Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Τρίκαλον σώμα...




Του Βασίλη Καραγιάννη



Εάν ποτέ έπαιρνε υπόσταση το προπολεμικόν σχέδιον επέκτασης της Σιδηροδρομικής γραμμής -άρχιζε από Θεσσαλονίκη διχαζόταν στο Αμύνταιον προς Φλώρινα και κατέληγε στην Κοζάνη- προς Καλαμπάκαν, το περίφημον τραίνο της Καλαμπάκας που έμεινε κυρίως στους αποκριάτικους σχολιασμούς της πόλεως Κοζάνης και στους φανούς της - ως το μνημειώδες ανέφικτον στο παρόν και στο μέλλον - θα είμασταν στην ωραία πόλη των Τρικάλων τακτικοί επισκέπτες. Μια πόλη που μας θέλγει τόσον με το Ληθαίο ποτάμι, τις παρόχθιές του ωραιότητες, τα ενδότερα της παλιάς και νέας πόλεως, τους ανθρώπους της, τους λίγους έστω που γνωρίσαμε, αλλά αγαπάμε.
Στην πόλη μας δεν έχουμε ποτάμι για να μας διασχίζει πολλαπλώς και να συμβαίνουμε ως όντα στις όχθες του, και στις γέφυρές του, κι έτσι ζηλεύουμε την πόλη αυτή άχρι φθόνου υγιεινού, αρκούμενοι στις διαπιστώσεις της Βουλγάρας ποιήτριας την οποία καταλαβαίνουμε που τόσο μας νοιώθει. «Είναι η καρδιά μου λυπημένη σαν πόλη που δεν έχει ποτάμι...»)
Μας μένουν οι φίλοι της πόλης αυτής (πτερόεντα δώρα ή φευγαλέες διακοσμήσεις) με την όποια σχέση κι επαφή μας, οι οποίοι μας χώνουν στην αύρα τους δια του εντύπου λόγου, και της ασύρματης επικοινωνίας. Γλυκιές εκκρεμότητες αιωρούμενες ή διαλυόμενες στις ομίχλες του ποταμού, δίπλα ή κι ενώπιον του ωραίου ποιητού «Κλαύδιου Μαρκίνα», δηλ. Γ. Αργυρόπουλου που συμπαθώ, ας πούμε. 
Περαστικός κάπου κάπου ή επισκέπτης της μιας βραδιάς εξωραϊζω ίσως τα συνηθισμένα καθημερινά τοπία της πόλεως με μια διάθεση που εξηγείται μ’ αυτό που συμβαίνει στις φευγαλέες ή περαστικές αγάπες. 
Πιό συγκεκριμένα κι ενδεικτικά σκύβω στου ποιητού Ηλία Κεφάλα (το σπίτι του στο Μέλιγο, λίγα χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα, είναι ένα μουσείο βιβλιοευταξίας), την ανθρώπινη ουσία, τη δοκιμιακή και πεζογραφική του ακεραιότητα, ο οποίος με το τελευταίο βιβλίο του για την πόλη του «Τρίκαλα 1951-1969...» εκδ. Γαβριηλίδη, μας καταγοήτευσε. Ενα βιβλίο που παρόμοιό του όλοι θέλουμε να γράψουμε και το οποίο μας βάζει ενώπιον των χαμένων καταστάσεων νοσταλγίας, ευκρινώς και επίμονα. Αναφέρομαι δε και στους ποιητές που τον ακολουθούν ή τον συνοδεύουν της πόλης του (τακτικά δημοσιεύουν και στη δική μας Παρέμβαση) Γεωργία Κολοβελώνη, Αλέξα Παρασκευή) αλλά και τους λίγους αναγνώστες του περιοδικού που μοιράζονται μ’ εμάς το ακριβό, γλυκό μας φαρμάκι και τους νοιώθουμε μέλη της ευρείας μας οικογένειας.
Ο Ηλς Κφλς οργώνει και στα δικά μας άλλοτε χρόνια κι αγαπημένα χώματα, για τα οποία θέλουμε να κάνουμε κι εμείς την όμοια σύνοψη-σύναξη, αλλά μονίμως αναβάλλουμε. Ας είναι όμως κι έτσι! Μέσα από το βιβλίο αυτό πονά κι η μνήμη μας, περνά κι η δική μας ψυχή κι αυτό είναι η αξία του και το κέρδος μας. Ετσι είναι άλλωστε η λογοτεχνία, φορές λυτρώνει, άλλες πληγώνει ή και σ’ αναγκάζει, με αδημονία, για μια αγαπητική συνύπαρξη με τον άλλο και τους άλλους, να επιβιβάζεσαι σε λεωφορεία της τεθλασμένης οδικής γραμμής Κοζάνη, Γρεβενά (στάση στο γρεβενιώτικο παζάρι της Παρασκευής δίπλα από τον ρέοντα ημιπαγωμένο Γρεβενίτη κι έναν τροχονόμο που έδιδε μαθήματα θεατρικής απαγγελίας με το μονόπρακτο «Η διασταύρωση», και τον Αντώνιο Γρεβενών των Δυτικομακεδονικών χρονικών και περιχώρων ), Καλαμπάκα, Τρίκαλα, να ‘ρθεις και να μετάσχεις στη λογοτεχνική, φιλολογική ακολουθία των φίλων που λαμβάνει χώρα σ’ ένα χώρο τόσον ωραίο όπως είναι το βιβλιοπωλείο ΚΗΡΗΘΡΕΣ του αγαπητού κ. Κοτρώνη, αγρυπνία μυσταγωγική και δέηση υπέρ του φίλου Αντώνη Κάλφα και του «Εκ πείρας έρωτός» του, βιβλίον λίαν καλόν κι ωφέλιμον ψυχικώς...
- Μα που λοιπόν φωλιάζει τόση αγάπη; (211ον ενάριθμον Α.Κ.)
Εκεί κι εδώ κι αλλού...



Ο Βασσίλης Καραγιάννης είναι ο εκδότης του περιοδικού Παρέμβαση της Κοζάνης

Αναδημοσίευση

Από τη σελίδα του λόγιου εκδότη Βασίλη Καραγιάννη στο φβ.

https://www.facebook.com/paremvasi/posts/10152995809624481:0

Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015

Ας ξεκινήσουμε ποιητικά



Εκ πείρας έρωτας



Η καινούρια συλλογή του Αντώνη Κάλφα






Ποιητική η πρώτη εκδήλωση του  2015 στις Κηρήθρες.
Την Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2015, στις 8,15 μ. μ  θα παρουσιαστεί το βιβλίο Εκ πείρας Έρωτος, του Αντώνη Κάλφα. Θα μιλήσουν  ο ποιητής Ηλίας Κεφάλας, ο εκδότης Βασίλης Καραγιάννης και ο ίδιος ο ποιητής. Το βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Παρέμβαση.








Από τη ζωή των ανθρώπων απουσιάζει η ποίηση. Πρόκειται για μια απώλεια που αναπληρώνεται από τον παράδεισο ή από τη γη, που είναι ένα σώμα ποιητικό.

Το βιβλίο περιλαμβάνει 333 μικρά ποιήματα, ποιητικούς προορισμούς ή αφορισμούς, ερωτήσεις ζωής για τον έρωτα ή απαντήσεις για τη ζωή. Πρόκειται για υψηλή ποίηση, απόσταγμα λες του χρόνου.

Θα χτίσουμε τον κόσμο με όσο σώμα διαθέτουμε. Γιατί έχει πεθάνει όποιος δεν νοιώθει τον ήλιο

Κάθε δίστιχο ή τρίστιχο αφορμή για προβληματισμό.

Πρέπει να ασκείσαι στην αγάπη. Δωρεάν χορηγείται μόνο το σώμα.

Και:

Μην έχεις αυταπάτες. Δεν ζούνε πια οι παλιοί μαστόροι (ο Πολύκλειτος, ο Παύλος Πικασσό, ο Χαλεπάς) να πλέξουνε την τέχνη τους φτιάχνοντας ναούς της ομορφιάς ή ένα δίχτυ για το σώμα σου. Γι αυτό βολέψου με τους στίχους μου.



Ο Αντώνης Κάλφας

Ο Αντώνης Κάλφας γεννήθηκε το 1956 στην Κατερίνη, όπου και ζει. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα, μεσαιωνική και νεότερη ελληνική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων και εργάζεται από το 1990 ως φιλόλογος στη δημόσια Μέση Εκπαίδευση.
Έχει γράψει τα ποιητικά βιβλία:


- "Έκταση της αισθηματικής ηλικίας" (1980)
- "Πρωταθλητές μικρών αποστάσεων" (1985)
- "Σημειώσεις για την αθωότητα" (1992)
- "Ωδή στην ευρύχωρη απώλεια" (1995)
- "Πληγώματα και φαρμακείες" (2002)
- "Χρόνια της ομίχλης" (2006) και τις μελέτες: "Ο μαθητής ως αναγνώστης" (1993, 1998), "Η εκδοτική δραστηριότητα στην Πιερία" (1918-1999), "Συμβολή στην καταγραφή της μακεδονικής βιβλιογραφίας. Βιβλία - φυλλάδια (2000), "Ο Συνοικισμός Ευαγγελικών της Κατερίνης" (1923-2000), "Τοπική ιστορία και κίνηση των θρησκευτικών ιδεών" (2001) (σε συνεργασία με τον Πάρη Παπαγεωργίου).

Από το 1996 διευθύνει τις εκδόσεις "Τα Τραμάκια".


Δείτε τα βιβλία του εδώ







Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Δύο ποιήματα της Ελένης Αλεξίου

Η ποιήτρια Ελένη Αλεξίου πρώτη από αριστερά σε εκδήλωση
του βιβλιοπωλείου Κηρήθρες


Δύο ποιήματα της ποιήτριας Ελένης Αλεξίου μεταφρασμένα στ' αγγλικά στο diasporic literatur.

Κηδείες εντόμων

Κηδέψαμε το τελευταίο έντομο
στο μαυσωλείο των προγόνων.
Πεταλούδες στομάχου
μέλισσες του έρωτα
αράχνες του θανάτου.


Ξεπλύναμε τις μυγοσκοτώστρες μας
και ήπιαμε καφέ.
Αμετανόητα συνένοχοι.
Απαρηγόρητα βουβοί.
Δεν είχαμε άλλον συγγενή να χάσουμε
παρά ο ένας τον άλλον.



Burial for Insects

We buried the last insect
in the ancestors mausoleum
stomach butterflies
bees of Eros
spiders of death.

We washed our flyswatter
and had some coffee.
Unregretful conspirators.
Inconsolably silent.
We had no other relative to lose
but each other.

poetry: Eleni Alexiou
translation: Manolis Aligizakis






How Long Still?


My love
the loom has been worn away.
Widows
suitors
the child
gathered yesterday
and wandered
“how long still?”

I replied:
“I count the years no more.
The fingers have finished.
After ten I do not know, I will get lost.

Who counted the leaves that scattered
from the beginning of the world?
Who held account for the flying birds
the coming and going of the waves?”

I have no way of telling you
how much I want you.
I haven’t learned the superlative
of continually more.

My love
the loom has been worn away
the thread has finished
and now awaiting in the darkness
I only have my hair left to spin.

Eleni Alexiou
Translation by Eleni Alexiou, Athanasios Michail


Δείτε το How Long Still?στα Ελληνικά στο YouTube





Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Σελίδες γιὰ τὸν Ἠλία Κεφάλα



Τέσσερα ποιήματα του Ηλία Κεφάλα στο Γαλλικό Litterales του Νοεμβρίου

 

Περιοδικὸ Littérales No 11/2014
BREST / FRANCE

C:\Users\user\Desktop\σάρωση0001.jpg

.//.
C:\Users\user\Desktop\σάρωση0002.jpg

.//.


C:\Users\user\Desktop\σάρωση0003.jpg

.//.

C:\Users\user\Desktop\σάρωση0004.jpg

.//.


C:\Users\user\Desktop\σάρωση0005.jpg

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

Ο διηγηματογράφος Γιώργος Σκαμπαρδώνης







Το ελάχιστο
ΔΙΑΒΑΖΑ ΕΝΑ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ που δεν διαβάζεται. Κουράστηκα. Μπάφιασα. Πόθησα την απόλαυση του συμπυκνωμένου ελάχιστου-θυμήθηκα τον παππού μου τον Θόδωρο, που στην Αρετσού της πόλης, κάποτε, επί ώρες έπινε μιαν ολόκληρη νταμιτζάνα ούζο χωρίς ψωμί, χωρίς μεζέ, χωρίς τίποτε, παρά γλείφοντας μόνο το κεφάλι ενός παστωμένου τσίρου.
Γιώργος Σκαμπαρδώνης
Το παραπάνω μικρό κείμενο, είναι το μικρότερο  από τα 33 διηγήματα, της τελευταίας συλλογής διηγημάτων με τον τίτλο Νοέμβριος, του Θεσσαλονικιού διηγηματογράφου- συγγραφέα Γιώργου Σκαμπαρδώνη. Μετά τις συλλογές Μεταξύ  σφύρας και Αλιάκμονος (2009)  και  Περιπολών περί πολλών τυρβάζω (2011), ο συγγραφέας επανέρχεται με τον Νοέμβριο (Πατάκης 2014).




Κατ' εξοχήν διηγηματογράφος ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Από πολύ νέος, -εγώ ήμουν στο  βιβλιοπωλείο Μόλχο τότε (1984-5), ερχόταν τουλάχιστον δυό φορές την εβδομάδα και έφευγε με τσάντες βιβλία. Πίσω από τα γραπτά του κρύβεται μια τεράστια γνωστική υποδομή. Μοιάζουν τα διηγήματά του με παλιό κρασί, απόσταγμα σοφίας χρόνων.
'Εγραφε στη δεύτερη σελίδα της Θεσσαλονίκης, τα μικρά κειμενάκια του κάθε μέρα. Για μικρά, ασήμαντα πράγματα, που τα έπιανε στο χέρι του και γινόταν σπουδαία, εμβληματικά, τρυφερά, ανατρεπτικά.  Ένας αναπτήρας
Zippo
, ένα κοτσιδάκι στα μαλλιά μιας γυναίκας, ένα τρανζίστορ, ένα μυρμήγκι, και το αποτέλεσμα απρόβλεπτο. Προέκυψαν έτσι τα πρώτα του διηγήματα ''Μάτι φώσφορο κουμάντο γερό" Ιανός 1989, "Η ψίχα της μεταλαβιάς", Τραμ 1990, '' Πάλι κεντάει ο στρατηγός'' Καστανιώτης 1996. Επειδή φιλοξενούμε την Παρασκευή, κύρια τον διηγηματογράφο Γιώργο Σκαμπαρδώνη, έκανα την αναφορά μόνο στα διηγήματα, από τα πρώτα... ως τα τελευταία του Νοέμβριος. Μήπως το κάθε γραπτό του Σκαμπαρδώνη δεν είναι ένα διήγημα; Κομψός, πολυεπίπεδα αναγνώσιμος ο λόγος του πάντα, δεν είναι τυχαία από τους σημαντικότερους διηγηματογράφους του καιρού μας.




Το διήγημα ταιριάζει στον Σκαμπαρδώνη.
Αν η ποίηση είναι η πιο λιτή μορφή λόγου, ακολουθεί το διήγημα. Ούτε μια περιττή λέξη στα γραπτά του. Ακριβολόγος ισορροπεί πάνω στις λέξεις.

Πολυγραφότατος, αν δούμε και την δημοσιογραφική του ιδιότητα, έγραψε το εξαιρετικό μυθιστόρημα, Γερνάω επιτυχώς (Κέδρος 2000), το σημαντικό Ουζερί Τσιτσάνης, (Κέδρος 2001, Πατάκης 2013), το Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου (Κέδρος 2006) και το Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας (Ελληνικά Γράμματα 2008)







Φιλοξενήθηκε τον Νοέμβρη του 2006 από το βιβλιοπωλείο Κηρήθρες, με το
Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου.



Βιβλιοπωλείο Κηρήθρες.  Νοέμβριος 2006.
Ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης και ο Θεόφιλος Αναστασίου
στην παρουσίαση του βιβλίου Πολύ βολύτυρο στο τομάρι του σκύλου.










Ο συνδυασμός της επινόσης με τα γεγονότα στη γραφή του Σκαμπαρδώνη είναι αδιάκριτος. Μόνο όσοι τον ξέρουν καλά θα διακρίνουν τον τόπο και τον χρόνο της έμπνευσης. Πως να μη συνδιάσω την παλιά σκάλα του Μόλχο με το αντίστοιχο διήγημα ή την αντίδραση των χοίρων στο Θαμπό φεγγάρι;

Την Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014, στις 8,30 μ.μ ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης θα είναι και πάλι μαζί μας. Για το έργο του θα μιλήσει η συγγραφέας Τούλα Τίγκα.








Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

Ο ποιητής Ηλίας Κεφάλας


"Έμπνευση είναι η στιγμή που αιωρείται πάνω στη λουλουδιασμένη κυδωνιά και ξαφνικά γίνεσαι πουλί, πετάς και προσγειώνεσαι πάνω στο λευκό χαρτί, όπου η γραφή σου δίνει τα επίγεια στηρίγματά σου.''
                                                                     Ηλίας Κεφάλας

 
Ο ποιητής Ηλίας Κεφάλας πάλι μας ξάφνιασε με το καινούριο του βιβλίο,ΤΡΙΚΑΛΑ,1951-1969. Η πόλη που γεννήθηκα. Μετά το ''Χώμα Χώματα'' επανέρχεται στον πεζό λόγο με ένα αυτοβιογραφικό, των πρώτων χρόνων του, βιβλίο και μέσα απ' αυτό την πόλη που γεννήθηκε και αγάπησε. Η σημαντικότητα του ποιητή, πεζογράφου και δοκιμιογράφου, δίνει τώρα ένα μικρό μικρό μεγάλο βιβλίο για τη γεννέθλια πόλη.Ένα βιβλίο παρακαταθήκη για τα Τρίκαλα και τη Θεσσαλία γενικότερα. Ξεφυλλίζω για τρίτη φορά το βιβλίο και νοιώθω πόσο τυχεροί είμαστε, που έχουμε κοντά μας τέτοιους ανθρώπους. Ποιός θα έγραφε για την άχνα του Θεσσαλικού κάμπου, για τις μοναχικές λεύκες και τις κλωστές της βουνοκορφής του Κόζιακα; Μόνο ένας ποιητής θα μπορούσε να γράψει ένα τέτοιο πεζό αριστούργημα, μια ιστορική φωτογραφική ματιά με την πένα της λογοτεχνίας. 
Την Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου στις 8.30 μ,μ ραντεβού με τον συγγραφέα στο βιβλιοπωλείο Κηρήθρες. Θα μιλήσουν οι ποιητές Αγαθοκλής Αζέλης και Αντώνης Κάλφας. Σας περιμένουμε σε μια συνάντηση με τον  ποιητή και την πόλη που αγαπάμε.(Κώστας Κοτρώνης)



Γαβριηλίδης 2014
"Πριν τα γνωρίσω και τα αγαπήσω τα Τρίκαλα ήταν για μένα μια μυστηριώδης κουκίδα στον γεωγραφικό χάρτη. Πρόφερα το όνομα γοητευμένος- αργ'α και συλλαβιστά- και ασυναίσθητα το ετυμολογούσα μόνος μου. Τρίκαλα: τρία καλά. Μα ποιά; Η φαντασία μου τα αναζητούσε, αλλά πάντα, όταν τα μετρούσα, έβγαιναν πολύ περισσότερα.
Αργότερα, όταν μπορούσα να διαβάζω και να συνειδητοποιώ τις ενδείξεις του χάρτη, έλεγα ότι γεννήθηκα στο κέντρο της Ελλάδας. Ήμουν μαθητής στην τρίτη ή τετάρτη τάξητου δημοτικού σχολείου και με τα μικρά μου δάχτυλα μετρούσα τις αποστάσεις των άκρων της χώρας δεξιά και αριστερά της πόλης ή πάνω και κάτω της ή , ακόμα και λοξά, διαγωνίως. '' Βέβαια'' επαναλάμβανα, μονολογώντας στον εαυτό μου, ''βρίσκομαι ακριβώς στη μέση της πατρίδας, πάνω από την καρδιά της'' (σελ.9)




Ηλίας Κεφάλας
Ο Ηλίας Κεφάλας γεννήθηκε το 1951 στο χωριό Μέλιγος Τρικάλων. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα, όπου και έζησε από το 1969 έως το 1992. Σήμερα ζει και πάλι στον γενέθλιο τόπο του, παρακολουθώντας φωτογραφικά τη φύση, γράφοντας ποίηση, δοκίμιο και πεζογραφία και ασκώντας λογοτεχνική και εικαστική κριτική, σε περιοδικά λόγου και τέχνης. Ασχολήθηκε με το ραδιόφωνο και περιστασιακά με την τηλεόραση. Μεταφράζει και παρουσιάζει γαλλόφωνους ποιητές. Σε στήλη του περιοδικού "Ευθύνη" δημοσιεύει κριτικές αποτιμήσεις προσώπων και κειμένων της νεοελληνικής γραμματείας, ως ύστερες εντυπώσεις από μια δεύτερη ανάγνωση. Σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά ("Αυγή", "Διαβάζω", "Εντευκτήριο", κ.λπ.) παρουσιάζει τις εντυπώσεις τους από τη σύγχρονη λογοτεχνική δημιουργία. Συντελεί στην έκδοση της επιστημονικής επετηρίδας "Τρικαλινά". Συνεργάζεται με τα κυριότερα λογοτεχνικά περιοδικά, όπου φιλοξενούνται ποιήματά του και άλλα κείμενα. Παλαιότερα διακόνησε επισταμένως της κριτική βιβλίου στα περιοδικά "Τομές", "Νέες Τομές", "Διαβάζω" και "Οδός Πανός", όπου φιλοξενήθηκαν περισσότερα από χίλια κείμενά του. Κάποια ποιήματα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά και πολωνικά.

"
Στον Κώστα Τοπούζη εμπιστεύτηκα αμέσως τις ποιητικές μου ανησυχίες. Του άρεσαν οι προσπάθειες μου και μου έδωσε πολλές συμβουλές, κυρίως ως προς τις αναγνωστικές επιλογές. Κάποιες φορές μου διόρθωνε και τα ποιήματά μου. Μου έδωσε, μάλιστα, σε μια στιγμή έντονης οικειότητας, και ένα '' υπόδειγμα''.

'' Έτσι Ηλία, προσπάθησε να γράφεις: λιτά και παθιασμένα, θέλω να πω με την εμπειρία του βιωμένου συναισθήματος''.
Επρόκειτο για ένα μικρό ποιήμα που το κρατάω ακόμα στα χαρτιά μου, για το οποίο δεν θέλησε να διευκρινήσει την προελευσή του. Αργότερα διαπίστωσα ότι ήταν δικό του, καθώς όλο αυτό το διάστημα ήταν ο ίδιος ένας κρυφός ποιητής. Περιέγραφε έναν άνθρωπο που όλη την ημέρα επιχειρεί ταξίδια νοερά ή πραγματικά, σε τόπους, σε ιδέες, σε οράματα και το βράδυ επιστρέφει στο σπίτι του εύφλεκτος σαν το δαδί, έτοιμος να καεί από τις νέεςτου εντυπώσεις.'' (σελ.83)




''Το κάθε βιβλιοπωλείο της πόλης μας ήταν και ένας άλλος μαγνητικός πόλος που με τραβούσε κοντά του κάθε μέρα, Δεν είχα βαρεθεί ποτέ να περνάω καθημερινώς μπροστά από κάθε βιβλιοπωλείο και να βλέπω τα ίδια και τα ίδια σχεδόν βιβλία στις προθήκες των.'' (σελ.77)







Δείτε το έργο του ποιητή Ηλία Κεφάλα ΕΔΩ.







Κυριακή 4 Μαΐου 2014

Ο ποιητής Γιώργος Θεοχάρης


      Γράφουμε ποιήματα,
     βότσαλα μνήμης ρίχνουμε

     στο σιωπηλό βυθό του χρόνου
             Γιώργος Χ. Θεοχάρη
ς



ΤΑΞΙΔΕΨΕ ΜΕ


Ταξίδεψέ με. Πάρε με.
Ρίξε με στο πελώριο κύμα της ορμής σου.

Ανύψωσέ με.

Βγάλε με στον αφρό των επιθυμιών.

Ναυάγησέ με στο πέλαγο των ματιών σου
εκεί που λαμπυρίζουν όλα τα όνειρα μαζί.


Άσε με να περιπλανιέμαι ευτυχισμένος ναυαγός
στην απεραντοσύνη των ματιών σου,
να κολυμπώ και να μη βρίσκω ορίζοντα
άλλον, 
πέρα απ’ τ’ απαλά σου βλέφαρα.

Οπισθόφυλλο του βιβλίου


Ο ποιητής Γιώργος Χ. Θεοχάρης


Ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης γεννήθηκε το 1951 στη Δεσφίνα της Φωκίδας. Από το
1965 διαμένει στην Αντίκυρα Βοιωτίας. Συνταξιοδοτήθηκε από τη βιομηχανία παραγωγής αλουμινίου, στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας, όπου εργάστηκε ως τεχνικός μηχανολογικής συντήρησης. Είναι ποιητής. Διευθύνει το λογοτεχνικό περιοδικό "Εμβόλιμον" και μετέχει στη σύνταξη της εφημερίδας "Book Press". 

Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και μεταφράστηκαν στα γαλλικά, αγγλικά και ισπανικά. Δημοσιεύει επίσης δοκιμιακά σημειώματα και κείμενα λογοτεχνικής κριτικής. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
 Έργα του: - "Πτωχόν μετάλλευμα", έκδοση του περιοδικού "Εμβόλιμον", Άσπρα Σπίτια, 1990 - "Αμειψισπορά", Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Λεβαδείας, Λειβαδιά, 1996 - "Ενθύμιον", Καστανιώτης, Αθήνα, 2004 - "Δίστομο, 10 Ιουνίου 1944: το ολοκαύτωμα", Σύγχρονη Έκφραση, Αθήνα, 2010
Το βιβλίο του «Δίστομο, 10 Ιουνίου 1944: το ολοκάυτωμα»  πήρε το Κρατικό Βραβείο Χρονικού - Μαρτυρίας [2011]
Το περιοδικό Εμβόλιμον που διευθύνει ο Γιώργος Χ, Θεοχάρης , όπως και το περιοδικό Παρέμβαση που επιμελείται ο συγγραφέας - ποιητής Β. Π. Καραγιάννης  στην Κοζανη, τιμήθηκαν για την συμβολή τους στη νεοελληνική λογοτεχνία, στα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας 2013.


Δείτε τα βιβλία του Γιώργου Χ.Θεοχάρη
ΕΔΩ

Η συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Γιώργου Χ. Θεοχάρη με τίτλο '' Πιστοποιητικά θνητότητας'' Ποιήματα 1970-2010 από τη Σύγχρονη Έκφραση, το γνωστό βιβλιοπωλείο της Λιβαδειάς, είναι η αφορμή συνάντησης με τον σημαντικό ποιητή.
Για το έργο του Γιώργου Χ. Θεοχάρη, θα μιλήσει ο φιλόλογος και συγγραφέας Αλέξανδρος Βαναργιώτης. 
Θα απαγγείλουν οι ποιήτριες, Ελένη Αλεξίου και Γεωργία Κολοβελώνη

Ο Γιώργος Χ. Θεοχάρης θα διαβάσει ποιήματά του.


Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο χώρο του βιβλιοπωλείου Κηρήθρες, Γλάδστωνος 13, Τρίκαλα, την Παρασκευή 9 Μαϊού 2014 στις 9 μ.μ.



Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Μετανάστευση και λογοτεχνία


Γράφει ο Θανάσης Β. Κούγκουλος
Δρ. Νέας Ελληνικής Φιλολογίας
Πανεπιστήμιο Αδριανούπολης - Τουρκία



Βαγγέλης Αυδίκος, Η σκιά της Μίκας, μυθιστόρημα

Ο Βαγγέλης Αυδίκος, καθηγητής λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και προηγουμένως στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, εμφανίζεται με καθυστέρηση στον χώρο της λογοτεχνίας. Η αργοπορία του πιθανώς εξηγείται από το γεγονός ότι η ισορροπία ανάμεσα στον θεωρητικό – επιστημονικό λόγο, που καλλιεργεί εδώ και χρόνια, και στην τέχνη του λόγου είναι επώδυνη αλλά ταυτοχρόνως και άκρως ερεθιστική∙ εξάλλου είναι αποδεδειγμένο πως η επιστήμη ήδη από τα μέσα του 20ου αιώνα επιδρά και υφολογικά στη λογοτεχνία.  Ωστόσο ο Αυδίκος –πριν την πρώτη του πεζογραφική κατάθεση (2001)- έρχεται σε στενή επαφή με τη λογοτεχνία μέσα από ποικίλες δραστηριότητες. Συμμετέχει στις συντακτικές επιτροπές λογοτεχνικών περιοδικών ή περιοδικών εκδόσεων που στεγάζουν και αξιόλογα λογοτεχνικά κείμενα (Πρεβεζάνικα Χρονικά και Εξώπολις της Αλεξανδρούπολης που διευθύνει τότε ο αείμνηστος ποιητής Θανάσης Τζούλης), γράφει επίσης λογοτεχνική κριτική και φιλολογικά δοκίμια και, προπαντός, η επιστημονική του δουλειά για την παραδοσιακή και τη σύγχρονη κοινωνία αποτελεί υλικό πρώτης τάξης για λογοτεχνική χρήση.

Το τέταρτο, και τελευταίο μέχρι στιγμής πεζογράφημά του, είναι το μυθιστόρημα Η σκιά της Μίκας. Φαίνεται να εμπνέεται από το πρόσφατο επιστημονικό του ταξίδι σε διάφορα Πανεπιστήμια και πόλεις της Αμερικής. Όπως προκύπτει από το ηλεκτρονικό του ιστολόγιο, στο ταξίδι γνωρίζεται με τη λέκτορα ελληνικής γλώσσας Μίκα Τσεκούρα στο Κέντρο Γλωσσών του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνιας. Το όνομα του υπαρκτού προσώπου της ελληνοαμερικάνικης κοινότητας μοιάζει να παραφράζεται στο μυθιστόρημα για να δώσει σάρκα και οστά στη χάρτινη ηρωίδα Μίκα Τσεκουρίδου.  Όπως προσημαίνεται έμμεσα στον τίτλο, το κείμενο ακολουθεί τη δομή του αστυνομικού μυθιστορήματος. Η υπόθεσή επικεντρώνεται στην αναζήτηση της σκιάς -των σκοτεινών δηλαδή και αμφιλεγόμενων ιχνών- μιας Ελληνίδας μετανάστριας που καταφεύγει στην Αμερική μετά την καταστροφή της Σμύρνης.

Η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη και πραγματοποιείται σε δώδεκα κεφάλαια από τον κεντρικό ήρωα και μετανάστη Κοσμά Τρίκαρδο. Ο Κοσμάς, με ρίζες από τη Σμύρνη, σπουδάζει κλασική φιλολογία στην Αμερική, παντρεύεται με την Αμερικανο-πολωνίδα Μαρία Τερέζα, ζει στη Φιλαδέλφεια, εργάζεται σε μία εταιρεία οικονομικών συμβούλων και αναλαμβάνει να εντοπίσει για λογαριασμό της εταιρείας τους κληρονόμους μιας ιδιοκτήτριας μετοχών που αγοράστηκαν το 1927 και έχασαν την αξία τους με το κραχ του 1929. Πλέον οι μετοχές αποδίδουν κέρδη, που θα εισπράξει η οικονομική υπηρεσία του Μπρονξ αν δεν βρεθούν οι νόμιμοι κληρονόμοι. Ο Κοσμάς προσπαθεί να ξετυλίξει το κουβάρι της αινιγματικής ζωής της ιδιοκτήτριας, της Μίκας Τσεκουρίδου, ερευνώντας σκόρπιες ενδείξεις της παρουσίας της στη Νέα Υόρκη (Μπρονξ, Αστόρια, μουσείο του σταθμού υποδοχής των μεταναστών του Έλλις Άιλαντ), στο Κολόμπους του Οχάιο και ξανά στη Νέα Υόρκη.  Παράλληλα με τη δοκιμασία του Κοσμά, ο αναγνώστης πληροφορείται σταδιακά τραγικές λεπτομέρειες του βίου της Μίκας και εμβαθύνει στο δράμα των Ελλήνων μεταναστών του Μεσοπολέμου, που με κόπο και ιδρώτα παλεύουν να κατακτήσουν το άπιαστο αμερικάνικο όνειρο. Με βάση εσωτερικές χρονολογικές νύξεις, η αναζήτηση του Κοσμά τοποθετείται χρονικά την περίοδο της προεκλογικής εκστρατείας του πρώτου αφροαμερικανού προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Μπαράκ Χουσεΐν Ομπάμα, δηλαδή το έτος 2008.

Η Μίκα Τσεκουρίδου αναδύεται τμηματικά μέσα από τις έρευνες του Κοσμά. Πρόκειται για μια παραδειγματική μορφή μαχητικής μετανάστριας των αρχών του 20ου αιώνα. Αγωνίζεται για να κερδίσει τη ζωή της παλεύοντας πολύ σκληρά σε αντίξοες συνθήκες. Σπουδάζει ιστορία στο Παρίσι. Βιώνει τον χαμό της Σμύρνης το 1922 και σέρνεται ως πρόσφυγας στον Πειραιά. Από εκεί παίρνει κατευθείαν το βαπόρι για την Αμερική, συμφωνώντας να δουλέψει για τρία χρόνια σ’ ένα άγνωστο αφεντικό. Στο πλοίο συναντά και ερωτεύεται τον Πάτρικ, έναν Ιρλανδό που ψάχνει καλύτερες μέρες στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Πουλάει λουλούδια με καρότσι στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Το σκάει για το Κολόμπους του Οχάιο για να βρει τον Πάτρικ. Συζεί μαζί του στο πατάρι ενός ιρλανδέζικου κλαμπ και αγοράζει διακόσιες μετοχές μιας εταιρείας. Το 1929 οι μετοχές γίνονται άχρηστα χαρτιά. Ο Πάτρικ σκοτώνεται κατά την απόβαση της Νορμανδίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για χάρη της νέας του πατρίδας.

Μετά τον θάνατο του αγαπημένου της νιώθει αφόρητη μοναξιά και βασανίζεται από το αίσθημα της αποτυχίας.  Βρίσκει παρηγοριά στον Τζον Κόντακ, έναν αλήτη γεννημένο στην Αμερική από Έλληνες γονείς, και εργάζεται σ’ ένα εστιατόριο. Υιοθετεί ένα κατατρεγμένο ελληνόπουλο κατά την εποχή του Εμφυλίου. Δωρίζει στην ορθόδοξη εκκλησία της πόλης ένα ποσοστό των μετοχών της και τρέπεται σε φυγή πίσω στη Νέα Υόρκη. Καταλήγει σε γηροκομείο του Μπρονξ ενώ ο θετός γιος της σμίγει με τη φυσική του μητέρα στην Ελλάδα. Παραλείπω κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες από την περίληψη της ταραχώδους ζωής της Μίκας, για να μην αποκαλύψω την έκπληξη που περιμένει τον αναγνώστη στο τέλος της ιστορίας. Η αστυνομική πλοκή του μυθιστορήματος επιβάλλει, εξάλλου, το κλείσιμο με μια περίτεχνη ανατροπή.

Οι δύο βασικοί ήρωες κινούνται παράλληλα σε δύο χρονικά επίπεδα, τα οποία καθρεφτίζουν αντίστοιχες φάσεις της υπερπόντιας μετανάστευσης. Η Μίκα αντιπροσωπεύει το μεταναστευτικό ρεύμα του Μεσοπολέμου, όσους εκδιώκονται με ευθύ ή πλάγιο τρόπο, ριζώνουν στην Αμερική και διαμορφώνουν μια σχέση νοσταλγίας και απέχθειας για τη μητέρα -  Ελλάδα, που στη συνείδησή τους ταυτίζεται ταυτοχρόνως με τον χαμένο παράδεισο της παιδικής ηλικίας και την κόλαση των ονείρων τους. Αυτή η αμφίθυμη σχέση αποτυπώνεται εύγλωττα στα ονόματα μαγαζιών και κέντρων διασκέδασης. Μέσω της συμβολικής ονοματοθεσίας εκφράζεται ο πόνος του χωρισμού, καθώς ο γενέθλιος τόπος ανασυντίθεται συμβολικά στη φιλόξενη μητριά πατρίδα: π.χ.Λευκός Πύργος, Η Ελληνική Κουζίνα, Γκρικ Μουσακά, Ωραίος ως Έλλην. Ο Κοσμάς εκπροσωπεί τη νεώτερη γενιά μεταναστών. Τους ανθρώπους που επιλέγουν την Αμερική ως χώρο σπουδών και επαγγελματικών ευκαιριών. Μένουν μόνιμα εκεί, φτιάχνουν μεικτές οικογένειες και σφυρηλατούν νέα ταυτότητα. Οι δύο ομάδες αντιμετωπίζουν κοινά αλλά και διαφορετικά προβλήματα, που σχολιάζονται άλλοτε αναλυτικά κι άλλοτε υπαινικτικά στο περιθώριο της αφήγησης.

Το σημαντικότερο ζήτημα είναι αυτό της οικοδόμησης της πολιτιστικής ταυτότητας. Ο μετανάστης στέκεται μετέωρος ανάμεσα σε δύο πολιτισμικά πλαίσια, αυτό της χώρας που αφήνει και αυτό της χώρας που έρχεται. Τόσο ο Κοσμάς όσο και η Μίκα -αλλά και τα άλλα δρώντα πρόσωπα- με μεγαλύτερη ή μικρότερη ένταση βιώνουν διλήμματα ταυτότητας. Παρότι σέβονται και ως ένα βαθμό θέλουν να διατηρήσουν την ελληνική καταγωγή τους, την ίδια ώρα επιθυμούν διακαώς να αποτινάξουν από πάνω τους το στίγμα του ξένου και να γίνουν Αμερικανοί. Έτσι διαπλάθεται η ερμαφρόδιτη ταυτότητα του Ελληνοαμερικάνου, η οποία εμπεριέχει πλήθος αντιθετικών στοιχείων. Κατά βάση πρόκειται για έλξη και απώθηση της Ελλάδας με όρους ψυχαναλυτικούς. Έλξη διότι αποτελεί τον πυρήνα του «Εμείς» στον ξένο τόπο αλλά και απώθηση διότι ο Ελληνοαμερικανός πιέζεται από τις καταστάσεις να μεταμορφωθεί σε πολίτη μιας πολυεθνικής και συνάμα βαθύτατα συντηρητικής κοινωνίας. Η συντηρητικότητα και η πίστη σ’ ένα φαντασιακό έθνος είναι ο συνδετικός κρίκος της αμερικάνικης πανσπερμίας.

Το σχήμα της έλξης / απώθησης βρίσκει εφαρμογή στο σύνολο της καθημερινότητας του μετανάστη. Δίνω ορισμένα παραδείγματα - πάντα από το μυθιστόρημα. Ο Κοσμάς ψηλαφώντας τα αχνά ίχνη της Μίκας στο μουσείο του Έλλις Άιλαντ έχει την ψευδαίσθηση ότι η παραμονή του στην Αμερική είναι προσωρινή: Καθώς γίνομαι ένα με τους τουρίστες έχω την εντύπωση πως, μετά το τέλος του ταξιδιού, θα πάρω το αεροπλάνο της επιστροφής στην Ελλάδα. Ο ίδιος ήρωας μέσω της γεύσης αποπειράται να επικοινωνήσει με το ελληνικό παρελθόν του. Αν και η αλλοεθνής γυναίκα του αρνείται να του προσφέρει τη γευστική επιστροφή στις ρίζες -θεωρώντας πως η φασολάδα με το ωμό κρεμμύδι αποτελεί γαστρονομική βαρβαρότητα- η ερωμένη του σπεύδει να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Ο Κοσμάς αναστατώνεται, διότι η απουσία του από την οικογένεια λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων ωθεί τα δίγλωσσα παιδιά του να εγκαταλείπουν τα ελληνικά και να στρέφονται αποκλειστικά στα αγγλικά. Η ίδια αντίθεση έλξης / απώθησης εντοπίζεται και στο υπόβαθρο της κιτς διακόσμησης μαγαζιών και σπιτιών των Ελληνοαμερικάνων. Στο σπίτι ενός παράγοντα της ομογένειας, που δυσκολεύεται να μιλήσει ελληνικά, ένας θολωτός πετρόκτιστος διάδρομος δέκα μέτρων αντιγράφει τις Μυκήνες υπογραμμίζοντας τις ποικίλες αντινομίες στη ζωή του μετανάστη.

Ο τόπος καταγωγής αλλά και τόποι διαμονής του συγγραφέα παρεισφρέουν ως γενέθλιοι τόποι δευτερευόντων ηρώων. Για παράδειγμα η Πρέβεζα είναι η πόλη του θείου του Κοσμά, το γενέθλιο Συρράκο της Ηπείρου είναι το χωριό της γυναίκας του μεγαλοεπιχειρηματία Ελ Κοναρίδη και από την Αλεξανδρούπολη είναι η Φωτεινή Πετρούδη, ψυχολόγος και αξιοσέβαστο μέλος της ομογένειας. Στο πρόσωπο του Ηλία Καλοσίμου, καθηγητή και διευθυντή του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο Οχάιο Στέιτ Γιουνιβέρσιτι, ο συγγραφέας μεταφέρει ψήγματα της ακαδημαϊκής του εμπειρίας και, όπως συμβαίνει και στο Ο δικός μου Θεός (2004), το μυθιστόρημα ρέπει ελαφρώς προς το λεγόμενο campus novel, το δυτικότροπο δηλαδή πανεπιστημιακό μυθιστόρημα.

Οι ομοιότητες με το προηγούμενο μυθιστόρημά του συγγραφέα Ο δικός μου Θεόςείναι, κατά τη γνώμη μου, έκδηλες εξαιτίας της κοινής ανθρωπολογικής οπτικής. Ο επιστήμονας Αυδίκος, συνειδητά ή ασυνείδητα, δανείζει τη διεισδυτική ματιά του ανθρωπολόγου στους ήρωές του. Ο Anoop Chandola, καθηγητής ανατολικών ασιατικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα και μυθιστοριογράφος, διαπιστώνει ότι μια κατηγορία μυθιστορημάτων που ονομάζονται από την κριτική εθνογραφικά ήανθρωπολογικά «συνθέτουν ένα καινούργιο είδος, όχι ιδιαίτερα γνωστό. Τέτοιου τύπου μυθιστορήματα περιέχουν μια ανθρώπινη ιστορία που εστιάζει στο έθνος, τον πολιτισμό και το πολιτισμικό περιβάλλον όπως παρατηρείται από έναν έμπειρο συγγραφέα». Πιστεύω πως ο παραπάνω ορισμός ταιριάζει απόλυτα στα μυθιστορήματα Η σκιά της Μίκας και Ο δικός μου Θεός του Βαγγέλη Αυδίκου, ο οποίος συμπλέκοντας τις ιδιότητες του λαογράφου και του πεζογράφου, ανοίγει έναν γοητευτικό δρόμο στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία.


 *Η σκιά της Μίκας, μυθιστόρημα, Εκδόσεις Ταξιδευτής, Αθήνα 2013, 267 σελίδες, Από την παρουσίαση της "Μίκας" στην Αλεξανδρούπολη, 3 Οκτωβρίου 2013, Εθνολογικό Μουσείο Θράκης





Τίτλος:Η σκιά της Μίκας 
Μυθιστόρημα
Συγγραφέας:Αυδίκος, Ευάγγελος Γ.Εκδότης:Ταξιδευτής
Κατηγορία:1. Νεοελληνική πεζογραφία - Μυθιστόρημα
ISBN:960-9692-18-4
Έτος Έκδοσης:2013
Σελίδες:267
Συντελεστές: Αυδίκος, Ευάγγελος Γ.
Τιμή Εκδότη:15,00
€Τιμή ΚΗΡΗΘΡΕΣ:15,00 €








Η Μίκα και ο Κοσμάς. Δύο άνθρωποι διαφορετικών εποχών, που προσπαθούν να ριζώσουν στην Αμερική. Ο Κοσμάς διάλεξε να σπουδάσει στην Αμερική στα τέλη του 20ού αιώνα και στη συνέχεια παντρεύτηκε με Αμερικανίδα, εργάζεται ως ερευνητής σε μια επενδυτική εταιρεία. Αναζητεί τα ίχνη της Μίκας, Ελληνίδας από τη Σμύρνη που βρέθηκε στην Αμερική μετά την καταστροφή, πέθανε φτωχή, αλλά οι οικονομικές συγκυρίες την έκαναν πλούσια μετά το θάνατό της. Τους χωρίζει μισός αιώνας, μα, τα όνειρα και οι ελπίδες είναι ίδια. Τους ενώνουν οι μετοχές. Η Μίκα αγόρασε μετοχές με την παρακίνηση του Ιρλανδού συντρόφου της κυνηγώντας το αμερικανικό όνειρο. Το οικονομικό κραχ του 1929 και οι δυσκολίες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου την οδήγησαν σε περιπέτειες και ταλαιπωρίες. Πίστεψε πως οι μετοχές θα της άλλαζαν τη ζωή. Το ίδιο πιστεύει και ο Κοσμάς, ο οποίος αναζητούσε μια ευκαιρία να πετύχει. Ένα μυθιστόρημα που επιχειρεί να μιλήσει για τη μοναξιά και τα διλήμματα των μεταναστών. Ένα μυθιστόρημα για τις ελπίδες αλλά και τις απογοητεύσεις. Ένα μυθιστόρημα που ψάχνει τις πληγές που συχνά κρύβονται πίσω από επιτυχημένα όνειρα. Ένα βιβλίο για την ελληνική διασπορά αλλά και για τα όνειρα κάθε μετανάστη. Με έρωτες που πονάνε αλλά και δίνουν ελπίδα.



Βαγγέλης Αυδίκος

Δείτε τα βιβλία του Βαγγέλη Αυδίκου ΕΔΩ