Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκδηλώσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκδηλώσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

Ο διηγηματογράφος Γιώργος Σκαμπαρδώνης







Το ελάχιστο
ΔΙΑΒΑΖΑ ΕΝΑ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ που δεν διαβάζεται. Κουράστηκα. Μπάφιασα. Πόθησα την απόλαυση του συμπυκνωμένου ελάχιστου-θυμήθηκα τον παππού μου τον Θόδωρο, που στην Αρετσού της πόλης, κάποτε, επί ώρες έπινε μιαν ολόκληρη νταμιτζάνα ούζο χωρίς ψωμί, χωρίς μεζέ, χωρίς τίποτε, παρά γλείφοντας μόνο το κεφάλι ενός παστωμένου τσίρου.
Γιώργος Σκαμπαρδώνης
Το παραπάνω μικρό κείμενο, είναι το μικρότερο  από τα 33 διηγήματα, της τελευταίας συλλογής διηγημάτων με τον τίτλο Νοέμβριος, του Θεσσαλονικιού διηγηματογράφου- συγγραφέα Γιώργου Σκαμπαρδώνη. Μετά τις συλλογές Μεταξύ  σφύρας και Αλιάκμονος (2009)  και  Περιπολών περί πολλών τυρβάζω (2011), ο συγγραφέας επανέρχεται με τον Νοέμβριο (Πατάκης 2014).




Κατ' εξοχήν διηγηματογράφος ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Από πολύ νέος, -εγώ ήμουν στο  βιβλιοπωλείο Μόλχο τότε (1984-5), ερχόταν τουλάχιστον δυό φορές την εβδομάδα και έφευγε με τσάντες βιβλία. Πίσω από τα γραπτά του κρύβεται μια τεράστια γνωστική υποδομή. Μοιάζουν τα διηγήματά του με παλιό κρασί, απόσταγμα σοφίας χρόνων.
'Εγραφε στη δεύτερη σελίδα της Θεσσαλονίκης, τα μικρά κειμενάκια του κάθε μέρα. Για μικρά, ασήμαντα πράγματα, που τα έπιανε στο χέρι του και γινόταν σπουδαία, εμβληματικά, τρυφερά, ανατρεπτικά.  Ένας αναπτήρας
Zippo
, ένα κοτσιδάκι στα μαλλιά μιας γυναίκας, ένα τρανζίστορ, ένα μυρμήγκι, και το αποτέλεσμα απρόβλεπτο. Προέκυψαν έτσι τα πρώτα του διηγήματα ''Μάτι φώσφορο κουμάντο γερό" Ιανός 1989, "Η ψίχα της μεταλαβιάς", Τραμ 1990, '' Πάλι κεντάει ο στρατηγός'' Καστανιώτης 1996. Επειδή φιλοξενούμε την Παρασκευή, κύρια τον διηγηματογράφο Γιώργο Σκαμπαρδώνη, έκανα την αναφορά μόνο στα διηγήματα, από τα πρώτα... ως τα τελευταία του Νοέμβριος. Μήπως το κάθε γραπτό του Σκαμπαρδώνη δεν είναι ένα διήγημα; Κομψός, πολυεπίπεδα αναγνώσιμος ο λόγος του πάντα, δεν είναι τυχαία από τους σημαντικότερους διηγηματογράφους του καιρού μας.




Το διήγημα ταιριάζει στον Σκαμπαρδώνη.
Αν η ποίηση είναι η πιο λιτή μορφή λόγου, ακολουθεί το διήγημα. Ούτε μια περιττή λέξη στα γραπτά του. Ακριβολόγος ισορροπεί πάνω στις λέξεις.

Πολυγραφότατος, αν δούμε και την δημοσιογραφική του ιδιότητα, έγραψε το εξαιρετικό μυθιστόρημα, Γερνάω επιτυχώς (Κέδρος 2000), το σημαντικό Ουζερί Τσιτσάνης, (Κέδρος 2001, Πατάκης 2013), το Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου (Κέδρος 2006) και το Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας (Ελληνικά Γράμματα 2008)







Φιλοξενήθηκε τον Νοέμβρη του 2006 από το βιβλιοπωλείο Κηρήθρες, με το
Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου.



Βιβλιοπωλείο Κηρήθρες.  Νοέμβριος 2006.
Ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης και ο Θεόφιλος Αναστασίου
στην παρουσίαση του βιβλίου Πολύ βολύτυρο στο τομάρι του σκύλου.










Ο συνδυασμός της επινόσης με τα γεγονότα στη γραφή του Σκαμπαρδώνη είναι αδιάκριτος. Μόνο όσοι τον ξέρουν καλά θα διακρίνουν τον τόπο και τον χρόνο της έμπνευσης. Πως να μη συνδιάσω την παλιά σκάλα του Μόλχο με το αντίστοιχο διήγημα ή την αντίδραση των χοίρων στο Θαμπό φεγγάρι;

Την Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014, στις 8,30 μ.μ ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης θα είναι και πάλι μαζί μας. Για το έργο του θα μιλήσει η συγγραφέας Τούλα Τίγκα.








Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Βραδιά Ντοστογιέφσκι


Ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι ήταν το μαγικό βουνό που έκοψε στα δύο τη χώρα της λογοτεχνίας. Ύστερα από αυτόν όλα άλλαξαν: τα πρόσωπα, οι ιστορίες, ακόμα και η ιδέα μας για το μυθιστόρημα.





Το Σάββατο 15 Μαρτίου 2014 στις 8 μ.μ διοργανώνεται στο βιβλιοπωλείο Κηρήθρες μεγάλη βραδιά αφιερωμένη στον Φιόντορ Ντοστογιέφσκι. Θα μιλήσει ο συγγραφέας Δημήτρης Στεφανάκης και θα παιχτούν τέσσερα δραματοποιημένα αποσπάσματα, από τους ηθοποιούς Αντονιέλα Χήρα, Βίκυ Ιακωβάκη και Παναγιώτη Ζαχαρόπουλο.

Στο τέλος της εκδήλωσης θα κάνουμε και μια αναφορά στο τελευταίο βιβλίο του Δημήτρη Στεφανάκη, Άρια, Ο κόσμος από την αρχή. Ο Δημήτρης Στεφανάκης είναι γνωστός στους περισσότερους Τρικαλινούς αναγνώστες,  από τις Μέρες Αλεξάνδρειας και έχει έρθει αρκετές φορές στην πόλη μας, μιλώντας για διάφορα έργα.


Dostojevskij, Fedor Michajlovic, 1821-1881

Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1821 στη Μόσχα. Ο πατέρας του, Μιχαήλ Αντρέγεβιτς, ήταν στρατιωτικός γιατρός, Το 1838 γίνεται δεκτός στη Στρατιωτική Ακαδημία Μηχανικών της Πετρούπολης, στην οποία έδωσε εξετάσεις διότι αυτό απαιτούσε ο πατέρας του, και χωρίζεται από τον αδελφό του. Ο Μιχαήλ Αντρέγεβιτς δολοφονείται το 1839 στο κτήμα της οικογένειας, στην επαρχία της Τούλα. Η δολοφονία του πατέρα Ντοστογέφσκι συνταράσσει τον Φιοντόρ. Υπηρέτησε στο στρατό για ένα μικρό χρονικό διάστημα αλλά τον εγκατέλειψε γρήγορα για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Μελέτησε την κοινωνία και τον κόσμο όχι θεωρητικά αλλά στην πράξη. Θέμα των έργων του, η ίδια η ζωή. Είδε από κοντά τις υποβαθμισμένες συνοικίες, γνώρισε τη φτώχεια, τον πόνο, την εξαθλίωση των ταπεινών ανθρώπων και στη συνέχεια μετέφερε τις εικόνες αυτές στα μυθιστορήματα του. Ασχολήθηκε με τον άνθρωπο και την κοινωνία και υπήρξε αγωνιστής και επαναστάτης. Εναντιώθηκε στην πολιτική του Τσάρου Νικολάου του Α΄. Αυτή του η στάση είχε αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για συνωμοσία και να καταδικαστεί σε τετραετή φυλάκιση. Τα χρόνια του εγκλεισμού του στις φυλακές του Όμσκ υπέφερε τρομερά βασανιστήρια και εξευτελισμούς. Το 1857 νυμφεύεται τη Μαρία Ντμιτρίεβνα Ισάεβα, και το 1859, μαζί με τη σύζυγό του, λαμβάνουν την άδεια που τους επιτρέπει να εγκατασταθούν στην Ευρωπαϊκή Ρωσία. Το 1859 εκδίδει στην Πετρούπολη μαζί με τον αδελφό του δύο περιοδικά τα οποία ,όμως, δεν σημείωσαν επιτυχία με αποτέλεσμα ο Ντοστογιέφσκι να βρεθεί καταχρεωμένος. Ο μόνος τρόπος για να συγκεντρώσει χρήματα και να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή. Άρχισε λοιπόν να γράφει συνέχεια και ακούραστα με αποτέλεσμα να καταφέρει να ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του σχετικά άνετα. Σ’ αυτό το διάστημα έγραψε τα καλύτερα του έργα: "Ο παίχτης", "Οι αδερφοί Καραμαζώφ", "Έγκλημα και Τιμωρία", "Ο Ηλίθιος", "Οι δαιμονισμένοι". Όταν κατάφερε πλέον να ανασάνει από το βάρος των χρεών ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού "Πολίτης" και λίγα χρόνια αργότερα εξέδωσε το δικό του περιοδικό, "Το Ημερολόγιο ενός συγγραφέα", που σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκδοτικές εμπειρίες σημείωσε τεράστια επιτυχία. Στις 9 Φεβρουαρίου του 1881, ο Φιοντόρ Μιχαΐλοβιτς Ντοστογέφσκι υπέκυπτε σε αγνώστου αιτίας πνευμονική αιμορραγία. Ετάφη στο κοιμητήριο της μονής Αλεξάντερ Νιέφσκι, στην Πετρούπολη. Άλλα έργα του είναι τα μυθιστορήματα: "Ο φτωχόκοσμος", "Λευκές νύχτες", "Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι", "Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων", "Το υπόγειο". Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Επιστημών και η προσφορά του στην παγκόσμια λογοτεχνία είναι διεθνώς αναγνωρισμένη. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους μυθιστοριογράφους όλων των εποχών και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου.

Δείτε τα βιβλία του Ντοστογιέφσκι ΕΔΩ

Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Μιχάλης Γκανάς, Ποιήματα 1978-2012

Τον Νοέμβρη του 2013 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μελάνι, η συγγεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Μιχάλη Γκανά. Με αφορμή αυτή την έκδοση, στις 7 Μαρτίου ο ποιητής θα φιλοξενηθεί στο βιβλιοπωλείο Κηρήθρες, σε μια βραδιά αφιερωμένη στο ποιητικό του έργο.




Επτά ποιητικές συλλογές σε διάστημα 34 ετών, από μια ποιητική φωνή ευδιάκριτη και διακεκριμένη που έχει αποσπάσει τον έπαινο και του Δήμου και των Σοφιστών, κατά τον ποιητή και κριτικό Κώστα Κουτσουρέλη.

Ο ίδιος σημειώνει: "Καμιά εκατοστή χρόνια πριν, ο Ούγκο Χόφμαννσταλ, έλεγε ότι ένας δημιουργός δύο πράγματα έχει ανάγκη. Το πρώτο είναι να πείσει τους ομότεχνούς του και τους κριτικούς. Το δεύτερο ν' αγγίξει το ευρύ κοινό.

Ο Μιχάλης Γκανάς από καιρό τα έχει πετύχει και τα δύο. Ενώ διαθέτει γλώσσα δική του απολύτως διακριτή, η τέχνη του δεν έχασε τη ζωτική της επαφή με την κοινή λαλιά, με την κοινή γλώσσα. Διατήρησε την αμεσότητα και την υψηλή συναισθηματική της θερμότητα, παρέμεινε γλώσσα οικεία.

Αν ο Γκανάς σήμερα είναι από τους πιο πολυδιαβασμένους μας ποιητές, αν το έργο του είναι προσφιλές ακόμη και σε ανθρώπους που γενικά δεν διαβάζουν ποίηση ή και την αποφεύγουν συστηματικά, αυτό οφείλεται στους εκφραστικούς του τρόπους, στη στάση του ως πνευματικού ανθρώπου, στον καθολικό χαρακτήρα των θεμάτων του.

Μας θυμίζει έτσι, ότι στις μεγάλες της στιγμές η ελληνική ποίηση ήταν ταυτόχρονα η τέχνη του Εγώ και του Εμείς, του ανθρώπου και του φυσικού κόσμου. Και μας υποδεικνύει έναν δρόμο ώστε αυτή πάλι σήμερα να αφήσει πίσω της την αυτάρεσκη ιδιώτευση των τελευταίων δεκαετιών και να επανέλθει εκεί όπου ανήκει: στη Πολιτεία και στην Αγορά"


Ο Μιχάλης Γκανάς έχει εκδώσει τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές: "Ακάθιστος δείπντος (1978), "Μαύρα λιθάρια" (1980), "Γυάλινα Γιάννενα" (1989), "Παραλογή" (1993), "Τα μικρά" (2000), "Ο ύπνος του καπνιστή" (2003), "Άψινθος" (2012).



Ποιός είναι ο ποιητής

Ο Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας το 1944. Από το 1962 ζει και εργάζεται στην Αθήνα, όπου ήρθε για να σπουδάσει νομικά. Βιβλιοπώλης για μια δεκαπενταετία, συνεργάστηκε αργότερα με την κρατική τηλεόραση ως επιμελητής λογοτεχνικών εκπομπών και σεναριογράφος. Από το 1989 είναι κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρεία.

Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, ενώ στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από γνωστούς Έλληνες και ξένους συνθέτες: Μ. Θεοδωράκης, Ν. Μαμαγκάκης, Ν. Ξυδάκης, Δ. Παπαδημητρίου, Ν. Κυπουργός, G. Bregovic, A. Dinkjian κ.ά.

Μετέφρασε τις "Νεφέλες" του Αριστοφάνη για το Θέατρο Τέχνης - Κάρολος Κουν και τους "Επτά επί Θήβας" του Αισχύλου για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Πατρών.

Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το βιβλίο του "Παραλογή".

Τον Δεκέμβριο του 2011 τιμήθηκε με το Βραβείο Ποίησης του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.


Το βιβλίο



Τίτλος:Ποιήματα 1978-2012
Συγγραφέας:Γκανάς, Μιχάλης, 1944-
Εκδότης:Μελάνι
Κατηγορία:1. Νεοελληνική ποίηση


  Σελίδες:280

Τιμή :17,00 €






Πρόσκληση
















Βροχή και άλλα κατακρημνίσματα

Βροχή. Ψιχαλιστή ποτιστική δαρτή.
Υετός. Ομηρική βροχή.
Όμβρος. Αρχαία βροχή – καταρρακτώδης.
Βροχή και άλλα κατακρημνίσματα.
Χιών. Χιόνι χιονόνερο. Νιφετός.
Χάλαζα χαλάζι χαλαζόκοκκος.
(Σιούγκραβος στα όρη Τσαμαντά).
Υδατώδη ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα
αναντάμ παπαντάμ.
Προσφάτως τεχνητή βροχή
εσχάτως όξινη βροχή
προσεχώς κατακλυσμός.
Κατά ζεύγη τα ζώα
κατά μόνας τα φυτά
κατά κρημνού οι άνθρωποι – αγεληδόν
Κατά μάνα κατά κύρη άλλωστε.

Τρέχουν τα δάκρυα βροχή.
Βροχή μου. Βροχούλα μουσκεμένη.

   Άψινθος, 2012



Ο ύπνος του καπνιστή, 2003

Γνέθε τα μαλλιά της γνέθε
γύριζε λιγνό μου αδράχτι
δίπλα στο κύμα τ’ αρμυρό
κοντά σε ήσυχο ποτάμι
στον στοιχειωμένο ίσκιο της συκιάς
στον τρούλο μιας βασιλικής βελανιδιάς
στον ίσκιο μιας χρυσής καλαμωτής
στη μυρωδιά βρεγμένης ψάθας
στον ήχο μιας σχισμένης τέντας
στον ίσκιο ενός υπόστεγου
από φτέρη και άνεμο
από τσίγκο και βροχή
από ελενίτ.
Γύριζε λιγνό μου αδράχτι.

Ο ύπνος του καπνιστή, 2003



Έρχονται μέρες που ξεχνάω πώς με λένε
 

Έρχονται νύχτες βροχερές βαμβακερές ομίχλες
τ’ αλεύρι γίνεται σπυρί ύστερα στάχυ
θροΐζει με πολλά δρεπάνια
αψύς Ιούλιος στη μέση του χειμώνα.
Βλέπω το υφαντό του κόσμου να ξηλώνεται
αόρατο το χέρι που ξηλώνει
και τρέμω μην κοπεί το νήμα.
Νήμα νερού στημόνι χωρίς μνήμη
σταγόνα διάφανη σε βρύα και λειχήνες
νιφάδα-χνούδι των βουνών
χαλάζι-φυλλοβόλο
κι άξαφνα σκάφανδρο ζεστό
στην κιβωτό της μήτρας.
Αρχαίο σκοτάδι τήκεται και τρίζει
αχειροποίητη φλογίτσα που το γλείφει.

Συναγωγές υδάτων υετοί πρόγονοι παγετώνες
στην πάχνη ακόμη της ανωνυμίας.

Παραλογή, 1993




Γυάλινα Γιάννενα

                 στον Χρήστο Μπράβο

Μια τέτοια νύχτα, πριν από χρόνια,
κάποιος περπάτησε μόνος, δεν ξέρω πόσα
λασπωμένα χιλιόμετρα.
Νύχτα και συννεφιά χωρίς άστρα.
Ξημερώματα μπήκε στα Γιάννενα.

Στο πρώτο χάνι έφαγε, και κοιμήθηκε
τρία μερόνυχτα. Ξύπνησε απ’ το χιόνι
που έπεφτε μαλακά, στάθηκε στο παράθυρο
κι άκουγε τα κλαρίνα.
Πότε θαμπά και πότε δίπλα του,
όπως τα ’φερνε ο άνεμος.
Κι άκουσε μετά τη φωνή
πεντακάθαρη, από κάπου κοντά,
σαν αλύχτημα και σαν να την έσφαζαν
τη γυναίκα κι ούτε καβγάς ούτε
τίποτε άλλο, χιόνιζε όλη νύχτα στα Γιάννενα.
Ξημερώματα πλήρωσε τι χρωστούσε
και γύρισε στο χωριό του.

Στα πενήντα του θα ’τανε
με γκρίζα μαλλιά και τρεις θυγατέρες
ανύπαντρες, χήρος τέσσερα χρόνια,
με τη μαύρη κάπα στις πλάτες,
και τι χιόνι σήκωσαν τούτες οι πλάτες
κανένας δεν το ’μαθε.



Προσωπικό




Επειδή η ζωή μας μοιάζει να φυραίνει

μέρα τη μέρα, δε θα πει πως η ζωή

δεν αξίζει τον κόπο.



Επειδή σ’ αγάπησα και σ’ αγαπώ ακόμη

κι ας μην είναι όπως παλιά,

δε θα πει πως πέθανε η αγάπη,

κουράστηκε ίσως σαν καθετί που ανασαίνει.



Επειδή περνάς δύσκολες μέρες

σκυμμένη σε χαρτιά και γκρεμούς

που δεν κλείνουν, κι εγώ πηδάω

τις νύχτες επί κοντώ λαχανιάζοντας,

δε θα πει πως δεν έχουμε

μοίρα στον ήλιο, έχουμε

τη δική μας μοίρα.



Επειδή πότε είσαι άνθρωπος

και πότε πουλί, φέρνεις στο σπίτι μας

ψωμάκια μικρά της αποδημίας

κι ελπίζουνε τα παιδιά μας

σε καλύτερες μέρες.



Επειδή λες όχι και ναι κι ύστερα όχι

και δεν παραιτείσαι, ντρέπομαι

για τα ίσως, τα μπορεί τα δικά μου,

μα δεν αλλάζω, όπως δεν αλλάζεις κι εσύ,

αν αλλάζαμε θα ’μαστε πάλι

δυο άγνωστοι και θ’ αρχίζαμε

απ’ το άλφα.



Τώρα ξέρουμε πού πονάς

πού σωπαίνω πότε γίνεται παύση,

διακοπή αίματος και κρυώνουν

τα σώματα, ώσπου μυστικό δυναμό

να φορτίσει πάλι τα μέλη

με δύναμη κι έλξη και δέρμα ζεστό.



Επειδή είναι δύσκολο ν’ αγαπάς

και δυσκολότερο ν’ αγαπάς τον ίδιο άνθρωπο

για καιρό, κάνοντας σχέδια και παιδιά

και καβγάδες, εκδρομές, έρωτα, χρέη

κι αρρώστιες, Χριστούγεννα, Κυριακές

και Δευτέρες, νόστιμα φαγητά

και καμένα, θέλοντας ο καθένας

να ’ναι ο άλλος γεφύρι και δέντρο

και πηγή, κατά τις περιστάσεις

ή και όλα μαζί στην ανάγκη,

δε θα πει πως εγώ δεν μπορώ

να γίνω κάτι απ’ αυτά ή και όλα μαζί,

κι αν είναι να περάσω

μια ζωή στη σκλαβιά –έτσι κι αλλιώς–
ας είμαι, λέω, σκλάβος της αγάπης.


 Ποίημα αφιερωμένο στην γυναίκα του
"Γυάλινα Γιάννενα" Εκδόσεις Καστανιώτη (1989)




Σούρουπο      



Σούρουπο, σε γονυκλισία τα χρώματα

και πώς πεθαίνεις χωρίς το πράσινο εκ γενετής



Τα μάτια σου με τον κίτρινο λίβα,

καμένη σοδειά τα χρόνια που έζησα.

Ας φεύγει ο μικρός σκαντζόχοιρος, δε γλιτώνει

τ’ αγκάθια μεγαλώνουν ανάποδα.



Ήμερο βράδι

βελάζει σαν το χαμένο πρόβατο,

ζυγώνει στην πόλη κι αλλάζει προβιά,

σκύλος ή γάτα,

με την τρίχα ορθή

κάτω από τόσους τροχούς.



Τι γυρεύεις εδώ ψυχή τραυλή,

μακριά από τα βοσκοτόπια της πατρίδας.

Οι φίλοι πέφτουν από ψηλά μπαλκόνια

στο άσπρο μπαμπάκι που τους καταπίνει.


Μαύρα λιθάρια, 1980


Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Γιώργος Βαλταδώρος(1897-1930)



Αμφισβήτησε το συντηρητισμό απ' όπου κι αν προέρχονταν αυτός είτε απο τη σχολή της Αθήνας είτε από τη σχολή του Μονάχου.

Γιώργος Βαλταδώρος
Ο Γιώργος Βαλταδώρος γεννήθηκε στην Καρδίτσα το Φεβρουάριο του 1897. Από πολύ μικρός είχε ευαίσθητη υγεία, η οποία δεν του επέτρεψε την ομαλή ανάπτυξή του, τον ταλαιπώρησε όλα τα χρόνια της σύντομης ζωής του και τον οδήγησε πολύ γρήγορα στον τάφο σε ηλικία μόλις 33ών ετών. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια που ο ίδιος σημειώνει στο παιδικό του ημερολόγιο "...Πολύ αδύναμος βγήκα στον κόσμο και με τις πιο απαισιόδοξες ελπίδες... Μια κερένια τόση δα κούκλα ήμουν, που ήταν έτοιμη να σπάσει...".
Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Καρδίτσα με την πολυμελή οικογένειά του (6 παιδιά), όπου τελείωσε το Δημοτικό και τις τέσσερις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου. Από αυτά τα χρόνια σώζονται κάποια σκίτσα, τα οποία παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον και δείχνουν ένα πρόωρο ταλέντο. Τις δυο τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου τις έκανε στην Αθήνα στην Ιόνιο σχολή και στο Γ' γυμνάσιο της οδού Δημοκρίτου. Το 1917 εγγράφεται στη Νομική Σχολή της Αθήνας χωρίς ποτέ του να παρακολουθήσει μαθήματα. Την εγκαταλείπει μετά από 2 χρόνια και το 1919 εγγράφεται στην εκεί Ακαδημία Καλών Τεχνών την οποία εγκαταλείπει το 1920, χωρίς να είναι γνωστοί οι δάσκαλοί του. Το 1921 φεύγει στο Μόναχο και εγγράφεται στην εκεί Ακαδημία Καλών Τεχνών.
Από την εποχή της σχολής του Μονάχου είναι γνωστά τα κείμενά του, πραγματικά προφητικά, για την άνοδο του Εθνικοσοσιαλιστικού κινήματος του Χίτλερ, καθώς και η γνωριμία του με την Ελληνίδα ζωγράφο Ερασμία Μπερτσά. Το 1924 φεύγει στο Παρίσι ασφυκτιώντας στο κοινωνικό κλίμα του Μονάχου κι εκεί εγγράφεται στην Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών. Στη διάρκεια της παραμονής του στο Παρίσι συνδέεται με βαθιά φιλία με το Ψυχάρη. Το κοινό τους πάθος για το Δημοτικισμό τους οδήγησε σε μια φιλία που κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Τα χρόνια που έζησε στο Παρίσι παρακολουθούσε τα δρώμενα αυτής της πόλης στα εικαστικά. Από την εποχή του Παρισιού έχουν σωθεί οι θεωρητικές του μελέτες για το έργο των Σεζάν, Θεοτοκόπουλου, Γκωγκέν,, Βαν Γκογκ, κ.α.
Το 1927 επιστρέφει στην Ελλάδα γιατί η τόσο ευαίσθητη υγεία του δεν επιτρέπει την παραμονή του στην Ευρώπη. Εγκαθίσταται αρχικά στο Μαρούσι. Δουλεύει όσο του επιτρέπει η υγεία του η οποία συνεχώς χειροτερεύει. Το 1928 ανεβαίνει στην Κηφισιά προσπαθώντας να βελτιώσει την υγεία του χωρίς αποτέλεσμα. Στις 15 Νοεμβρίου του 1930 αφήνει την τελευταία του πνοή σε ηλικία μόλις 33ών ετών.


Μακέτα σκηνικού θεάτρου 1929. Ελαιογραφία 29Χ44 εκ.

Ο Γιώργος Βαλταδώρος στη σύντομη ζωή του δεν εξέθεσε έργα του ποτέ. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που ανέφερε σε ένα από τα κείμενά του ο ποιητής Μαλακάσης, της φιλολογικής συντροφιάς του Βαλταδώρου. Γράφει πως όταν ζητούσαν να δουν τους πίνακές του απαντούσε ότι "δεν είναι ακόμη έτοιμος.... Όσο ζούσε αναφέρεται ότι ένα μοναδικό του έργο είχε εκτεθεί για λίγο χρονικό διάστημα στην αίθουσα του σιδηροδρομικού σταθμού του Αμαρουσίου.
Το 1984 πραγματοποιείται η πρώτη έκθεση έργων του για τα πενήντα χρόνια από το θάνατό του στην αίθουσα του Παρνασσού. Έργα του υπάρχουν στη Δημοτική Πινακοθήκη Καρδίτσας τα οποία δώρισε η ανιψιά το Ελισσάβετ Γιαννίκα, κληρονόμος των αδερφών του. Εκτός από τη συλλογή της Δημοτικής Πινακοθήκης Καρδίτσας, δυο έργα του υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη και ελάχιστα σε ιδιωτικές συλλογές. Τα περισσότερα έργα της συλλογής είναι της εποχής του Παρισιού και της Ελλάδας μετά την επιστροφή του και ως το θάνατό του. Υπάρχει επίσης και μια σειρά μακέτες για το θέατρο. Όλα αυτά τα έργα φέρουν υπογραφή και χρονολογία. Στα έργα αυτά υπάρχει επιρροή από τα υστεροκυβιστικά διδάγματα της Σχολής του Παρισιού, τα οποία αναπτύσσει με έναν εντελώς προσωπικό τρόπο, με τη δημιουργία ενός ιδιόμορφου πρισματικού κυβισμού. Αυτό τον απομακρύνει από τους κλασσικούς κυβιστές καθώς επίσης και η έντονη κίνηση και τα χρώματά του. Αυτά είναι καθαρά, λαμπερά, πλακάτα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε, πράσινα, βερονάλ κ.α. τα οποία μας παραπέμπουν στον Ορφικό Κυβισμό του Ντελωναί και της Σόνιας Τέρκ.


Χορεύτριες 1927. Ελαιογραφία 29Χ45 εκ.

Η φυγή από το Μόναχο την εποχή της ανόδου του Χίτλερ και το πάθος του για το δημοτικισμό δείχνουν μια προσωπικότητα με βαθύτατο κοινωνικό προβληματισμό και αγωνία για το μέλλον του κόσμου. Σε αντίθεση με τους κυβιστές υπάρχει ένας κατακερματισμός του χρώματος και μια διάθεση αφαίρεσης. Τα θέματά του είναι μέσα στο κλίμα της εποχής, έτσι όπως δειλά - δειλά αρχίζουν να εμφανίζονται στον Ελλαδικό χώρο, αφορούν όψεις της σύγχρονης πόλης και της μοντέρνας ζωής με εικόνες από αστικούς χώρους, κτήρια, θεατρικές σκηνές, καμπαρέ, τεχνικές σκηνές κ.α. Η θεματογραφία του κι ο τρόπος με τον οποίο την διαπραγματεύεται δείχνουν έναν τολμηρό καλλιτέχνη της ζωγραφικής του Μεσοπολέμου στην Ελλάδα, ο οποίος τόλμησε να δημιουργήσει έργα τα οποία άσχετα αν έγιναν μέσα ή έξω από αυτή, απουσίαζαν από την έως τότε εμπρεσιονιστική και ηθογραφική ζωγραφική.
Ο όρος που του απέδωσε ο Εγγονόπουλος ήταν ότι ο Βαλταδώρος υπήρξε τολμηρή και ανήσυχη προσωπικότητα στη ζωγραφική του, αλλά και στους τρόπους και την εμφάνισή του. Αμφισβήτησε το συντηρητισμό απ' όπου κι αν προέρχονταν αυτός είτε απο τη σχολή της Αθήνας είτε από τη σχολή του Μονάχου.




Το 1928 δημοσιεύεται η συλλογή διηγημάτων  του "ΟΣΟΙ ΖΗΣΟΥΝ"
με πρόλογο του Πάυλου Νιρβάνα

Την Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014 στις 7.30 μ.μ , ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Νομού Τρικάλων και ο ΦΙ.ΛΟ.Σ Τρικάλων παρουσιάζουν ένα αφιέρωμα στο συγγραφέα Γιώργο Βαλταδώρο. Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στις Κηρήθρες, Γλάδστωνος 13, Τρίκαλα.
Πηγή: Λεύκωμα έκδοσης Δημοτικής Βιβλιοθήκης Καρδίτσας 2004