Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

Ο αχός της σιωπής

Ο αχός της σιωπής, Μαρία Μουτσάκη
Μετρονόμος 2015
             "...Και μη ρωτήσεις άστοχα ποιος είμαι, τι                         κερδίζω.
            Εγώ είμαι τ' άνθος του κακού και ανθίζω στα                      σκοτάδια.
            Φυτρώνω στ΄ άγρια γκρεμνά και εκεί που δεν
            με σπέρνουν
            Μυρώνω τ΄αναπάντεχο, την τάξη ξελογιάζω, 
            να' χεις λαχτάρα για να ζεις, φόβο να μην                         πεθάνεις, 
            να ΄χεις κι ένα κρυφό καημό που θα γενεί                        τραγούδι
            και παραμύθι όμορφο να αφήσεις στα παιδιά
              σου
            για να το λεν΄το σούρουπο σαν βγουν να                         σεργιανίσουν."







Ερωτικός ύμνος, αιώνιος σπαραγμός, ακατοίκητο ανεκπλήρωτο δέος. Σμίγουν μοναδικά ο έρωτας με τον θάνατο πάνω στους στίχους της Μαρίας Μουτσάκη. Ο αχός της σιωπής ακούγεται βροντερά, μέσα από τα σπλάχνα της ζωής, στις πιο ευαίσθητες αποχρώσεις του ανθρώπινου είναι. Φυσάει ο αέρας του Ερωτόκριτου από την πρώτη ως την τελευταία λέξη. Κρητικό κρύσταλλο, η άχνα της ποιήτριας σε προσκαλεί απροσδόκητα στο πιο μεγάλο ταξίδι της ύπαρξης. Δυναμική ποιητική ματιά στον πυρήνα του ζωτικού κύκλου, απογειώνει την ανθρώπινη αγωνία μέσα από την δίνη των συν-αισθήσεων. Ο αχός της σιωπής είναι Ένα Ποίημα. Ο άντρας και η γυναίκα εναλλάσσονται μέσα από την ίδια φωνή σε ένα θεατρικό δρώμενο στα ύψιστα της ψυχής.

"Είσαι ότι φοβήθηκα, είσαι η δίνη της αβύσσου,
της λαχτάρας ο παλμός, το άγριο νερό,
της οδύνης η χαρά, της φωτιάς η αρχαία μνήμη
κι η σιωπή στο βλέμμα σου, χάδι τρυφερό''

Η ποιήτρια φαίνεται να γράφει στίχους πριν γεννηθεί ακόμα. Γεννημένη στην Ιεράπετρα της Κρήτης και μεγαλωμένη στον ίσκιο της Κρητικής μαντινάδας, του Κορνάρου και του Καζαντζάκη αφήνει στους στίχους της να αναβλύσει  η ζύμωση της χαράς και της λύπης, του πόνου και της λαχτάρας, του πόθου και του ανεκπλήρωτου.
Αέναο το παιχνίδι της γέννας με τον θάνατο, συνθέτουν τον έρωτα της ζωής στο έργο της Μαρίας Μουτσάκη,

"Το φως αρνήσου, κοίτα με κι αφήσου
γυμνή στου παραλόγου μου τη σέλα.
Σαν θάνατος γλυκός, μες την οδύνη
του ξέφρενου σπασμού μου αν θέλεις έλα."

Λεπτές ισορροπίες η ζωή μας, ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Ίδιος και "Ο αχός της σιωπής"  υγραίνει   το σκληρό τοπίο ενός προδιαγεγραμμένου κύκλου.

"Λεπίδι, ο πόθος τα σχοινιά να παραλύει σαν χάδι.
Αναριγώ, λυτρώνομαι και πέφτω στο πηγάδι."

Διαβάζεις και ξαναδιαβάζεις τους στίχους, αφήνεσαι στο μοναδικό σημαντικό ταξίδι και λες ένα μεγάλο ευχαριστώ στο λυτρωτικό της ποίησης. Κι ένα άλλο ευχαριστώ στην Μαρία Μουτσάκη.


Στο οπισθόφυλλο της έκδοσης του Μετρονόμου:

Μια ιστορία που συνέβη ή δεν συνέβη, κρυμμένη στη σιωπή, ξετυλίγεται μέσα από τα ποιήματα και τα συναισθήματα που αυτά αναδίδουν. Κάθε στιχούργημα αποτελεί ταυτόχρονα μια αυτόνομη οντότητα, αλλά κι ένα κομμάτι αυτής της ιστορίας.Ο πρωταγωνιστής, το Τυχαίο με ένδυμα Πεπρωμένου (ή και το αντίστροφο), εμπλέκει στο παιχνίδι της ζωής δυο ανθρώπους: τον Άντρα που, παλεύοντας με τη λογική και τις ενοχές συντρίβεται μπροστά στον ίδιο του τον εαυτό και τη Γυναίκα – Πειρασμό που εμφανίζεται με πολλές από τις αρχετυπικές και συμβολικές μορφές της για να ταράξει, αλλά και να ταραχτεί.Η παρτίδα τελειώνει, όχι όμως και το παιχνίδι. Θα επανέλθει -αιώνια επανέρχεται- με άλλη μορφή και άλλους τρόπους.Η ιστορία κλείνει έτσι ακριβώς όπως άρχισε…
Τα ζωγραφικά έργα που κοσμούν το βιβλίο είναι του Τρικαλινού Απόστολου Κουρσοβίτη (Κουρσό).

Η Μαρία Μουτσάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κρήτη, όπου έμαθε και αγάπησε τις ρίμες και τον έμμετρο λόγο. Σήμερα ζει με την οικογένειά της στη Θεσσαλία και εργάζεται ως φιλόλογος στη μέση εκπαίδευση.
Αγαπημένη ενασχόληση της είναι να να γράφει στιχάκια και μέγιστη χαρά όταν κάποια απ' αυτά μελοποιούνται και μετουσιώνονται σε τραγούδι.
Ο Αχός της σιωπής είναι η πρώτη της οργανωμένη ποιητική απόπειρα. Κι ενώ η στιχουργική είναι για αυτή ένας οικείος τόπος μέσα στην ποίηση αισθάνεται σαν αμήχανος επισκέπτης.

Το Σαββατο, 9-1-2016, στο μουσικό στέκι «Μανδραγόρας» θα χαρούμε να μοιραστούμε παρέα τον "Αχό της σιωπής''.Εκτός από την παρουσίαση και την αφήγηση - ανάγνωση κάποιων αποσπασμάτων θα ακουστούν ζωντανά πέντε τραγούδια, τέσσερα εκ των οποίων βρίσκονται στη συλλογή:

Τελευταίος πειρασμός (Νίκου Μαστοράκη)
Να γίνω θάλασσα (Σαράντη Μούτου)
Κάλεσμα (Νίκου Μαστοράκη)
Του έρωτα και του Θανάτου (Θαν. Παπακωνσταντίνου)
Πετροκάραβο (Αποστ. Σακκά)

Η διασκευή, η ενορχήστρωση και όλη η οργάνωση του μουσικού μέρους έχουν γίνει από τον Σαράντη Μούτο




Επιμέλεια κειμένου: Κώστας Κοτρώνης

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Δύο ποιήματα της Ελένης Αλεξίου

Η ποιήτρια Ελένη Αλεξίου πρώτη από αριστερά σε εκδήλωση
του βιβλιοπωλείου Κηρήθρες


Δύο ποιήματα της ποιήτριας Ελένης Αλεξίου μεταφρασμένα στ' αγγλικά στο diasporic literatur.

Κηδείες εντόμων

Κηδέψαμε το τελευταίο έντομο
στο μαυσωλείο των προγόνων.
Πεταλούδες στομάχου
μέλισσες του έρωτα
αράχνες του θανάτου.


Ξεπλύναμε τις μυγοσκοτώστρες μας
και ήπιαμε καφέ.
Αμετανόητα συνένοχοι.
Απαρηγόρητα βουβοί.
Δεν είχαμε άλλον συγγενή να χάσουμε
παρά ο ένας τον άλλον.



Burial for Insects

We buried the last insect
in the ancestors mausoleum
stomach butterflies
bees of Eros
spiders of death.

We washed our flyswatter
and had some coffee.
Unregretful conspirators.
Inconsolably silent.
We had no other relative to lose
but each other.

poetry: Eleni Alexiou
translation: Manolis Aligizakis






How Long Still?


My love
the loom has been worn away.
Widows
suitors
the child
gathered yesterday
and wandered
“how long still?”

I replied:
“I count the years no more.
The fingers have finished.
After ten I do not know, I will get lost.

Who counted the leaves that scattered
from the beginning of the world?
Who held account for the flying birds
the coming and going of the waves?”

I have no way of telling you
how much I want you.
I haven’t learned the superlative
of continually more.

My love
the loom has been worn away
the thread has finished
and now awaiting in the darkness
I only have my hair left to spin.

Eleni Alexiou
Translation by Eleni Alexiou, Athanasios Michail


Δείτε το How Long Still?στα Ελληνικά στο YouTube





Κυριακή 4 Μαΐου 2014

Ο ποιητής Γιώργος Θεοχάρης


      Γράφουμε ποιήματα,
     βότσαλα μνήμης ρίχνουμε

     στο σιωπηλό βυθό του χρόνου
             Γιώργος Χ. Θεοχάρη
ς



ΤΑΞΙΔΕΨΕ ΜΕ


Ταξίδεψέ με. Πάρε με.
Ρίξε με στο πελώριο κύμα της ορμής σου.

Ανύψωσέ με.

Βγάλε με στον αφρό των επιθυμιών.

Ναυάγησέ με στο πέλαγο των ματιών σου
εκεί που λαμπυρίζουν όλα τα όνειρα μαζί.


Άσε με να περιπλανιέμαι ευτυχισμένος ναυαγός
στην απεραντοσύνη των ματιών σου,
να κολυμπώ και να μη βρίσκω ορίζοντα
άλλον, 
πέρα απ’ τ’ απαλά σου βλέφαρα.

Οπισθόφυλλο του βιβλίου


Ο ποιητής Γιώργος Χ. Θεοχάρης


Ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης γεννήθηκε το 1951 στη Δεσφίνα της Φωκίδας. Από το
1965 διαμένει στην Αντίκυρα Βοιωτίας. Συνταξιοδοτήθηκε από τη βιομηχανία παραγωγής αλουμινίου, στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας, όπου εργάστηκε ως τεχνικός μηχανολογικής συντήρησης. Είναι ποιητής. Διευθύνει το λογοτεχνικό περιοδικό "Εμβόλιμον" και μετέχει στη σύνταξη της εφημερίδας "Book Press". 

Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και μεταφράστηκαν στα γαλλικά, αγγλικά και ισπανικά. Δημοσιεύει επίσης δοκιμιακά σημειώματα και κείμενα λογοτεχνικής κριτικής. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
 Έργα του: - "Πτωχόν μετάλλευμα", έκδοση του περιοδικού "Εμβόλιμον", Άσπρα Σπίτια, 1990 - "Αμειψισπορά", Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Λεβαδείας, Λειβαδιά, 1996 - "Ενθύμιον", Καστανιώτης, Αθήνα, 2004 - "Δίστομο, 10 Ιουνίου 1944: το ολοκαύτωμα", Σύγχρονη Έκφραση, Αθήνα, 2010
Το βιβλίο του «Δίστομο, 10 Ιουνίου 1944: το ολοκάυτωμα»  πήρε το Κρατικό Βραβείο Χρονικού - Μαρτυρίας [2011]
Το περιοδικό Εμβόλιμον που διευθύνει ο Γιώργος Χ, Θεοχάρης , όπως και το περιοδικό Παρέμβαση που επιμελείται ο συγγραφέας - ποιητής Β. Π. Καραγιάννης  στην Κοζανη, τιμήθηκαν για την συμβολή τους στη νεοελληνική λογοτεχνία, στα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2013.


Δείτε τα βιβλία του Γιώργου Χ.Θεοχάρη
ΕΔΩ

Η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Γιώργου Χ. Θεοχάρη με τίτλο '' Πιστοποιητικά θνητότητας'' Ποιήματα 1970-2010 από τη Σύγχρονη Έκφραση, το γνωστό βιβλιοπωλείο της Λιβαδειάς, είναι η αφορμή συνάντησης με τον σημαντικό ποιητή.
Για το έργο του Γιώργου Χ. Θεοχάρη, θα μιλήσει ο φιλόλογος και συγγραφέας Αλέξανδρος Βαναργιώτης. 
Θα απαγγείλουν οι ποιήτριες, Ελένη Αλεξίου και Γεωργία Κολοβελώνη

Ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης θα διαβάσει ποιήματά του.


Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο χώρο του βιβλιοπωλείου Κηρήθρες, Γλάδστωνος 13, Τρίκαλα, την Παρασκευή 9 Μαϊού 2014 στις 9 μ.μ.



Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Μιχάλης Γκανάς, Ποιήματα 1978-2012

Τον Νοέμβρη του 2013 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μελάνι, η συγγεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Μιχάλη Γκανά. Με αφορμή αυτή την έκδοση, στις 7 Μαρτίου ο ποιητής θα φιλοξενηθεί στο βιβλιοπωλείο Κηρήθρες, σε μια βραδιά αφιερωμένη στο ποιητικό του έργο.




Επτά ποιητικές συλλογές σε διάστημα 34 ετών, από μια ποιητική φωνή ευδιάκριτη και διακεκριμένη που έχει αποσπάσει τον έπαινο και του Δήμου και των Σοφιστών, κατά τον ποιητή και κριτικό Κώστα Κουτσουρέλη.

Ο ίδιος σημειώνει: "Καμιά εκατοστή χρόνια πριν, ο Ούγκο Χόφμαννσταλ, έλεγε ότι ένας δημιουργός δύο πράγματα έχει ανάγκη. Το πρώτο είναι να πείσει τους ομότεχνούς του και τους κριτικούς. Το δεύτερο ν' αγγίξει το ευρύ κοινό.

Ο Μιχάλης Γκανάς από καιρό τα έχει πετύχει και τα δύο. Ενώ διαθέτει γλώσσα δική του απολύτως διακριτή, η τέχνη του δεν έχασε τη ζωτική της επαφή με την κοινή λαλιά, με την κοινή γλώσσα. Διατήρησε την αμεσότητα και την υψηλή συναισθηματική της θερμότητα, παρέμεινε γλώσσα οικεία.

Αν ο Γκανάς σήμερα είναι από τους πιο πολυδιαβασμένους μας ποιητές, αν το έργο του είναι προσφιλές ακόμη και σε ανθρώπους που γενικά δεν διαβάζουν ποίηση ή και την αποφεύγουν συστηματικά, αυτό οφείλεται στους εκφραστικούς του τρόπους, στη στάση του ως πνευματικού ανθρώπου, στον καθολικό χαρακτήρα των θεμάτων του.

Μας θυμίζει έτσι, ότι στις μεγάλες της στιγμές η ελληνική ποίηση ήταν ταυτόχρονα η τέχνη του Εγώ και του Εμείς, του ανθρώπου και του φυσικού κόσμου. Και μας υποδεικνύει έναν δρόμο ώστε αυτή πάλι σήμερα να αφήσει πίσω της την αυτάρεσκη ιδιώτευση των τελευταίων δεκαετιών και να επανέλθει εκεί όπου ανήκει: στη Πολιτεία και στην Αγορά"


Ο Μιχάλης Γκανάς έχει εκδώσει τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές: "Ακάθιστος δείπντος (1978), "Μαύρα λιθάρια" (1980), "Γυάλινα Γιάννενα" (1989), "Παραλογή" (1993), "Τα μικρά" (2000), "Ο ύπνος του καπνιστή" (2003), "Άψινθος" (2012).



Ποιός είναι ο ποιητής

Ο Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας το 1944. Από το 1962 ζει και εργάζεται στην Αθήνα, όπου ήρθε για να σπουδάσει νομικά. Βιβλιοπώλης για μια δεκαπενταετία, συνεργάστηκε αργότερα με την κρατική τηλεόραση ως επιμελητής λογοτεχνικών εκπομπών και σεναριογράφος. Από το 1989 είναι κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρεία.

Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, ενώ στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από γνωστούς Έλληνες και ξένους συνθέτες: Μ. Θεοδωράκης, Ν. Μαμαγκάκης, Ν. Ξυδάκης, Δ. Παπαδημητρίου, Ν. Κυπουργός, G. Bregovic, A. Dinkjian κ.ά.

Μετέφρασε τις "Νεφέλες" του Αριστοφάνη για το Θέατρο Τέχνης - Κάρολος Κουν και τους "Επτά επί Θήβας" του Αισχύλου για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Πατρών.

Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το βιβλίο του "Παραλογή".

Τον Δεκέμβριο του 2011 τιμήθηκε με το Βραβείο Ποίησης του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.


Το βιβλίο



Τίτλος:Ποιήματα 1978-2012
Συγγραφέας:Γκανάς, Μιχάλης, 1944-
Εκδότης:Μελάνι
Κατηγορία:1. Νεοελληνική ποίηση


  Σελίδες:280

Τιμή :17,00 €






Πρόσκληση
















Βροχή και άλλα κατακρημνίσματα

Βροχή. Ψιχαλιστή ποτιστική δαρτή.
Υετός. Ομηρική βροχή.
Όμβρος. Αρχαία βροχή – καταρρακτώδης.
Βροχή και άλλα κατακρημνίσματα.
Χιών. Χιόνι χιονόνερο. Νιφετός.
Χάλαζα χαλάζι χαλαζόκοκκος.
(Σιούγκραβος στα όρη Τσαμαντά).
Υδατώδη ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα
αναντάμ παπαντάμ.
Προσφάτως τεχνητή βροχή
εσχάτως όξινη βροχή
προσεχώς κατακλυσμός.
Κατά ζεύγη τα ζώα
κατά μόνας τα φυτά
κατά κρημνού οι άνθρωποι – αγεληδόν
Κατά μάνα κατά κύρη άλλωστε.

Τρέχουν τα δάκρυα βροχή.
Βροχή μου. Βροχούλα μουσκεμένη.

   Άψινθος, 2012



Ο ύπνος του καπνιστή, 2003

Γνέθε τα μαλλιά της γνέθε
γύριζε λιγνό μου αδράχτι
δίπλα στο κύμα τ’ αρμυρό
κοντά σε ήσυχο ποτάμι
στον στοιχειωμένο ίσκιο της συκιάς
στον τρούλο μιας βασιλικής βελανιδιάς
στον ίσκιο μιας χρυσής καλαμωτής
στη μυρωδιά βρεγμένης ψάθας
στον ήχο μιας σχισμένης τέντας
στον ίσκιο ενός υπόστεγου
από φτέρη και άνεμο
από τσίγκο και βροχή
από ελενίτ.
Γύριζε λιγνό μου αδράχτι.

Ο ύπνος του καπνιστή, 2003



Έρχονται μέρες που ξεχνάω πώς με λένε
 

Έρχονται νύχτες βροχερές βαμβακερές ομίχλες
τ’ αλεύρι γίνεται σπυρί ύστερα στάχυ
θροΐζει με πολλά δρεπάνια
αψύς Ιούλιος στη μέση του χειμώνα.
Βλέπω το υφαντό του κόσμου να ξηλώνεται
αόρατο το χέρι που ξηλώνει
και τρέμω μην κοπεί το νήμα.
Νήμα νερού στημόνι χωρίς μνήμη
σταγόνα διάφανη σε βρύα και λειχήνες
νιφάδα-χνούδι των βουνών
χαλάζι-φυλλοβόλο
κι άξαφνα σκάφανδρο ζεστό
στην κιβωτό της μήτρας.
Αρχαίο σκοτάδι τήκεται και τρίζει
αχειροποίητη φλογίτσα που το γλείφει.

Συναγωγές υδάτων υετοί πρόγονοι παγετώνες
στην πάχνη ακόμη της ανωνυμίας.

Παραλογή, 1993




Γυάλινα Γιάννενα

                 στον Χρήστο Μπράβο

Μια τέτοια νύχτα, πριν από χρόνια,
κάποιος περπάτησε μόνος, δεν ξέρω πόσα
λασπωμένα χιλιόμετρα.
Νύχτα και συννεφιά χωρίς άστρα.
Ξημερώματα μπήκε στα Γιάννενα.

Στο πρώτο χάνι έφαγε, και κοιμήθηκε
τρία μερόνυχτα. Ξύπνησε απ’ το χιόνι
που έπεφτε μαλακά, στάθηκε στο παράθυρο
κι άκουγε τα κλαρίνα.
Πότε θαμπά και πότε δίπλα του,
όπως τα ’φερνε ο άνεμος.
Κι άκουσε μετά τη φωνή
πεντακάθαρη, από κάπου κοντά,
σαν αλύχτημα και σαν να την έσφαζαν
τη γυναίκα κι ούτε καβγάς ούτε
τίποτε άλλο, χιόνιζε όλη νύχτα στα Γιάννενα.
Ξημερώματα πλήρωσε τι χρωστούσε
και γύρισε στο χωριό του.

Στα πενήντα του θα ’τανε
με γκρίζα μαλλιά και τρεις θυγατέρες
ανύπαντρες, χήρος τέσσερα χρόνια,
με τη μαύρη κάπα στις πλάτες,
και τι χιόνι σήκωσαν τούτες οι πλάτες
κανένας δεν το ’μαθε.



Προσωπικό




Επειδή η ζωή μας μοιάζει να φυραίνει

μέρα τη μέρα, δε θα πει πως η ζωή

δεν αξίζει τον κόπο.



Επειδή σ’ αγάπησα και σ’ αγαπώ ακόμη

κι ας μην είναι όπως παλιά,

δε θα πει πως πέθανε η αγάπη,

κουράστηκε ίσως σαν καθετί που ανασαίνει.



Επειδή περνάς δύσκολες μέρες

σκυμμένη σε χαρτιά και γκρεμούς

που δεν κλείνουν, κι εγώ πηδάω

τις νύχτες επί κοντώ λαχανιάζοντας,

δε θα πει πως δεν έχουμε

μοίρα στον ήλιο, έχουμε

τη δική μας μοίρα.



Επειδή πότε είσαι άνθρωπος

και πότε πουλί, φέρνεις στο σπίτι μας

ψωμάκια μικρά της αποδημίας

κι ελπίζουνε τα παιδιά μας

σε καλύτερες μέρες.



Επειδή λες όχι και ναι κι ύστερα όχι

και δεν παραιτείσαι, ντρέπομαι

για τα ίσως, τα μπορεί τα δικά μου,

μα δεν αλλάζω, όπως δεν αλλάζεις κι εσύ,

αν αλλάζαμε θα ’μαστε πάλι

δυο άγνωστοι και θ’ αρχίζαμε

απ’ το άλφα.



Τώρα ξέρουμε πού πονάς

πού σωπαίνω πότε γίνεται παύση,

διακοπή αίματος και κρυώνουν

τα σώματα, ώσπου μυστικό δυναμό

να φορτίσει πάλι τα μέλη

με δύναμη κι έλξη και δέρμα ζεστό.



Επειδή είναι δύσκολο ν’ αγαπάς

και δυσκολότερο ν’ αγαπάς τον ίδιο άνθρωπο

για καιρό, κάνοντας σχέδια και παιδιά

και καβγάδες, εκδρομές, έρωτα, χρέη

κι αρρώστιες, Χριστούγεννα, Κυριακές

και Δευτέρες, νόστιμα φαγητά

και καμένα, θέλοντας ο καθένας

να ’ναι ο άλλος γεφύρι και δέντρο

και πηγή, κατά τις περιστάσεις

ή και όλα μαζί στην ανάγκη,

δε θα πει πως εγώ δεν μπορώ

να γίνω κάτι απ’ αυτά ή και όλα μαζί,

κι αν είναι να περάσω

μια ζωή στη σκλαβιά –έτσι κι αλλιώς–
ας είμαι, λέω, σκλάβος της αγάπης.


 Ποίημα αφιερωμένο στην γυναίκα του
"Γυάλινα Γιάννενα" Εκδόσεις Καστανιώτη (1989)




Σούρουπο      



Σούρουπο, σε γονυκλισία τα χρώματα

και πώς πεθαίνεις χωρίς το πράσινο εκ γενετής



Τα μάτια σου με τον κίτρινο λίβα,

καμένη σοδειά τα χρόνια που έζησα.

Ας φεύγει ο μικρός σκαντζόχοιρος, δε γλιτώνει

τ’ αγκάθια μεγαλώνουν ανάποδα.



Ήμερο βράδι

βελάζει σαν το χαμένο πρόβατο,

ζυγώνει στην πόλη κι αλλάζει προβιά,

σκύλος ή γάτα,

με την τρίχα ορθή

κάτω από τόσους τροχούς.



Τι γυρεύεις εδώ ψυχή τραυλή,

μακριά από τα βοσκοτόπια της πατρίδας.

Οι φίλοι πέφτουν από ψηλά μπαλκόνια

στο άσπρο μπαμπάκι που τους καταπίνει.


Μαύρα λιθάρια, 1980