων, ούτε εμείς του δίνουμε λευκή εξουσιοδότηση.Εμείς οι πολίτες έχουμε άλλο ένα χρέος να είμαστε απέναντι από κάθε μορφής εξουσία που γεννάει τη βία.
Εμείς θα είμαστε ο Σύριζα. Εμείς θα είμαστε ξανά απέναντι αν κάποιο παρασυρθούν απ’ την άσκηση των αποφάσεων. Στο Σύριζα δίνουμε εντολή που ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ θα παλέψουμεσε όλα τα επίπεδα. Είναι αλήθεια όσο μεγαλώνει ένας χώρος εμφανίζονται οι καλοθελητές και νοσταλγοί του παρελθόντος. Κανένας μη κρυστάλλινος, κανένας μη διάφανος δεν έχει θέση από Δεύτερα.
Ο ασκών πολιτική και αποφάσεις κουβαλάει στις πλάτες του τη μοίρα ενός λαού. Φαινόμενα που είναι σίγουρο ότι θα προκύψουν εν τη γενέσει τους πρέπει να τσακισθούν. Όπως τσακίζεις τους φασίστες. Δεν αφήνεις χώρο να μολύνουν την ατμόσφαιρα.
Δεν είναι τώρα καιρός για Ανταρσία, κκε μ-λ και μ-λ κκε, δεν είναι τώρα καιρός για κόμματα που μπορεί να λειτουργήσουν πρακτικά υπέρ της δεξιάς μνημονιακής υποτέλειας, στην πλήρη κατάρρευση της κοινωνίας και την επιδείνωση του θανάτου,δεν είναι καιρός για τη χυλώδες αριστερές προθέσεις αξιοπρέπειας, ούτε για αναβολή του αργού θανάτου μιας κοινωνίας σε μια επόμενη εποχή.
Τώρα είναι ο καιρός του ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, να γεννηθεί ένας καινούριος κόσμος. Ο δρόμος άνοιξε, ας πιαστούμε χέρι χέρι και να πάμε μπροστά.
Αυτοί δεν αλλάζουν, ας αλλάξουμε εμείς. Για να δώσουμε μια ευκαιρία στην ελπίδα.
Είναι σημαντικό ότι όλα τα μάτια της ανθρωπότητας είναι στραμμένα πάνω μας, τα κατεστημένα πανικόβλητα και των λαών στη σπίθα που μπορεί να ανάψει φωτιά, να ζεσταθούν τα όνειρα και οι ελπίδες των φτωχών και καταδικασμένων στη μίζερη ζωή, κάτω απ’ την μπότα των ισχυρών οικονομικά.
Δεν είμαστε μόνοι μας. Είμαστε οι λαοί όλου του κόσμου.
Τρομοκρατούμε ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ τους τρομοκράτες.
Πάνω απ’ όλα ο Άνθρωπος . Ο Άνθρωπος και οι ζωτικές του ανάγκες. Δουλειά για όλους, υγεία για όλους, παιδεία για όλους, η χαρά της ζωής για όλους.
Το φεις για άλλους είναι ο απέραντος δρόμος στην εποχή μας, να αντισταθούμε στη θεωρία,την θεωρία να την κάνουμε πράξη. Αύριο στην κάλπη και μεθαύριο στη ζωή.
Με τη νίκη της ελπίδας, με τη νίκη της χαράς της ζωής όπως έλεγε και ο Νίτσε. Η ιστορία καταγράφει, εμείς συμμετέχουμε θετικά.
Είναι καιρός να φύγουμε από την μικροπρέπεια της κάθε λεπτομέρειας. Ατέλειωτες οι πιέσεις, ολόκληρο το σύμπαν των οικονομικά δυνατών συνωμοτεί, μη χάσει τα κεκτημένα του.
Εμείς δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα. Γιατί τα χάσαμε όλα. Και δεν τα χάσαμε προχθές, από χρόνια αρμενίζαμε αλλόκοτα, από χρόνια ανεχτήκαμε την καταστροφή μας.
Χάσαμε εδώ και χρόνια την εμπιστοσύνη μας στη Δημοκρατία που ονειρευτήκαμε. Χάσαμε την παιδεία μας, αναζητώντας πτυχία χωρίς αντίκρισμα στην παραπαιδεία. Χάσαμε την αξιοκρατία, υπόδουλοι των κομμάτων. Χάσαμε τη δικαιοσύνη, κλώθοντας τζοχατζοπουλάκια. Χάσαμε την γλώσσα μας, καναπεδάτοι στηνφτώχια της καρμπονιζέ δημοσιογραφίας. Χάσαμε τη καλημέρα μας, πορευόμενοιστο φαίνεσθε της ατομικότητας Χάσαμε την παραγωγή, αφημένοι στην υπερκατανάλωση. Χάσαμε την αγροτική, κτηνοτροφική ύπαιθρο, ζηλεύοντας την γραφειοκρατία της μεγαλούπολης. Χάσαμε τις αυλές μας, μένοντας σε άχαρα κλουβιά πολυκατοικιών. Χάσαμε την αγορά, προσκυνώντας πολυεθνικούς ναούς. Χάσαμε την θετική ψυχολογία μας, πέφτοντας σε εθνική κατάθλιψη. Χάσαμε τη αλήθεια, φορώντας σωσίβιο το ψέμα. Χάσαμε το διάβασμα, χαμένοι στους αριθμούς επίδειξης η επιβίωσης.
Χάσαμε πολλά πριν μας μπουμπουνίξουν την οικονομική καταστροφή.
Τώρα δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα. Τώρα έχουμε να ξανακερδίσουμε τα αυτονόητα.
Τώρα έχουμε μόνο να ανοίξουμε δρόμο στην ελπίδα μέσα απ΄ τα ερείπια. Τώρα δεν λογαριάζουμε το τίμημα, το μόνο που αναζητάμε να μην αυτοκτονούν άνθρωποι, να σταματήσουμε τη τραγωδία που κάθε οικογένεια εγκυμονεί, να κάνουμε τα παιδιά πάλι να χαμογελάσουν.. Αν οι μανιοεξουσιαστέςχρηματολάγνοι, ευρωλάγνοι, τραπεζίτες, επικαλούμενοι την πατρίδα, αυτοί που χρόνια την βίαζαν για τη σωματική τους ηδονή, αγνοούν όλα αυτά, εμείς ούτε ξεχνάμε, ούτε παραδινόμαστε στις σειρήνες του πολέμου που κήρυξαν, τώρα που κοίταξαν πρώτη φορά τον εαυτό τους στον καθρέφτη και είδαν όλα αυτά τα κατά συρροή εγκλήματα.. Πόσο γελοίο είναι να ασχολείται κανείς σήμερα με τα κάλπικα λογίδρια απολογίας τους, πόσο ακόμα; Οι θεωρίες τελείωσαν. Είμαστε στο δια ταύτα. Είμαστε στην πράξη τώρα. Είναι η εξουσία. Είμαστε ο λαός.
Πήγαινε πάντα στην άκρη. Άλλοτε από περιέργεια, άλλες φορές από απογοήτευση. Τώρα καθόταν πάνω στο ξεμύτισμα του βράχου. Κάτω και πέρα η θάλασσα. Ήτανέξι το πρωί. Δεν έκλεισε μάτι τη νύχτα. Η θάλασσα ήταν ήρεμη, η ψυχή του παγωμένη. Η μάνα του πέθανεστα δεκαεπτά του, όταν γνώρισε την Ειρήνη. Πατέρα δεν γνώρισε. Δούλευε και σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο. Στάθηκε στα πόδια του. Τώρα τα πόδια του ήταν στον αέρα. Η σκέψη του στο κενό. Φορούσε το κόκκινο μπουφάν, τα μαλλιά του είχαν γκριζάρει. Είχε γεννηθείστις 17 Νοέμβρη 1973. Σαν ελπίδα. Η νιότη του ήταν ένα Όραμα. Η ζωή του τραμπάλα. Χθες έφυγε οριστικά και η Ειρήνη του. Παιδί δεν είχαν. Έμεινε μόνο ο πόλεμος μέσα του. Δύσκολο να σταθεί όρθιο ένα άδειο σακί. Έβαλε τις παλάμες στα μάτια του, να μην βλέπει την ανατολή. Άρνηση. Είχε αρνηθεί να γίνει δημόσιος υπάλληλος, -όταν γινόταν η περισυλλογή ψήφων από τα κόμματα και μοίραζαν θέσεις πολλές, σε μικρά γραφεία. Από μικρός ζωγράφιζε πουλιά με ανοιγμένα φτερά,καράβια να ταξιδεύουν σε ανοιχτές θάλασσες, αεροπλάνα να πετούν στα σύννεφα, τρένα με πολλά βαγόνια. Πάει ένας χρόνος τώρα που δεν ζωγράφιζε τίποτα. Μόνο περπατούσε τις νύχτες, να συναντά πυγολαμπίδες. Αγαπούσε τη ζωή. Ήταν δειλός, να την αφήσει πίσω. Κι ονειροπόλος, για την αρχίσει πάλι. Άπλωσε το χέρι του, με κλειστά μάτια, ο βράχος ήταν σκληρός, πιο σκληρός κι απ΄ τη ζωή που έζησε, ένα μικρό άσπρο λουλούδι βρέθηκε στην παλάμη του. Έκλεισε το χέρι του, έσφιξε τη γροθιά του, άνοιξε τα μάτια του, ο ήλιος λαμπύριζε στη θάλασσα..... Στις οκτώ ήταν στη δουλειά του.
Μύλος Ματσόπουλου
Όταν παλιά κτίρια αντέχουν στον χρόνο.
Κουβαλώντας ιστορία και πολιτισμό.
Όταν με φυσικά υλικά πλάθεις την ελπίδα.
Σήμερα μια πολιτιστική ανάσα.
Στο πάρκο Ματσόπουλου.
Χώροι που στεγάζουν Ό νειρα.
Ο Δημοτικός κινηματογράφος
Η θεατρική ομάδα
Φιλοξενία μικρών θεατρικών σχημάτων
Μουσικές συναυλίες
Ορχήστρα Τσιτσάνη
Το εργαστήρι ζωγραφικής
Ποιητικές και λογοτεχνικές βραδιές
Πολιτιστικά δρώμενενα.
Πρόβες για φτερουγίσματα του νου και της ψυχής.
Το τραίνο σηματοδοτεί αφίξεις και αναχωρήσεις
Πάνω απ'αυτές τις ράγες πέρασαν προσδοκίες και απογοητεύσεις
Ο σταθμός του τραίνου σημείο αναφοράς, όπως το λιμάνι.
Και το σφύριγμα η ώρα, πότε της ανατολής και πότε της δύσης.
Κουρσούμ Τζαμί.
Ανακαινίσθηκε τα τελευταία χρόνια
Αίθουσα ακουστικής μουστικής
Εκθεσιακός χώρος ζωγράφων και καλιτεχνών
Φθινοπωρινός δρόμος
δίπλα στο ποτάμι
πίσω απ' τις παλιές φυλακές.
Πίσω απ'το σκοτάδι κρύβεται το φως.
Πίσω απ΄τα σύννεφα ο ήλιος.
Το μέλλον ανήκει στο παρελθόν.
Μέσα στην ασχήμια αναζήτησα την ομορφιά
Μέσα στην ξέρα το νερό.
Προαιώνιο σύμβολο της ζωής
Η ροή των πάντων.
Ληθαίος ποταμός
Της λήθης τα καμώματα
Το μέλλον κυλάει ανάποδα.
Γ.Σεφέρη – όπου και να ταξιδέψω
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει
Στο Πήλιο μέσα στις καστανιές το πουκάμισο του Κενταύρου γλιστρούσε μέσα στα φύλλα για να τυλιχτεί στο κορμί μου καθώς ανέβαινα την ανηφόρα κι η θάλασσα μ' ακολουθούσε ανεβαίνοντας κι αυτή σαν τον υδράργυρο θερμομέτρου ως που να βρούμε τα νερά του βουνού.
Στη Σαντορίνη αγγίζοντας νησιά που βουλιάζαν ακούγοντας να παίζει ένα σουραύλι κάπου στις αλαφρόπετρες μου κάρφωσε το χέρι στην κουπαστή μια σαϊτα τιναγμένη ξαφνικά από τα πέρατα μιας νιότης βασιλεμένης. Στις Μυκήνες σήκωσα τις μεγάλες πέτρες και τους θησαυρούς των Ατρειδών και πλάγιασα μαζί τους στο ξενοδοχείο της "Ωραίας Ελένης του Μενελάου" χάθηκαν μόνο την αυγή που λάλησε η Κασσάντρα μ' έναν κόκορα κρεμασμένο στο μαύρο λαιμό της. Στις Σπέτσες στον Πόρο και στη Μύκονο με χτίκιασαν οι βαρκαρόλες.
Τι θέλουν όλοι αυτοί που λένε πως βρίσκουνται στην Αθήνα ή στον Πειραιά; Ο ένας έρχεται από Σαλαμίνα και ρωτάει τον άλλο μήπως "έρχεται εξ Ομονοίας" "Όχι έρχομαι εκ Συντάγματος" απαντά κι είν' ευχαριστημένος "βρήκα το Γιάννη και με κέρασε ένα παγωτό". Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει δεν ξέρουμε την πίκρα του λιμανιού σαν ταξιδεύουν όλα τα καράβια περιγελάμε εκείνους που τη νιώθουν. Παράξενος κόσμος που λέει πως βρίσκεται στην Αττική και δε βρίσκεται πουθενά αγοράζουν κουφέτα για να παντρευτούνε κρατούν "σωσίτριχα" φωτογραφίζουνται ο άνθρωπος που είδα σήμερα καθισμένος σ' ένα φόντο με πιτσούνια και με λουλούδια δέχουνταν το χέρι του γέρο φωτογράφου να του στρώνει τις ρυτίδες που είχαν αφήσει στο πρόσωπό του όλα τα πετεινά τ' ουρανού. Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει ολοένα ταξιδεύει κι αν "ορώμεν ανθούν πέλαγος Αιγαίον νεκροίς" είναι εκείνοι που θέλησαν να πιάσουν το μεγάλο καράβι με το κολύμπι εκείνοι που βαρέθηκαν να περιμένουν τα καράβια που δεν μπορούν να κινήσουν την ΕΛΣΗ τη ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ τον ΑΜΒΡΑΚΙΚΟ. Σφυρίζουν τα καράβια τώρα που βραδιάζει στον Πειραιά σφυρίζουν ολοένα σφυρίζουν μα δεν κουνιέται κανένας αργάτης καμμιά αλυσίδα δεν έλαμψε βρεμένη στο στερνό φως που βασιλεύει ο καπετάνιος μένει μαρμαρωμένος μες στ' άσπρα και στα χρυσά. Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει παραπετάσματα βουνών αρχιπέλαγα γυμνοί γρανίτες... το καράβι που ταξιδεύει το λένε - ΑΓΩΝΙΑ 937
Μια χούφτα περιστέρια
Φτερούγισαν μπροστά μου
Σαν παλιά όνειρα φώλιασαν
Στην ανάσα μου.
Το άσπρο, αντίδοτο στο μαύρο
Μόνος, μόνος
Υφαίνεις το παιχνίδι
Της ομορφιάς.
Παζλ της ροής.
Της εναλλαγής και του καιρού.
Και των στόχων
Μαζί.
Μέχρι την απεραντοσύνη
Της θάλασσας.
Μικρός o καταράκτης
Μεγάλo τo πεθαμένo Ό νειρo.
Παιχνίδια του μυαλού
Πιό πολύ τη φύση αγάπησα
Ποτέ δεν μένει στάσιμη
Στο μάτι.
Αέναη διαρκώς.Ψηλώνει.
ΤΟ ΒΡΑΔΥ του Ηλία Κεφάλα
Πέφτει νωρίς το βράδυ.
Σιωπές, κίτρινα φύλλα και στάσιμα νερά
ναρκώνουν τον κάμπο.
Οι δρόμοι Έρημοι.
Στις εσοχές του ύπνου τα πουλιά
κρύβουν τον φόβο τους.
Άνθρωποι κουρασμένοι
δοκιμάζουν τις αντοχές τους
μέσα σε φευγαλέα όνειρα.
Πέφτει νωρίς το βράδυ
Τα χρόνια πάντα στον κατήφορο κυλούν .
Περπάτησα και ξαναπερπάτησα
χωρίς να φθάσω πουθενά.
Τόσο μόνος μέσα σε μιαν απέραντη επικράτεια
από μεγάλες σιωπές,
κίτρινα φύλλα
και στάσιμα νερά.
Πέφτει νωρίς το βράδυ.
Σε λίγο θα είναι μόνο βράδυ.
Έρχονται μάχες μη δειλιάσεις
γίνε ο δρόμος να περάσεις
δεν είναι η σιωπή φωνή
φωνή είναι μόνο η φωνή.
στίχοι:Οδυσέας Ιωάννου
Παραφράζοντας τον τίτλο του τραγουδιού-Δεν είναι η σιωπή φωνή-δίνω μουσικό χρώμα στο αποψινό μου βράδυ, μέσα από μια ολοήμερη περιπλάνηση σε τίτλους και στίχους αγαπημένων παλιών cds. Ξεχασμέναστα ράφια και τα συρτάρια της βιβλιοθήκης. Άλλα φθαρμένα και άλλα ανέγγιχτα.
Είναι άλλο η μουσική στο youtube κι άλλο να ξεφυλλίζεις το μικρό βιβλιαράκι με τους στίχους, τις φωτογραφίες και τους μουσικούς. Κλείνεις τα μάτια και ταξιδεύεις στις δικές σου εικόνες, στις ολοδικές σου θάλασσες.Είναι κάτι ανάλογο με αυτό που έλεγε ο Κάφκα για τη διαφορά ανάμεσα στο κείμενο και τον κινηματογράφο.Διαβάζεις ένα βιβλίο, πλάθεις τους δικούς σου ήρωες, ο σκηνοθέτης πλάθει τους δικούς του και καλά κάνει. Στον κινηματογράφο ακολουθείς, στο βιβλίο συνδημιουργείς.
Πάμε ξανά απ'την αρχή -απόψε -παρέα με τη φωνή της Ρίτας Αντωνοπούλου, τους στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου και τη μουσική του Θάνου Μικρούτσικου. Ο δίσκος κυκλοφόρησε πριν τρία χρόνια Και οι τρεις σουδαίοι και αγαπημένοι. Κρατάω στα χέρια μου το cd , λες και το πήρα χθες. Ήταν οι Παρασκευές τ' απογευματα και το δισκορυχείο, τότε που μια βόλτα γινόταν ο γύρος του κόσμου....
''Πάμε ξανά απ΄την αρχή
πάμε να δούμε αν υπάρχει κάπου αλλού μια αρχή
αν έχει μείνει Ο-υρανός''
Πίσω μη μ' αφήνεις,-πάρε με μαζί σου σ' έναν καινούριο κόσμο, αυτόν που από παιδιά ονειρευτήκαμε.
''Ξανά, θα περπατήσουμε ξανά
μέσα από χρόνια ανοιχτά
όταν οι δρόμοι θα`χουν κλείσει.
Φωνές, γέλια, τραγούδια και γιορτές
οι ελπίδες όλες ζωντανές
κι όλοι θα έχουνε γυρίσει''
Πάντα θα κλαις τις Κυριακές- οι ίδιες αντοχές, πάλι η ίδια φυλακή, κόβω και ράβω στίχους του Ιωάννου στα μέτρα μου...Όταν σμίγουν οι στίχοι, η μουσική και η φωνή. Αυτό το κράμα σε απογειώνει, Αυτό κάνει, ένα καλό τραγούδι , σε κρατά απ'το χέρι την ώρα που πας να πέσεις
, πάντα θα είμαι εδώ ...
''Κι αν σκοτείνιασες
κι άμα νομίζεις όλα πια τα έχεις χάσει
έλα, εγώ είμαι εδώ
σ' ορκίζομαι κι αυτό πως θα περάσει''
Και τι μ'αυτό-ε και τι έγινε λοιπόν....
''Και λοιπόν
και τι έγινε που οι άλλοι δεν περίμεναν
κι αν για μας
οι καινούριες μέρες τίποτα δε σήμαιναν
και τι μ` αυτό.''
Και λοιπόν .. Τι έγινε;
Οι φίλοι μας προχωρήσανε
έφτιαξαν μεγάλα σπίτια, πήραν μεγάλα αυτοκίνητα,
έβαλαν λεφτά στην άκρη για τα γεράματα,
σκέφτηκαν από νωρίς τα γεράματα,
όπως ο δημόσιος τη σύνταξη.
Ε και τι έγινε λοιπόν...
Εμείς έχουμε τα τραγούδια, έχουμε τα πουλιά
που δεν πρόλαβαν να ακούσουν..
Εμείς που μείναμε πίσω
είδαμε την πορεία τους
ανάμεσα σε στίχους ποιητών
και σκοτωμένα πτώματα
από έναν αθέατο πόλεμο.
Τίποτα δεν σήμαιναν οι καινούριες μέρες για μας....
Θάρθουν μέρες- άγριες μέρες...
''Άλλαξε ο αέρας, το φως καθαρό
ήμουνα πέτρα και είμαι νερό
γίνομαι ένα με όλους μαζί
βλέπω να βγαίνουν οι πρώτοι καπνοί
Θα ρθουν μέρες
Άγριες μέρες
που οι αλήθειες θα σκίζουν σαν σφαίρες
Και οι νίκες
Άγιες νίκες
σαν μαχαίρια θα βγουν απ τις θήκες
Πάλι ανοίγει ο καιρός
άσπρα ρούχα και ήλιος ζεστός
μπαίνω μέσα σ αυτή τη γιορτή
φως τα χρόνια και γλύκα η ζωή.''
Και αν κάποτε τα παιδιά μας, ψάξουν τα ίχνη μας
κάτι να βρούν
Κάτι κι από μας
Μια ιδέα, ένα συμβολο, μια αμυχή απ΄τον αγώνα
ένα βιβλίο, με τις σημειώσεις μας μέσα,
ένα τραγούδι, που μας άρεσε να τραγουδάμε..
Να βρουν έστω την αγάπη μας
Και πόσο αγαπήσαμε την ζωή..
Φαντάσου να πουν ότι ο μπαμπάς έλειπε σε δουλειές ...
Πάντα έλειπε στην τράπεζα...
Μια νίκη ...με μια ήττα...-ποιά η νίκη και ποιά η ήττα;
''Με μία νίκη δεν κερδίζει
με μία ήττα δεν ξοφλάς
με ένα "όχι" καθαρίζεις
με ένα "ναι" παντού χρωστάς''
Κάνε με πάλι να μπορώ- δείξε μου πάλι πως να θέλω....
Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Πρώτη εκτέλεση: Ρίτα Αντωνοπούλου
Πάλι δε βγαίνει η φωνή
και μες στα φώτα περισσεύω
νιώθω καλά μες στη σιωπή
στην ευτυχία κινδυνεύω.
Βλέπω μονάχα μια πλευρά
κι αυτή μου κόβει τον αέρα
πες μου πώς φτάνουν στη χαρά
πώς πάνε από`δώ πιο πέρα.
Κάνε με πάλι να μπορώ
δείξε μου πάλι πώς να θέλω
μη μου μαθαίνεις το σωστό
θέλω να θέλω,όχι να ξέρω.
Έζησα μόνο μια εκδοχή
κι όλα μισά τα έχω μάθει
αξίζω άλλη μια αρχή
αξίζω πάλι τα ίδια λάθη.
Κράτα ανοιχτή την αγκαλιά - και σε μια ώρα θα μαι πίσω...
Μόνο τα τραγούδια
Μόνο τα βιβλία
Μόνο τα σινεμά
Μόνο ένα στίχο εμείς θελήσαμε
Μόνο μια φέτα Ο υρανό
Μόνο αυτά ζητήσαμε
Ό- λα θα γίνουν-κάποτε..
Τότε που η γη θα βλαστήσει ένα Ο νειρο
Τότε που η έρημος θα ξεδιψάσει
Τότε που ο άνθρωπος θα αναστηθεί
Πάλι.....
Πιτσιρικάς-μες απ'τα μάτια ενός πιτσιρικά...
Τότε που η αθώα ματιά θα γίνει Έρωτας
Έρωτας. Σαν στίχος του Λειβαδίτη...
Οι χαρτογράφοι-Ως εδώ κατάφερα να φτάσω ....
''Ως εδώ κατάφερα να φτάσω
πέρα από 'δω ο κόσμος είναι ξένος
ως εδώ ο δρόμος που θα γράψω
τόση εγώ , τόσος ο κόσμος ο δοσμένος.''
Εσωτερικοί μετανάστες- θα γίνουμε όλοι...
Ερήμωσε η χώρα
ούτε ένα Ο-νειρο
δεν ανθίζει...
Εμείς εγκυμονούμε τ' Ο νειρο
Η χώρα θα ξαναγεννηθεί
Οι καμένη γη θα χορταριάσει ξανά
Ένα κοπάδι γέλια θα απλωθούν πάλι στους κήπους
Ο φασισμός ποτέ δεν έβγαλε λουλούδια
Ο νεκρός θα αναστηθεί
Η μάνα θα δει τον γιό της, πάλι να χαμογελάει
Ο παππούς θα διηγείται πάλι στον εγγονό του, ένδοξες ιστορίες
για πολέμους
Οι ληστές κρεμασμένοι, θα περελαύνουν πάλι στις σελίδες μελλοντικών βιβλίων
Η ιστορία επαναλαμβάνεται....
Ότι συμβαίνει στη χώρα μας σήμερα , δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Είναι αποτέλεσμα συνειδητών και ασυνείδητων επιλογών λαού και εξουσίας. Κάθε ένας από μας έχει ότι πάλεψε, κάθε πόλη έχει τον δήμαρχο που της ταιριάζει και κάθε χώρα την εξουσία που της αξίζει. Είδωλο στον καθρέφτη η εξουσία και οι νόμοι της πολιτείας.
Αιτία ελομένου θεός αναίτιος.(ο θεός δεν έχει ευθύνη για τις πράξεις αυτών που έχουν ελευθερία επιλογής) έλεγε ο Πλάτων. Αυτές ήταν οι επιλογές μας, εδώ φτάσαμε.
Τώρα τι κάνουμε;
Αν δεν κάνουμε, το μόνο βέβαιο είναι ότι θα ¨αυτοκτονήσουμε¨ μαζικά. Τέτοια χάρη δεν αξίζει να την κάνουμε για κανένα, μα για κανένα υλικό λόγο και για κανένα πούστη.
Φταίει η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, δηλαδή της εικονικής πραγματικότητας που βιώνει ο σύγχρονος κόσμος. Φυσάει στην Αμερική και γκρεμίζεται η καλύβα στο χωριό μου. Ξύνει τα τέτοια του ο Ομπάμα να ανοίξει πυρ εναντίον των ¨τρομοκρατών¨ και χορεύει το ταψί της δορυφορικής. Δουλεύουν πυρετωδώς τα εργοστάσια παραγωγής όπλων ανά την οικουμένη και σκάει παλιά ξεχασμένη χειροβομβίδα στο σοκάκι της γειτονιάς μου. Πέφτουν οι οικονομικοί κολοσσοί της διάρροιας και σπάει το μπαλόνι του πιτσιρικά που παίζει στο πάρκο. Δεν πήδησε καλά ο σεΐχης τη νύχτα και το πρωί ακριβαίνει το πετρέλαιο. Μαχαιρώνονται δυό νταβαντζήδες στα πορνεία του Άμστερνταμ και ματώνει η Οδός Φυλής στην Αθήνα.
Πιάνουν ένα φορτίο με χασίσι ανοιχτά των Αζορών και φουρτουνιάζειξαφνικάο Μύλος, η πιο ήρεμη τυρκουάζ παραλία της Λευκάδας. Κι εμείς συνεχίζουμε να πίνουμε cocacolaκι ας μας τρυπάει τα στομάχια. Και να καπνίζουμε Marlboroκαι ας πέθαναν οι καουμπόηδες, και μεις συνεχίζουμε να βάζουμε πλάτες στις πολυεθνικές κι ας μην είμαστε ο Ηρακλής. Έτσι και πέσει καμία στο κεφάλι μας θα αναγκασθούμε να γυρίσουμε στο μπακάλη της γειτονιάς και πάει τ’ όνειρο. Για φαντάσου να πέσει όλο αυτό το καταναλωτικό όνειρο, να ερημώσουνοι ναοί της ευδαιμονίας, οι δρόμοι από γυαλιστερά αυτοκίνητα, τα τραπεζάκια των καφέ χωρίς τα αξεσουάρ των κινητών, και τη γιαγιά μου που άναβε την γκαζιέρα να χαμογελά σανεφιάλτης στον ύπνο μου..
Η γιαγιά μου σας το διαβεβαιώνω ήταν μια ευτυχισμένη γυναίκα, ίσως γιατί δεν ήξερε γράμματα και δεν διάβαζε εφημερίδα, ίσως γιατί δεν υπήρχε τηλεόραση και έκανε από νωρίς έρωτα με τον παππού μου, ίσως επειδή είχε μεγάλο κήπο με όλα τα καλά της φύσης, ίσως γιατί δεν πήγε ποτέ στις βελούδινες ηλεκτροφόρες πολυθρόνες των τραπεζών, ίσως επειδή δεν υπήρχε τότε χρηματιστήριο, ίσως επειδή είχε αρχίδια, όπως ο παππούς. Η γιαγιά μου έζησε μέσα στα χρόνια του πολέμου, είδε τον εμφύλιο κατάματα, την φοβέρισαν στη χούντα και πρόσεχε όταν έβγαινε στη λαϊκή με το καροτσάκι τους χαφιέδες, ήταν λυγερόκορμη, με ψηλά το κεφάλι ως τα βαθειά γεράματα, ίσως επειδή δενέβλεπε τόλμη και γοητείατην ώρα που μαγείρευε τις νόστιμες συνταγές της.
Πάντα με παρασύρουν οι θύμησες, ξαναγυρίζω στο τώρα, το δικό μας τώρα, όχι της Ελβετίας, τα ελβετικά ρολόγια και οι διαφημίσεις του Κλούνει μ’ αφήνουν παγερά αδιάφορο, ντεμοντέ, ουδέν πρόβλημα.
"Είσαι πάντα ελεύθερος να αλλάξεις γνώμη και να διαλέξεις ένα διαφορετικό μέλλον. Ή ένα διαφορετικό παρελθόν", έλεγεο Ρίτσαρντ Μπαχ και ο γλάρος του πέταξε ψηλά.
Το παρελθόν δεν μπορούμε να το διαλέξουμε πια, μπορούμε όμως να διαλέξουμε το μέλλον.
Το μέλλον όχι το δικό μας, αυτό το χαρίσαμε στην χαρμολύπη των αδέσποτων θηρίων, στην ματαιότητα των ελπίδων. Το μέλλον των νεογέννητων. Εκτός αν κάνουμε λαϊκή στείρωση, γιατί εκεί το πάει η παρέα των τσοπαναραίων μας, Θέλει λέει να σώσει τα λιβάδια, να σώσει τα μαντριά και θυσιάζει τα πρόβατα. Ωραίο τοπίο αυνανίζονται, χωρίς ζώο να τους χαλάει τον μακάριο ύπνο τους.
Εμείς τα ζώα, εμείς που σας δίνουμε το γάλα άσπρο άσπρο-τυχαία έχει τέτοια μαγουλάκια ο Βενιζελοβοσκός-αποφασίσαμε από αύριο να κάνουμε μαύρο γάλα.
Όσο μας ταΐζετε σκοτάδι, θα σας ταΐζουμε χολή.
Όσο μας σημαδεύετε με αριθμούς, θα σας σημαδεύουμε με χαμόγελα.
Ακόμα και στη θλίψη μας φροντίζουμε την περηφάνια μας .(Ουίλιαμ Σαίξπηρ)
Αλλάζουμε ρότα, να το ξέρετε……
Θέλουμε εδώ και τώρα συμμετοχή στις αποφάσεις, μια ζωή αποφασίζατε κεκλεισμένων των θυρών, το λιβάδι γέμισε θανατηφόρα μανιτάρια…..
Κανένα αυτοκίνητο πια, κανένα ραδιενεργό κινητό στο κεφάλι μας, κανένα απόβλητο πολυεθνικής στον Ουρανό μας. Μολύνατε τα πάντα γύρω μας , ακόμα και τον αέρα που αναπνέουμε.
Όχι άλλα αστεία. Όταν καταλάβετε ότι δεν είμαστε πρόβατα, όταν καταλάβετε ότι δεν είμαστε αριθμοί, θα είναι αργά .Θυμάστε την καμένη γη που ανταλλάσσατε κάθε φορά με πράσινους ήλιους και με γαλάζιες σημαίες …Τότε που νομίζαμε κι εμείς ότι είστε σοσιαλιστές, ως τώρα που γίνατε δικτάτορες. Εσείς ξέρετε καλά από μετάλλαξη των λέξεων, την απόλυση πως τη λένε τώρα; Εφεδρεία !!!
Σας χρειάζεται λοιπόν μια εφεδρεία, ίσα ίσα να σας αλλάξουμε, δεν βλέπετε πόσο σκατωθήκατε; Δεν πάει άλλο!
Τώρα τελευταία έχεις γευτεί πάρα πολλές συμπράξεις ανατολίτικες, προσμίξεις ατμοσφαιρικές είναι χιλιάδες συνδυαστικές επιλογές ευχάριστα σε ξάφνιασε όμως ραπ και αμανές ανατολικές καταβολές, αφυπνίσεις γονιδιακές σου ξυπνάνε μνήμες κυτταρικές από κρεπάλες βυζαντινές και όλα αυτά σε χρόνο ρεκόρ τρία λεπτά ταξιδεύεις νοητικά με εισιτήρια μουσικά σε κλίματα τροπικά, το κορμί σου βαφτίζεις σε νερά ζεστά σε παν καϊκια κρητικά, σου σπάνε τη μύτη μπαχαρικά... Μακάρι να ταιριάζαν και οι άνθρωποι, μακάρι όπως ταιριάζει το θυμάρι, το κάρυ το μπαχάρι δεν πίστευες στ' αυτιά σου, μα είν αλήθεια που να πάρει, ακούς σ'ένα κομμάτι βέδες ουπανισάδες και ντάρι ντάρι οι fusion καταστάσεις δεν είναι πλέον πρωτότυπο το θέμα είναι να μην αναπαράγεις το στερεότυπο να είσαι πρότυπο, είναι πρόκληση που δε σκουριάζει δες τι ωραία το λαούτο σαν σάζι σου μοιάζει το κλαρίνο στενάζει Ασία κι Αμερική ένα τσιγάρο δρόμος Δύση κι Ανατολή Μακάρι να ταιριάζαν και οι άνθρωποι, μακάρι είναι οι δρόμοι μακρινοί, τα εμπόδια πολλά τι κι αν η τύχη γύρισε παράξενα το ζάρι ολόιδια ας μη γίνουνε τα διαφορετικά. Στις αντιθέσεις είναι η γοητεία, σε κάθε είδους οντότητα δες πόσο βαρετή θα ήταν χωρίς διαφορετικότητα η πραγματικότητα, ολόκληρη η ανθρωπότητα ένα μυστήριο χαρμάνι, πάντα μυστήριες ταχύτητες ο δερβίσης θα πιάνει μυστήρια στον πεντοζάλη θα χτυπά το στιβάνι κι ένα ζεστό ρεύμα ανάτασης, από το σβέρκο θα σε πιάνει είναι συναίσθημα βαρύτητας και συνάμα λυτρωτικό να εκτιμώ και να μη φοβάμαι... κάθε τι διαφορετικό...
Η ιστορία της ασχήμιας
Ουμπέρτο Έκο
Εκδόσεις Καστανιώτη
Είναι αφέλεια να πιστέψει κανείς ότι ο πρόεδρος της Αμερικής, δεν εκλέγεται με το πιστόλι στον κρόταφο να υπηρετήσει τα συμφέροντα των παντoκρατόρων της γης. Στην καρδιά του άγριου καπιταλισμού δεν υπάρχουν ιδεολογίες, μόνο το χρώμα του χρήματος.
Μια νεόδμητη, χωρίς παράδοση χώρα, μόλις το 1976 έγινε ανεξάρτητο κράτος, έπρεπε να εφεύρει το Αμερικάνικο όνειρο να σταθεί. Ο μέγας ανατολικός ταξίδεψε απ’ τον παλιό κόσμο στον καινούριο, μέσα από τα πιο προφητικά μηνύματα. Το χρήμα άρχισε να ρέει άφθονο, άνθρωποι απ’όλο τον κόσμο έφθαναν να καταπολεμήσουν τη φτώχεια και την ανημπόρια της χώρας τους. Η Αμερική μεγαλώνει και μαζί της όλο το κακό συναπάντημα της ανθρωπότητας. Τα πιο κερδοφόρα εργοστάσια είναι αυτά των όπλων, σπέρνονται δικτατορίες παντού, απλώνονται σαν δηλητηριώδη μανιτάρια στο σώμα της ανθρωπότητας. Ανάβουν οι φωτιές του πολέμου, τα όπλα πρέπει να καταναλώνονται, η Αμερική τα κατάφερε.
Χιλή, Παναμάς, Βιετνάμ, Κορέα, Σουδάν , Παλαιστίνη, Αφγανιστάν, Γιουγκοσλαβία, Ιράκ…Στο όνοματης ειρήνης και της ελευθερίας!
Το αντίπαλο δέος, η Ρωσία, εγκλωβισμένη στα Γκουλάγκ της δικιάς της σταλινικής νομενκλατούρας, στήνει τον Άνθρωπο στον τοίχο και τον πυροβολεί.
Η Ευρώπη, η γηραιά ήπειρος, διαμελίζεται και διεκδικείται, ο ναζισμός του Εθνικοσοσιαλιστή Χίτλερ την πάει στους πέντε ανέμους της φωτιάς και του πολέμου και των στρατοπέδων συγκέντρωσης .
Η Αφρική αδύναμη υπομένει ακόμα τους ζυγούς της και η Ασία τις μεσαιωνικές θρησκευτικές της αγκυλώσεις και τα πετρέλαια των Εμίρηδων.
Ο κόσμος της γης, η Ανατολή και η Δύση. Ο καλός καπιταλισμός και ο κακός κουμμουνισμός και τανάπαλιν. Άσπρο και μαύρο. Άλλα χρώματα δεν υπάρχουν .
Και μέσα σ’ όλα αυτά ο φόβος του θανάτου γεννάει την έξαρση των θρησκειών, άλλο όπλο επιβολήςκαι ελέγχου της Ανθρώπινης Ελευθερίας. Οι λαοί δεν υπάρχουν πουθενά ελεύθερα σκεπτόμενοι, πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στα κακά του κόσμου.
Η κοινή λογική, η αυτόνομη σκέψη που καθορίζει τον Άνθρωπο, η Δικαιοσύνη, η Αξιοκρατία, ο πλούτος της ζωής και της γης, υπερ-αρκετός να ευτυχήσει όλη η ανθρωπότητα γίνονται όπλα, γίνονται ο θάνατός σου ηζωή μου.
Αν ακούγαμε πριν από πέντε χρόνια ότι η Αμερική χρωστάει θα μας έμοιαζε σαν ανέκδοτο με Αλβανό τουρίστα .
Ποιά χώρα τελικά δεν χρωστάει ;
Και σε ποιόν χρωστάει ποιος;
Είμαι ενάντια στην θανατική καταδίκη αλλά πρέπει να γίνει μια εξαίρεσημε αυτούς τους ελάχιστους κρεατάνθρωπους που έχουν μαζέψει πάνω απ’ το μισό πλούτο της γης στα χέρια τους, αυτούς που καθημερινά σκοτώνουν χιλιάδες παιδιά,μέσα απ’ τα ατσαλοφτιαγμένα κελιά του οπλοστασίου τους. Αυτούς που λήστεψαν και ληστεύουν τις ζωές των λαών και των ανθρώπων. Κι από πάνω προβάλλονται σαν έξυπνοι από τoγλοιώδες lifesystemπου ξεπουπουλιάζει τα φτερά της ανθρωπότητας χρόνια τώρα. Η μόνη έντιμη ζωή είναι η παραγωγή. Δεν υπάρχει πάμπλουτος που δεν έχει πατήσει επί πτωμάτων, νομοτελειακό!
Αυτοί είναι το πρόβλημα της γης, οι στειρωμένοι συναισθηματικά ,οι ανίκανοι σεξουαλικά που πιπιλίζουν τις κάνες των όπλων τους καθημερινά .
Τι να καταλάβουν αυτοί από έρωτα, στο αρρωστημένο μυαλό τους υπάρχει ο πόλεμος.
Η πιο μεγάλη αρετή του ανθρώπου είναι η ελευθερία, δύσκολο να την κατακτήσεις. Μπορείς όμως να την κάνεις χειρολαβή ουτοπίας, από κάπου πρέπει να πιαστείς.
Η πιο μεγάλη Α-ζωή όμως είναι να δέχεσαι την μοίρα της φυλακής σου, σαν να μην υπήρξες ποτέ.
Η Ευρώπη, και εννοώ οι λαοί της μένουν θεατές των εξελίξεων ακόμα, έχουν την δύναμη όμως.
Η χώρα μας εδώ και χρόνια ζήλεψε τον αμερικάνικο τρόπο ζωής, δεν της αξίζει. Είναι δυνατόν να ανεχόμαστε ένα αμερικανοαναθρεμένοανθρωπάκι για πρωθυπουργό;
Είναι δυνατόν να ανεχόμαστε το ένα ψέμα μετά το άλλο, αν γυρίσουμε πίσω δεν έχουμε να θυμηθούμε έστω κάτι συμβατό μ’αυτά που έλεγαν στις 3 του Σεπτέμβρη .
Γιαυτό σε λίγο ο λαός, στις 3 του Σεπτέμβρη θα ξαναβγεί στους δρόμους της απελευθέρωσης ...Είναι δύσκολο να ηττηθεί το σύστημα που έφτιαξαν τόσα χρόνια ,συμπαρασύροντας ένα λαό ολόκληρο στην καταστροφή, για ίδιον όφελος, αλλά όχι ακατόρθωτο.
Με αυτονόητα συνθήματα πάλι απ’την αρχή: Παιδεία (θα καταργούσε την παραπαιδεία το πασοκ ),δουλειά παραγωγική (κι όχι πράσινα άλογα ) και η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες (τ’ακούς Γιωργάκη ,ρώτα τη μαμά, το’ λεγε κι ο μπαμπάς).
Μπορεί ο κοινός σας Ανδιανοπούλειος σύμβουλος, με το αραχνιασμένο παλιοτζάκι του Σαμαρά, να σας μιλάει για τη ζούγκλα που επιβιώνει ο οικονομικά ισχυρός, αλλά εδώ δεν είναι ζούγκλα, είναι κοινωνία ανθρώπων, εδώ δεν κάνουμε ποδήλατο και τσακιζόμαστε ,τσακίσου μόνος σου ..
Δεν χρωστάμε σε κανένα, απλά βιώνουμε την ατυχία της απαξίωσης της πολιτικής από σας και να κανονίζουν οι χειρότεροι πλέον για μας, ε δεν πάει άλλο…
Η χώρα μαςείναι όμορφη, εσείς είστε η ασχήμια της.
Ευτυχώς που όλο λιγοστεύετε, θα σας νικήσουμε, αν δεν πέσετε σαν σάπιο φρούτο.
Ποιοι; Όλοι εμείς που δουλεύουμε, οι παραγωγικές δυνάμεις του λαού, οι νέοι που θέλουν το μέλλον που τους κλέψατε πίσω, οι έλληνες που πιστεύουν ακόμα στην αλήθεια και στα ιδανικά, στη δικαιοσύνη, την ισονομία, την αρετή να ζεις σαν Άνθρωπος και όχι σαν υπήκοος των παπατζήδων.
Εξ άλλου είναι το μεγαλύτερο χρέος του ανθρώπου, να σταθεί σαν Άνθρωπος στη ζωή και όχι σαν αριθμομηχανή, της ελληνικής και παγκόσμιας φούσκας, που υπηρετείτε σαν χαμαιλέοντες, όλοι οι βολεμένοι της υλικής ευμάρειας.
Στην Κεφαλονιά, ψηλά στον Αίνο(1628 μ.), σε υψόμετρο πάνω από 1300 μέτρα αγναντεύεις την απεραντοσύνη, η μυρωδιά της μοναδικής Κεφαλληνιακής ελάτης να σε ταξιδεύει στο πιο αχνισμένο γαλάζιο, εκεί που σμίγει ο ουρανός με τη θάλασσα.
Στην Εύβοια μετά τη Στενή σκαρφαλώνεις την Δίρφη (1743 μ) και χάνεσαι ανάμεσα σε πλατάνια, καστανιές, δρύες, πεύκα και άλλα φυλλοβόλα, φτάνεις ψηλά στο ελατόδάσος για να αγναντέψεις από κει το Αιγαίο, να αγγίξεις τον ουρανό, με μια απλή κίνηση του χεριού. Μυρίζει έλατο και οξυγόνο, είσαι στο ψηλότερο νησιώτικο βουνό -μετά τα βουνά της Κρήτης, είσαι πιο κοντά στον θεό, στον θεό του έρωτα και της φύσης.
Παραλία Χιλιαδούς
Δεν συνάντησα άλλο νησί να σμίγουν οι μυρωδιές της ρετσίνας και της αλμύρας, το σκούρο πράσινο και το ανοιχτό γαλάζιο, ο ψηλός ουρανός να κατεβαίνει ως τη θάλασσα. Μετά ο κατηφορικός δρόμος. Στρόπωνες, Λάμαρη, Παραλία Χιλιαδούς και μια ρεματιά γεμάτο σκηνές, ο παράδεισος του ελεύθερου κάμπινγκ, αμέτρητοι κατασκηνωτές κρυμμένοι μες τα πλατάνια, δίπλα στο ποτάμι που κυλάει νασυναντήσει τη θάλασσά του. Σπαρμένοι βράχοι παντού, μέσα κι έξω στη θάλασσα χρωματίζουν με την πέτρα τους τα νερά μιας από τις όμορφες παραλίεςτης Εύβοιας.
Παραλία Χιλιαδούς
Απ’ τη Χιλιαδού δεν θες να φύγεις, σε λίγεςπαραλίες νοιώθεις ότι κάτι με κρατάει εδώ. Απ΄ τη μια το πέτρινο βουνό και απ’ την άλλη τα πεύκα, φθάνουν ως τη θάλασσα, το αλμυρό πεντακάθαρο νερό αλλάζει χρώματα, καθρεφτίζει τις πιο μικρές αχτίδες του καλοκαιρινού ήλιου, μαγεμένο ίσως απ΄ την Πανσέληνο της νύχτας, το Αυγουστιάτικο ολόγιομο φεγγάρι.
Αγία Άννα
Η Εύβοια έχει τόσα πεύκα, όσα η υπόλοιπη Ελλάδα ολόκληρη. Ατέλειωτοι φιδωτοί δρόμοι και γύρω το πεύκο, λες και φύτρωσε χθες και μεγάλωσε αμέσως να ομορφύνει το μάτι σου, να κάνει ξεκούραστη τη διαδρομή, ανοιχτό πράσινο, αραιώνει μόνο να σ’ αφήσει να αγναντέψεις συμφωνική αρμονία της φύσης. Και ελιές, πολλές ελιές. Και όμορφες θάλασσες, πολύ όμορφες .
Στήσαμε τη σκηνή στο κάμπινγκ Ροβιές, τελευταίακενή θέση ,παραμονές Δεκαπενταύγουστου, όλη η Ελλάδα στις θάλασσες και στα βουνά. Φύγαμε αμέσως ,παραλία Αγίας Άννας, κάμπινγκ Αγίας Άνναςαπ’τα καλύτερα στην Ελλάδα, και μια παραλία γεμάτη βότσαλαπερίμενε να δύσει ο ήλιος, ήθελε το φεγγάρι εκείνο το βράδυ.
Η πανσέληνος του Αυγούστου στην Αγία Άννα
Η πόλη έμεινε πίσω, πολύ πίσω, γραφική φιγούρα ανίατου κουκλοθέατρου. Η εθνική κατάθλιψη που έσπειραν τη χρονιά που πέρασε ξεπεσμένοι πολιτικάντηδες και αγύρτες δημοσιογράφοι έμοιαζε με μαύρη σακούλα απορριμμάτων. Οι νέοι τους έλεγαν στ’αρχίδια μας.Και το φεγγάρι ούτε που τους έδινε σημασία, βγήκεσε λίγο και λαμπύριζε τη θάλασσα και τα βότσαλα.Τι να καταλάβει το μεταξωτό βρακάκι του Γιωργάκη και της λυσσασμένης για εξουσία συμμορίας του, από τις αποχρώσεις της ζωής. Μόνο κάποτε που θα κρεμαστούν απ ΄τις γραβάτες τους τις ίδιες, θα τους ξεράσει ακόμα και η θάλασσα . Τα τζιτζίκια δοξάζουν την ομορφιά του καλοκαιριού, ένας απορημένος σκύλος φυλάει τη νύχτα τα αστέρια, το αλμυρό αεράκι πλέκει καινούρια όνειρα, ένας κόσμος που απλόχερα να μοιράζει δίκαια την ομορφιά του φεγγαριού, μια φωτιά, μια κιθάρα και οι ακατέργαστες αγνές φωνές μια νεαρής παρέας είναι η Ελπίδα, το κύμα προϊδεάζει μια καινούρια χαραυγή, οι γερασμένες κάλπικες κραυγές των ηλιθίων αργοπεθαίνουν . Ποιος έκλεψε τόση ομορφιά, απ’ αυτή τη χώρα; Ποιός έκλεψε τόσο φως; Τόση ιστορία ; Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει ,είπε ο ποιητής ,οι διάβολοι όμως δεν ξέρουν από ποίηση. Γίνονται βρικόλακες και μας κλέβουν τα μάτια μας, αρπάζουν την ακοή μας, μας παίρνουν την αφή μας, λυντσάρουν τη γεύση μας, μας στειρώνουν την όσφρηση. Ατέλειωτη, απέραντη η ομορφιά της χώρας μας, απ’τη Κρήτη ως την Αλεξανδρούπολη, απ’το Καστελόριζο ως τις Πρέσπες. Διάσπαρτα νησάκια ακτινοβολούν τις νύχτες σαν αστέρια της γης, λαμπυρίζουν τις μέρες σαν κοχύλια πεταμένα στη θάλασσα. Η Εύβοια ανταγωνίζεται την δικιά της ύπαρξη, μοιάζει αυτάρκης απ΄τη Φύση, εγκαταλειμμένη απ’τους ανθρώπους της, όπως όλη η Ελλάδα. Πρωινή βόλτα στην ατέλειωτη παραλία των Ροβιών, σκουπίδια παντού, λες και κανένας δεν νοιάζεται, φτάνεις κοντά στην Αιδηψό και αναπνέεις μπόχα και δυσοσμία υπονόμων.
Κι όταν περάσει το τρίμηνο του καλοκαιριού, τότε; Η Ελλάδα το καλοκαίρι είναι ένα ατέλειωτο λούνα πάρκ διασκέδασης, τον χειμώνα μια ανοιχτή πληγή που δεν κλείνει. Γυρίσαμε αργά το βράδυ στο κάμπινγκ, βράδυ Δεκαπενταύγουστου, η απόλυτη ερημιά στο διάδρομο που μέναμε, ήμασταν μόνοι, ολομόναχοι. Το προηγούμενο βράδυ οι φωνές ήταν περισσότερες απ΄ τα τζιτζίκια, η ζωγραφιά της μοναξιάς. Το φεγγάρι ήδη άρχισε να μικραίνει.
Αγιόκαμπος
Ιαματικά λουτρά Αιδηψού, το Πευκί, η Ιστιαία,η Χαλκίδα, η Κύμη, η Κάρυστος, σκόρπιες λέξεις και ονόματα απ΄τον χάρτη είχα στο μυαλό μου. Η Εύβοια είναι όλα αυτά, αλλά είναιπολλά ακόμα, είναι τα ζωντανά χωριά της, είναι τα χωριά που κρατάν ζωντανή ακόμα όλη την Ελλάδα, όταν οι πόλεις αργοπεθαίνουν. Ήμουν δίπλα της και δεν πήγα ποτέ, λες και δεν ήθελα να πάω.
Συνομιλία με τους γλάρους
Απ’τον Αγιόκαμπο το πλοίο ώσπου να πεις δυό κουβέντες με τους γλάρους φτάνει στη Γλύφα, σε λίγο η θάλασσα μένει πίσω,Ο Θεσσαλικός καυτός κάμπος τα καλοκαίρια αγναντεύει τα βουνά του για να δροσιστεί . Η Εύβοια, το Αιγαίο.
Άνθισαν μαζί!
Στην τσιμεντένια πόλη με περίμεναν δυό ανοιχτά λουλούδια. Ο κάκτος κατά καιρούς κάνει τις δικές του εκπλήξεις. Δεν μύριζαν πεύκο, χαμογελούσαν όμως Ελπίδα.
''Να είσαι άνθρωπος σημαίνει να είσαι ελεύθερος'' σκέφτηκε.
Το θέμα είναι ότι δεν αρκεί να είσαι ελεύθερος για να είσαι άνθρωπος. Πρέπει να θέσεις και τα όριά σου. Αυτόθα έκανε. Αυτό ήθελε να κάνει πριν απ’ όλα. Να γίνει άνθρωπος, όχι κατ’ εικόνα κάποιου άλλου, ούτε με κάποιου άλλου τις εντολές. Αφέθηκε να βουλιάξει στο χλιαρό νερό και βαφτίστηκε με αυτά τα λόγια:
Ο Άγιος Ηρακλής
Εκδόσεις Γαβριηλίδη
Είμαι ο γιος του πατέρα και της μάνας μου
ο αδελφός του αδελφού μου
ο πατέρας των παιδιών μου.
Είμαι ένας κρίκος στη μεγάλη αλυσίδα
Δεν είμαι η αλυσίδα
Δεν είμαι μόνος
Δεν είμαιήρωας
Έχω κάνει πολύ κακό
Αυτή τη νύχτα συγχωρώ τον εαυτό μου
κι αρχίζω απ’ την αρχή.
Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης και ο Άγιος Ηρακλής του. Aυτή τη φορά σ’ ένα μαγευτικό ταξίδι στην μυθολογία. Μια στη ζωή και μια στα παραμύθια. O αέναος κύκλος της ανθρώπινης ζωής, απ’ τα βάθη των αιώνων ως τα σήμερα, όσο θα υπάρχει ζωή.
Όχι όμως με τη ματιά που ξέραμε, αλλά με τη ματιά του Καλλιφατίδη, αυτό το τελείως προσωπικό του στυλστην αφήγηση, αυτό που πλέκει τα καθημερινά με τα αιώνια, την ιστορία με το τώρακαι τα μελλούμενα .''Τα περασμένα, τα τωρινά και τα μέλλοντα έσμιξαν όλα μαζί, όπως οι κόποι του γεωργού σμίγουν στο ίδιο καρβέλι."
Ο Αμφιτρύωνας έλειπε στον πόλεμο, ο Δίας επιθυμούσε την όμορφη Αλκμήνη, πήρε την μορφή του άντρα της, ήρθε στο κρεβάτι της,έτσι γεννήθηκε ο Ηρακλής."Ο έρωτας τους ήταν σκληρός σανμύγδαλο και γλυκός σαν μέλι". Η Αλκμήνη κατάλαβε, τι σημασία είχε όμως "θα του έδινε ένα γιό που θα έκανε τον κόσμο καλύτερο, δικαιότεροκαι πιο ελεύθερο."
''Ο Δίας διέταξε τον ήλιο να μη βγει για τρία μερόνυχτα, κι έτσι έγινε η μεγαλύτερη νύχτα στην ιστορία του έρωτα, Αλλά κι αυτή είχε ένα τέλος.''
Ο Καλλιφατίδης είχε χρόνια στο μυαλό του αυτή την αφήγηση, πέρα απ’ την στείρα αποτύπωση των γνωστών μυθολογιών. Από την πρώτη στιγμή ο μυθικός Ηρακλής παίρνει την μορφή ανθρώπου, το μόνο που τον ξεχωρίζει η υπερφυσική του διάσταση, το έγκλημακαι η τιμωρίασυνεχές γαϊτανάκι, όλα εδώ πληρώνονται, η γεύση που απομένει.
Ο Λίνος, ο δάσκαλος της μουσικής συνήθιζε να χτυπάει τον Ηρακλή στο κεφάλι με την μαγκούρα του, να τον συνεφέρει από την μοναδική φωνή που είχε στο μυαλό του, αυτή της Μεγάρας. Ο Ηρακλής του αρπάζει την μαγκούρα και τη γυρίζει στο κεφάλι του Λίνου, τον σκοτώνει, του κοστίζει έξι χρόνια εξορία στο βουνόκαι στον Καλλιφατίδη μια απ’τις ωραιότερες βουκολικές αναφορές, παρέα με τον Βουνίσιο.
Οι περιγραφές της ζωής, η φιλοσοφίαμέσα από την φύση των πραγμάτων, σαν πηγή που αναβλύζει κρυστάλλινο δροσερό νερό στην κάψα του καλοκαιριού.
Ο συγγραφέας κλείνει ακόμα πιο πονηρά το μάτι, φέρνει το χθες στο σήμερα. Όπως κάθε έργο έχει τον πομπό του και τον δέκτη του, έτσι και στην περίπτωση του Καλλιφατίδη, αυτή η συνομιλία απογειώνεται, σε όλο το έργο του μέχρι τώρα. Ζει στη Σουηδία, γράφει σε δυό γλώσσες τα βιβλία του, μεταφράζεται σε πολλές χώρες, η σημαντικότητα και η απόλαυση της λογοτεχνίας του.
Θοδωρής Καλλιφατίδης
"Η οικονομική και πολιτική διαφθορά δεν έχει συγκεκριμένη πατρίδα. Η τάση της εξουσίας να μικρύνει, να κοντύνει τον πολίτη είναι σαν το κρεβάτι του Προκρούστη: ή του κόβει τα πόδια όταν περισσεύουν ή του τα τραβάει όταν είναι κοντά. Το ίδιο ισχύει για την τρομοκρατία, αλλά και για την έννοια της ελευθερίας, η οποία σήμερα έχει μια τελείως εγωιστική άποψη: δεν είναι πλέον σήμερα η ελευθερία μας, είναι η ελευθερία μου" λέει ο συγγραφέας και συσχετίζει τα κατορθώματα του ήρωά του με τις προσπάθειες που απαιτούνται για τη διαχείριση των σημερινών προβλημάτων.
Σκοτώνει τα τρία παιδιά του, επειδή υποψιάζεται ότι η Μεγάρα, κόρη του Κρέοντα τον απατούσε, όπως είδε τη μητέρα του στην αγκαλιά άγνωστου άνδρα. Αυτοτιμωρείται, κλείνεται εφτά μερόνυχτα μέσα στον τάφο του πατέρα του και μετά ακολουθεί την γλώσσα του πεπρωμένουπου του καθόρισε η Πυθία. Ο χρησμός ήταν σαφής, θα έπρεπε να έλθει στις Μυκήνες, πατρίδα των γονιών του, θέτοντας τον εαυτό του στις προσταγές του βασιλιά Ευρυσθέα. Τον ακολούθησε ο ανιψιός του Ιόλαος. Ο Ευρυσθέας φοβούμενος τη δύναμη του Ηρακλή αποφασίζει να τον εξοντώσει, αναθέτοντας ακατόρθωτες αποστολές. Γυρίζει πάντα νικητής. Οι Δώδεκα άθλοι του Ηρακλή σημάδεψαν την παιδική μας ηλικία, ούτε ο κάτω κόσμος τον δείλιασε. Η δύναμη του ανθρώπου, η πάλη με το ακατόρθωτο, η αντοχή, η υπομονή και η επιμονή, τα πάντα είναι δυνατά, μέσα από ατέλειωτους συμβολισμούς.
Πόσους στάβλους του Αυγεία έπρεπε να καθαρίσει, πόσα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας θα έπρεπε να κόψει ο σύγχρονος Ηρακλής;
Ο κόσμος πάντα ο ίδιος, απ’τη μια άνθρωποι που κτίζουν και απ’την άλλη ανθρωποειδή που γκρεμίζουν, άνθρωποι που αγιάζουν και ανθρωπίσκοι που εγκληματούν. Άνθρωποι που υφαίνουν τη ζωή και ανθρωπάρια που πίνουν το αίμα της ανθρωπότητας. Η μοίρα του Ανθρώπου;
Πάντα τα ίδια ερωτήματα: "Τι νόημα έχει η ζωή, αφού τελικά όλα γίνονται σκιές; Τι σημασία έχουν όλες οι νίκες που κερδίζεις, όλες οι γυναίκες που μπήκαν στο κρεβάτι σου, όλοι οι εχθροί που σκότωσες, αφού το τέλος είναι αυτό που είναι. Η ζωή είναι μια πλάνη".
Ο απελπισμένος έρωτας, η ακόρεστη σεξουαλικότητα, η σχέση με τη μάνα, ο πατέρας, η μοίρα και οι Θεοί, βασανίζουν τον Ηρακλή, τον κάθε άνθρωπο. Μήπως όλα αυτά δεν είναι και η γενεσιουργός δύναμη της ζωής;
Ζούμε στην μηχανιστική εποχή του φαίνεσθαι, του ισοπεδωμένου ρεαλισμού, της παγκοσμιοπιοιμένης πλάνης, της κενόδοξης ματαιοδοξίας, της λατρείας του χρήματος σαν τον υπέρτατο Θεό, στην εποχή της άγνοιας του είναι.
Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης μας επαναφέρει στη χώρα του ανθρώπινου είναι, όπως έχει χρέος να κάνει κάθε μεγάλος συγγραφέας και όπως μόνο η λογοτεχνία μπορεί να μιλήσει. ''Ονειρευόταν να κάνει τον κόσμο καλύτερο. Τίποτα δεν έδειχνε να ταείχε καταφέρει. Αντίθετα, είχε προκαλέσει πολύ κακό. Ούτε εκείνο φαινόταν .
Ο κόσμος ήταν το ίδιο ωραίος, όπως πάντα''
Τυχαίο άνοιγμα του βιβλίου
Με το μαχαίρι του Κάστορα χάραξε κι εκείνος δυό λέξεις:
"Ευριδίκη και Βουνίσιος".
Βοσκοί και άλλοι, που τυχαία θα περνούσαν από κει, θα έβλεπαν τα ονόματα, ορισμένοι θα απορούσαν, ελάχιστοι θα ήξεραν. Ένας μεγάλος έρωτας μπορούσε να αθροιστεί σε δυό ονόματα και μία από τις πιο συνηθισμένες και πιο σύντομες λέξεις της γλώσσας.
Την επόμενη μέρα έφυγε από το βουνό.
Θοδωρής Καλλιφατίδης
Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης γεννήθηκε στους Μολάους Λακωνίας το 1938. Γιος δασκάλου από τον Πόντο, ήρθε στην Αθήνα το 1946 και αποφοίτησε από το πέμπτο γυμνάσιο αρρένων. Σπούδασε στη σχολή του Καρόλου Κουν και μετά τη στρατιωτική του θητεία εγκαταστάθηκε στη Σουηδία. Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης και δίδαξε αργότερα στην ίδια σχολή. Επί τέσσερα χρόνια διηύθυνε το λογοτεχνικό περιοδικό "Μπόνιερς Λιττερέρα Μαγκαζίν". Από το 1976 ζει αποκλειστικά από το γράψιμο. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, ποιητικές συλλογές, ταξιδιωτικά δοκίμια, θεατρικά έργα· έχει γράψει σενάρια για τον κινηματογράφο και έχει σκηνοθετήσει μια ταινία. Έχει τιμηθεί με σημαντικά διεθνή βραβεία για το έργο του και σχεδόν όλα τα βιβλία του κυκλοφορούν σε είκοσι γλώσσες.