Τον Νοέμβρη του 2013 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μελάνι, η συγγεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Μιχάλη Γκανά. Με αφορμή αυτή την έκδοση, στις 7 Μαρτίου ο ποιητής θα φιλοξενηθεί στο βιβλιοπωλείο Κηρήθρες, σε μια βραδιά αφιερωμένη στο ποιητικό του έργο.
Επτά ποιητικές συλλογές σε διάστημα 34 ετών, από μια ποιητική φωνή ευδιάκριτη και διακεκριμένη που έχει αποσπάσει τον έπαινο και του Δήμου και των Σοφιστών, κατά τον ποιητή και κριτικό Κώστα Κουτσουρέλη.
Ο ίδιος σημειώνει: "Καμιά εκατοστή χρόνια πριν, ο Ούγκο Χόφμαννσταλ, έλεγε ότι ένας δημιουργός δύο πράγματα έχει ανάγκη. Το πρώτο είναι να πείσει τους ομότεχνούς του και τους κριτικούς. Το δεύτερο ν' αγγίξει το ευρύ κοινό.
Τον Δεκέμβριο του 2011 τιμήθηκε με το Βραβείο Ποίησης του
Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.
Το βιβλίο
Επτά ποιητικές συλλογές σε διάστημα 34 ετών, από μια ποιητική φωνή ευδιάκριτη και διακεκριμένη που έχει αποσπάσει τον έπαινο και του Δήμου και των Σοφιστών, κατά τον ποιητή και κριτικό Κώστα Κουτσουρέλη.
Ο ίδιος σημειώνει: "Καμιά εκατοστή χρόνια πριν, ο Ούγκο Χόφμαννσταλ, έλεγε ότι ένας δημιουργός δύο πράγματα έχει ανάγκη. Το πρώτο είναι να πείσει τους ομότεχνούς του και τους κριτικούς. Το δεύτερο ν' αγγίξει το ευρύ κοινό.
Ο Μιχάλης Γκανάς από καιρό τα έχει πετύχει και τα δύο. Ενώ
διαθέτει γλώσσα δική του απολύτως διακριτή, η τέχνη του δεν έχασε τη ζωτική της
επαφή με την κοινή λαλιά, με την κοινή γλώσσα. Διατήρησε την αμεσότητα και την
υψηλή συναισθηματική της θερμότητα, παρέμεινε γλώσσα οικεία.
Αν ο Γκανάς σήμερα είναι από τους πιο πολυδιαβασμένους μας
ποιητές, αν το έργο του είναι προσφιλές ακόμη και σε ανθρώπους που γενικά δεν
διαβάζουν ποίηση ή και την αποφεύγουν συστηματικά, αυτό οφείλεται στους
εκφραστικούς του τρόπους, στη στάση του ως πνευματικού ανθρώπου, στον καθολικό
χαρακτήρα των θεμάτων του.
Μας θυμίζει έτσι, ότι στις μεγάλες της στιγμές η ελληνική
ποίηση ήταν ταυτόχρονα η τέχνη του Εγώ και του Εμείς, του ανθρώπου και του
φυσικού κόσμου. Και μας υποδεικνύει έναν δρόμο ώστε αυτή πάλι σήμερα να αφήσει
πίσω της την αυτάρεσκη ιδιώτευση των τελευταίων δεκαετιών και να επανέλθει εκεί
όπου ανήκει: στη Πολιτεία και στην Αγορά"
Ο Μιχάλης Γκανάς έχει εκδώσει τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές: "Ακάθιστος δείπντος (1978), "Μαύρα λιθάρια" (1980), "Γυάλινα Γιάννενα" (1989), "Παραλογή" (1993), "Τα μικρά" (2000), "Ο ύπνος του καπνιστή" (2003), "Άψινθος" (2012).
Ο Μιχάλης Γκανάς έχει εκδώσει τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές: "Ακάθιστος δείπντος (1978), "Μαύρα λιθάρια" (1980), "Γυάλινα Γιάννενα" (1989), "Παραλογή" (1993), "Τα μικρά" (2000), "Ο ύπνος του καπνιστή" (2003), "Άψινθος" (2012).
Ποιός είναι ο ποιητής
Ο Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας το 1944.
Από το 1962 ζει και εργάζεται στην Αθήνα, όπου ήρθε για να σπουδάσει νομικά.
Βιβλιοπώλης για μια δεκαπενταετία, συνεργάστηκε αργότερα με την κρατική
τηλεόραση ως επιμελητής λογοτεχνικών εκπομπών και σεναριογράφος. Από το 1989 είναι
κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρεία.
Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, ενώ
στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από γνωστούς Έλληνες και ξένους συνθέτες: Μ.
Θεοδωράκης, Ν. Μαμαγκάκης, Ν. Ξυδάκης, Δ. Παπαδημητρίου, Ν. Κυπουργός, G.
Bregovic, A. Dinkjian κ.ά.
Μετέφρασε τις "Νεφέλες" του Αριστοφάνη για το
Θέατρο Τέχνης - Κάρολος Κουν και τους "Επτά επί Θήβας" του Αισχύλου
για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Πατρών.
Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το βιβλίο
του "Παραλογή".
Το βιβλίο
Τίτλος: | Ποιήματα 1978-2012 | ||||
Συγγραφέας: | Γκανάς, Μιχάλης, 1944- | ||||
Εκδότης: | Μελάνι | ||||
Κατηγορία: | 1. Νεοελληνική ποίηση | ||||
|
|||||
|
|||||
Πρόσκληση
Βροχή και άλλα κατακρημνίσματα
Βροχή. Ψιχαλιστή ποτιστική δαρτή.
Υετός. Ομηρική βροχή.
Όμβρος. Αρχαία βροχή – καταρρακτώδης.
Βροχή και άλλα κατακρημνίσματα.
Χιών. Χιόνι χιονόνερο. Νιφετός.
Χάλαζα χαλάζι χαλαζόκοκκος.
(Σιούγκραβος στα όρη Τσαμαντά).
Υδατώδη ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα
αναντάμ παπαντάμ.
Προσφάτως τεχνητή βροχή
εσχάτως όξινη βροχή
προσεχώς κατακλυσμός.
Κατά ζεύγη τα ζώα
κατά μόνας τα φυτά
κατά κρημνού οι άνθρωποι – αγεληδόν
Κατά μάνα κατά κύρη άλλωστε.
Τρέχουν τα δάκρυα βροχή.
Βροχή μου. Βροχούλα μουσκεμένη.
Άψινθος, 2012
Άψινθος, 2012
Ο ύπνος του καπνιστή, 2003
Γνέθε τα μαλλιά της γνέθε
γύριζε λιγνό μου αδράχτι
δίπλα στο κύμα τ’ αρμυρό
κοντά σε ήσυχο ποτάμι
στον στοιχειωμένο ίσκιο της συκιάς
στον τρούλο μιας βασιλικής βελανιδιάς
στον ίσκιο μιας χρυσής καλαμωτής
στη μυρωδιά βρεγμένης ψάθας
στον ήχο μιας σχισμένης τέντας
στον ίσκιο ενός υπόστεγου
από φτέρη και άνεμο
από τσίγκο και βροχή
από ελενίτ.
Γύριζε λιγνό μου αδράχτι.
Ο ύπνος του καπνιστή, 2003
Έρχονται μέρες που ξεχνάω πώς με λένε
Ο ύπνος του καπνιστή, 2003
Έρχονται μέρες που ξεχνάω πώς με λένε
Έρχονται νύχτες βροχερές βαμβακερές ομίχλες
τ’ αλεύρι γίνεται σπυρί ύστερα στάχυ
θροΐζει με πολλά δρεπάνια
αψύς Ιούλιος στη μέση του χειμώνα.
Βλέπω το υφαντό του κόσμου να ξηλώνεται
αόρατο το χέρι που ξηλώνει
και τρέμω μην κοπεί το νήμα.
Νήμα νερού στημόνι χωρίς μνήμη
σταγόνα διάφανη σε βρύα και λειχήνες
νιφάδα-χνούδι των βουνών
χαλάζι-φυλλοβόλο
κι άξαφνα σκάφανδρο ζεστό
στην κιβωτό της μήτρας.
Αρχαίο σκοτάδι τήκεται και τρίζει
αχειροποίητη φλογίτσα που το γλείφει.
Συναγωγές υδάτων υετοί πρόγονοι παγετώνες
στην πάχνη ακόμη της ανωνυμίας.
Παραλογή, 1993
Παραλογή, 1993
Γυάλινα Γιάννενα
στον Χρήστο Μπράβο
Μια τέτοια νύχτα, πριν από χρόνια,
κάποιος περπάτησε μόνος, δεν ξέρω πόσα
λασπωμένα χιλιόμετρα.
Νύχτα και συννεφιά χωρίς άστρα.
Ξημερώματα μπήκε στα Γιάννενα.
Στο πρώτο χάνι έφαγε, και κοιμήθηκε
τρία μερόνυχτα. Ξύπνησε απ’ το χιόνι
που έπεφτε μαλακά, στάθηκε στο παράθυρο
κι άκουγε τα κλαρίνα.
Πότε θαμπά και πότε δίπλα του,
όπως τα ’φερνε ο άνεμος.
Κι άκουσε μετά τη φωνή
πεντακάθαρη, από κάπου κοντά,
σαν αλύχτημα και σαν να την έσφαζαν
τη γυναίκα κι ούτε καβγάς ούτε
τίποτε άλλο, χιόνιζε όλη νύχτα στα Γιάννενα.
Ξημερώματα πλήρωσε τι χρωστούσε
και γύρισε στο χωριό του.
Στα πενήντα του θα ’τανε
με γκρίζα μαλλιά και τρεις θυγατέρες
ανύπαντρες, χήρος τέσσερα χρόνια,
με τη μαύρη κάπα στις πλάτες,
και τι χιόνι σήκωσαν τούτες οι πλάτες
κανένας δεν το ’μαθε.
Προσωπικό
Προσωπικό
Επειδή η ζωή μας
μοιάζει να φυραίνει
μέρα τη μέρα, δε θα πει πως η ζωή
δεν αξίζει τον κόπο.
Επειδή σ’ αγάπησα και σ’ αγαπώ ακόμη
κι ας μην είναι όπως παλιά,
δε θα πει πως πέθανε η αγάπη,
κουράστηκε ίσως σαν καθετί που ανασαίνει.
Επειδή περνάς δύσκολες μέρες
σκυμμένη σε χαρτιά και γκρεμούς
που δεν κλείνουν, κι εγώ πηδάω
τις νύχτες επί κοντώ λαχανιάζοντας,
δε θα πει πως δεν έχουμε
μοίρα στον ήλιο, έχουμε
τη δική μας μοίρα.
Επειδή πότε είσαι άνθρωπος
και πότε πουλί, φέρνεις στο σπίτι μας
ψωμάκια μικρά της αποδημίας
κι ελπίζουνε τα παιδιά μας
σε καλύτερες μέρες.
Επειδή λες όχι και ναι κι ύστερα όχι
και δεν παραιτείσαι, ντρέπομαι
για τα ίσως, τα μπορεί τα δικά μου,
μα δεν αλλάζω, όπως δεν αλλάζεις κι εσύ,
αν αλλάζαμε θα ’μαστε πάλι
δυο άγνωστοι και θ’ αρχίζαμε
απ’ το άλφα.
Τώρα ξέρουμε πού πονάς
πού σωπαίνω πότε γίνεται παύση,
διακοπή αίματος και κρυώνουν
τα σώματα, ώσπου μυστικό δυναμό
να φορτίσει πάλι τα μέλη
με δύναμη κι έλξη και δέρμα ζεστό.
Επειδή είναι δύσκολο ν’ αγαπάς
και δυσκολότερο ν’ αγαπάς τον ίδιο άνθρωπο
για καιρό, κάνοντας σχέδια και παιδιά
και καβγάδες, εκδρομές, έρωτα, χρέη
κι αρρώστιες, Χριστούγεννα, Κυριακές
και Δευτέρες, νόστιμα φαγητά
και καμένα, θέλοντας ο καθένας
να ’ναι ο άλλος γεφύρι και δέντρο
και πηγή, κατά τις περιστάσεις
ή και όλα μαζί στην ανάγκη,
δε θα πει πως εγώ δεν μπορώ
να γίνω κάτι απ’ αυτά ή και όλα μαζί,
κι αν είναι να περάσω
μια ζωή στη σκλαβιά –έτσι κι αλλιώς–
ας είμαι, λέω, σκλάβος της αγάπης.
Ποίημα αφιερωμένο στην γυναίκα
του
"Γυάλινα Γιάννενα" Εκδόσεις Καστανιώτη (1989)
"Γυάλινα Γιάννενα" Εκδόσεις Καστανιώτη (1989)
Σούρουπο
Σούρουπο, σε γονυκλισία τα χρώματα
και πώς πεθαίνεις χωρίς το πράσινο εκ γενετής
Τα μάτια σου με τον κίτρινο λίβα,
καμένη σοδειά τα χρόνια που έζησα.
Ας φεύγει ο μικρός σκαντζόχοιρος, δε γλιτώνει
τ’ αγκάθια μεγαλώνουν ανάποδα.
Ήμερο βράδι
βελάζει σαν το χαμένο πρόβατο,
ζυγώνει στην πόλη κι αλλάζει προβιά,
σκύλος ή γάτα,
με την τρίχα ορθή
κάτω από τόσους τροχούς.
Τι γυρεύεις εδώ ψυχή τραυλή,
μακριά από τα βοσκοτόπια της πατρίδας.
Οι φίλοι πέφτουν από ψηλά μπαλκόνια
στο άσπρο μπαμπάκι που τους καταπίνει.
Μαύρα λιθάρια, 1980
Μαύρα λιθάρια, 1980