Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Συν-υπογράφοντας

"Για πρώτη φορά, ζω σε μια κοινωνία, η οποία δείχνει να 'χει πάθει εγκεφαλικό! Δεν αντιδρά με τίποτα!" ο Χρόνης Μίσσιος, σ' αυτό το πρώτο μέρος της συνέντευξης, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη, για τη σημερινή κατάσταση της χώρας, τονίζοντας μεταξύ άλλων, ότι "πρέπει να αντιληφθούμε ποιά είναι η ουσία και το νόημα της ζωής! Δηλαδή, δεν γίνεται αντί να ζούμε, να προσπαθούμε να επιβιώσουμε!" και προτείνοντας "να πάρουμε τα βουνά, να ξαναεποικήσουμε την Ελλάδα".



Xρόνης Μίσσιος: H κοινωνία δείχνει να έχει πάθει εγκεφαλικό!

Η κρίση που περνάμε, είναι πολυεπίπεδη, δεν είναι μονάχα οικονομική. Oυσιαστικά είναι κρίση αξιών και χρεοκοπίας του λογοκρατούμενου και τεχνοκρατικού πολιτισμού μας. Τους κινδύνους για την οικολογική κρίση, πια, του πλανήτη, δεν τους αμφισβητεί κανείς, και όλο και περισσότεροι άνθρωποι συνειδητοποιούν την ανάγκη να στρατευτούν σε τέτοιου είδους προσπάθειες για να σώσουν ή να βελτιώσουν το περιβάλλον. Αυτό, όμως, είναι το ένα μέρος: Ο περιβαλλοντολογικός ακτιβισμός. Διότι στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο περιβάλλοντα:
Το ένα είναι το φυσικό περιβάλλον και το άλλο είναι το κοινωνικό περιβάλλον, το ανθρώπινο περιβάλλον.
Το πρόβλημα προκύπτει από το γεγονός, ότι το ανθρώπινο περιβάλλον είναι οργανωμένο κατά τέτοιο τρόπο και δρα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε καταστρέφει το φυσικό περιβάλλον. Συνεπώς για να διατυπώσουμε ένα οικολογικό αίτημα, που θα σημαίνει την σωτηρία του πλανήτη και συνεπώς της ζωής πάνω σε αυτόν, πρέπει να προσπαθήσουμε να δούμε πως θα ανατρέψουμε τις πρακτικές που οδηγούν στην καταστροφή του και πως θα οδηγηθούμε σ’ έναν βαθύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό, ο οποίος θα αποκαταστήσει τη φυσική σχέση του ανθρώπου με τη φύση.
Αυτό σημαίνει, μια εξανάσταση της ανθρώπινης συνείδησης, σημαίνει μια καθημερινή απόκρουση της βαρβαρότητας του συστήματος και μιας διαφορετικής τοποθέτησης στη συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι σε αυτά τα προβλήματα. Και αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο. Γιατί αυτή τη κουλτούρα, ότι ο άνθρωπος είναι ο κυρίαρχος του πλανήτη, και ότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο και τον διόρισε κυρίαρχο του πλανήτη και του είπε ότι: «όλα αυτά είναι δικά σου», την κουβαλάμε από τα γεννοφάσκια μας!

Πρέπει να απαλλαχτούμε από τις θεωρίες του ανθρωποκεντρισμού, όπως και από τις αφελείς θεωρίες της θρησκείας και όλων αυτών των πραγμάτων. Αλλά κυρίως, πρέπει να αντιληφθούμε ποια είναι η ουσία και το νόημα της ζωής! Δηλαδή, δεν γίνεται αντί να ζούμε, να προσπαθούμε να επιβιώσουμε!
Κάθε πλάσμα έρχεται στον κόσμο με δικαιώματα, με δυνατότητες, να ζήσει τη ζωή του, να χαρεί, να είναι χορτάτο, να καλύπτει τις ανάγκες του, κλπ. Αλλά ο άνθρωπος έρχεται σ’ έναν κόσμο, όπου εκτός από τους πορφυρογέννητους, δεν ξέρει που πάει και τι κάνει, και πώς να ζήσει.
Ταυτόχρονα αυτή η ολιστική οικολογία- οικολογική αντίληψη, η οποία δεν ασκείται μόνο σ’ έναν οικολογικό ακτιβισμό αλλά βλέπει και θέλει και παλεύει να αναστρέψει τις καταστροφικές δομές του συστήματος και να εδραιώσει έναν καινούριο πολιτισμό, είναι σημαντική γιατί είναι η μόνη διαδικασία η οποία απαιτεί όχι την υπακοή ή την υποταγή των ανθρώπων σε μια πίστη ή σε μια ιδεολογία αλλά απαιτεί την αφύπνιση της συνείδησής του και την κατανόηση του νοήματος της ζωής.
Η ζωή είναι ένα χάρισμα. Είναι ένα χάρισμα που μας δίνεται μια φορά. Μια φορά! Και πρέπει να το χαρούμε, πρέπει να το δωρίσουμε, πρέπει να το ζήσουμε!
Η οικολογία μάς απαλλάσσει, επίσης, και από το άγχος του θανάτου. Ξέρουμε, ότι αυτό το δώρο, είναι με ημερομηνία λήξεως, και συνεπώς πρέπει να το χαρούμε και όχι να το σπαταλάμε μέσα σε βάσανα. Τι είναι αυτά τα πράγματα; Που κατάντησαν τη ζωή μας σήμερα;
Οι άνθρωποι δεν προλαβαίνουν να σκεφτούνε, δυστυχώς, να καταλάβουν, τι σημαίνει ζωή. Τρέχουν, τρέχουν, τρέχουν, κι όταν φτάνει το ηλιοβασίλεμα, αντί να κλαίνε γιατί πέρασε άλλη μια μέρα, και συνεπώς άλλο ένα βήμα προς το θάνατο, χαίρονται. Χαίρονται! Γιατί η μέρα τους ήταν φορτωμένη με οδύνη, με άγχος, με κυνηγητό, με προβλήματα, με όλα αυτά.
Η οικολογία είναι επαναστατική, με την έννοια ότι στοχεύει να καταργήσει όλες τις αρνητικές δομές της κοινωνίας. Είναι η μόνη επανάσταση, θα λέγαμε, η οποία δε φέρει εξουσία και δεν εδραιώνει καμία εξουσία. Και ξέρουμε από την ιστορία ότι και τα πιο ωραία, τα πιο όμορφα, τα πιο ρομαντικά όνειρα των επαναστατών, σκοτώθηκαν από την εξουσία. Αυτή ήταν η αιτία της καταστροφής. Αυτή είναι η αιτία που μετατρέπει τα όνειρα σε εφιάλτη.
Είναι δυνατόν να μιλάμε για οικολογία και για πράσινη ανάπτυξη και να έχουμε την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο;
Μιλάω για την κυβέρνηση και για την πράσινη ανάπτυξη! Σ’ αυτή την πράσινη ανάπτυξη, λοιπόν, από τους πρώτους μετόχους είναι οι εταιρίες της BP, από τους πρώτους επενδυτές σ’ αυτή την ιστορία. Δηλαδή είναι αυτός ο φαύλος κύκλος που έλεγε ο Ελύτης, ότι με έναν ανθρωποκεντρικό - τεχνοκρατικό πολιτισμό προσπαθούμε να διορθώνουμε τις ζημιές που έκανε ένας ανθρωποκεντρικός- τεχνοκρατικός πολιτισμός. Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος.
Και τι θα πει ανάπτυξη, κι ως που πάει αυτή η ανάπτυξη τέλος πάντων; Αυτή η γραμμή που πάει; Έχει κανένα τέλος; Έχει κανένα τέρμα αυτή η γραμμή; Περάσαμε τη βιομηχανική επανάσταση, περάσαμε την επανάσταση την ηλεκτρονική, και το όφελος του ανθρώπου ποιό; Η ποιότητα της ζωής του, το νόημα της ζωής του έχει χαθεί, έχει αλλοτριωθεί! Η ζωή είναι αλλού και ο άνθρωπος ο σημερινός είναι αλλού! Οι περισσότεροι άλλα ζητούν κι άλλα ζούνε, άλλα επιθυμούν και άλλα πραγματοποιούν μέσα στην κοινωνία.
Είμαστε πια μια κοινωνία σχιζοφρενών. Από τη μια ένας αφύσικος πολιτισμός και από την άλλη η οντότητά μας σαν άνθρωποι. Είμαστε ψυχασθενείς. Απλώς ο καθένας νομίζει ότι ο άλλος είναι, κι όχι ο ίδιος!
Αν θέλουμε λοιπόν να οραματιστούμε ένα ανθρώπινο μέλλον, οφείλουμε κατ’ αρχήν να το οραματιστούμε σε ανθρώπινα μέτρα. Αυτές οι χαβούζες που λέγονται πόλεις εξαφανίζουν τον άνθρωπο.
Θα κάνω μια παρένθεση: πήγα κάποτε στην Ιταλία και μπήκα σε μία από αυτές τις τεράστιες εκκλησίες που έχουνε. Στάθηκα μέσα σ’ αυτό το πράγμα και χάθηκα πραγματικά. και ένιωσα έτσι, ανύπαρκτος. Αυτόματα σκέφτηκα κι ένα δικό μας, ένα εκκλησάκι σ’ ένα λοφίσκο, που μπαίνεις μέσα και ακουμπάς το Θεό ρε παιδί μου! Εκεί εκμηδενίζουν εντελώς τον άνθρωπο. Ενώ, αντίθετα, μπαίνεις σ’ σ’ ένα ερημοκλήσι και βλέπεις τον Παντοκράτορα από πάνω να σου χαμογελάει, να απλώσεις το χέρι να τον πιάσεις!
Δηλαδή, ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να επικοινωνήσει, ανεξάρτητα αν πιστεύει στον Θεό ή δεν πιστεύει στο Θείο, κλπ. Όσο υπάρχουν άνθρωποι -κι αυτοί λιγοστεύουν ολοένα και περισσότερο και αντικαθίστανται από τους μεταλλαγμένους- θα νιώθουνε αυτή την ανάγκη μιας διαφορετικής επικοινωνίας. Πολλές φορές όταν είμαι «φορτωμένος» και έχει Πανσέληνο βγαίνω στην βεράντα εδώ έξω ανοίγω τα χέρια μου -όπως όταν σταύρωσαν τον Χριστό- κι ανοίγω το στόμα μου και προσπαθώ να... καταπιώ το φεγγάρι. Στέκω, έτσι, πέντε με δέκα λεπτά, και κάποια στιγμή χάνομαι, σταματάω μόνος μου, γιατί δεν ξέρω αν θα γυρίσω πίσω…
Εδώ κάτω έχω και μια ροδιά (αγαπάω πολύ τις ροδιές) η οποία, κάποια μέρα μου αρρώστησε. Πήγα στον Γεωπόνο, πήρα φάρμακα, πήρα τούτο, πήρα τ’ άλλο, την ράντισα, τίποτα! Η ροδιά κάθε μέρα και χειρότερα. Ήταν Πανσέληνος. Την σκεφτόμουνα κι ήμουν στενοχωρημένος. Κατέβηκα τα σκαλοπάτια, κι έκατσα σε μια πέτρα δίπλα της και άρχισα να της λέω πόσο πολύτιμη είναι για μένα, πόσο την αγαπάω, να την χαϊδεύω, να της μιλάω τρυφερά κλπ. Από την άλλη μέρα η ροδιά άρχισε να γίνεται καλύτερα. Έγιανε, και τον Σεπτέμβρη πέταξε και εκτός εποχής, πια, δυο τεράστια ρόδια. Τώρα, δεν ξέρω αν τα φάρμακα βοήθησαν, επίσης, αλλά εγώ αλλιώς το εισέπραξα και αλλιώς το ένιωσα.
Είναι δύσκολο να ανοίξουμε μια διέξοδο μέσω μιας οικολογικής επανάστασης. Και γιατί είναι δύσκολο; Από την δεκαετία του ’60 ο Μαρκούζε είχε επισημάνει, ότι αυτό το απεχθές κοινωνικό σύστημα δεν βρίσκεται πια έξω από τον άνθρωπο, αλλά έχει ενσωματωθεί μέσα στον άνθρωπο και έχει υποχρεώσει τον άνθρωπο να το αναπαράγει συνεχώς. Αυτό τι λέει;
Αυτό λέει, ότι υποχρεωτικά, έχουμε μια μετάλλαξη της συνείδησης, μια μεταφορά της, από την αυτονομία της αναζήτησης του καλού ή της ζωής, σε μια πρακτική η οποία αναπαράγει το σύστημα. Μας έχουν υποχρεώσει να παίρνουμε αυτοκίνητα, μας υποχρεώνουν να παίρνουμε κινητά, μας υποχρεώνουν να κάνουμε τούτο, ή το άλλο. Έχουν οργανώσει έτσι τη ζωή, ώστε δεν μπορούμε να διαφύγουμε.
Γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολη μια επανάσταση της οικολογίας. Γιατί πρέπει να απαλλαγεί ο άνθρωπος, να ξεράσει από μέσα του, όλο το σύστημα, να μπορέσει να απελευθερωθεί και να μπορέσει τελικά να δει τα πράγματα όπως είναι, να δει τη ζωή του, να παλέψει, ν’ αντισταθεί, να πολεμήσει.
Σήμερα και σ’ αυτόν τον τομέα -και είναι πολύ αισιόδοξο- διάφορες παρέες παίρνουν τα βουνά και προσπαθούν να ζήσουν έξω από το σύστημα. Ακόμα, σε κάποιες περιοχές έχουν καταργήσει και το χρήμα. Εσύ έχεις βγάλει φέτος περισσότερα φασόλια, εγώ έχω πατάτες, ο άλλος έχει λάδι, ο άλλος είναι γιατρός κι αντί για πληρωμή θα του δώσω αυγά ή κοτόπουλο, κλπ.
Αυτά νομίζω είναι από τα πιο σημαντικά πράγματα που συμβαίνουν σήμερα στην ελληνική κοινωνία, διότι από το οργανωμένο πολιτικό- θεσμικό σύστημα δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα. Πρόκειται για μια κατάσταση η οποία αποκλείεται να αναπαράξει τίποτα καλό, τίποτα της προκοπής.
Δεν πίστευα ποτέ ότι θα ξαναζήσω μια περίοδο εθνικής υποτέλειας της πατρίδας μου.
Πιτσιρικάς δεκατριών χρονών πολέμησα τους Γερμανούς. Μετά, πολέμησα τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, την εποχή που ερχόταν εδώ ο Αμερικανός  στρατηγός και του έλεγε ο Έλληνας Πρωθυπουργός, διανοούμενος Κανελλόπουλος, «Ιδού ο στρατός σας!», δείχνοντας τον ελληνικό στρατό. Την εποχή που ερχόταν ο πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών ο περίφημος Πιουριφόι, και έμπαινε στο γραφείο του Πρωθυπουργού και ανέβαζε τα πόδια του πάνω στο γραφείο και του έλεγε τι να κάνει και τι να μην κάνει…
Ε, περίπου τα ίδια δε ζούμε τώρα; Έρχονται οι Τροϊκανοί. Τα ίδια δεν κάνουνε; Έχουμε κυβέρνηση; Πού είναι;
Λέω καμιά φορά, σ’ αυτά τα παιδιά που τρέχουν στις διαδηλώσεις και χτυπιούνται με τους μπάτσους και μετά τους πλακώνουν με τα χημικά σα να ‘ναι κατσαρίδες, «Τι πάτε και σκοτώνεστε μες στους δρόμους και δεν πάτε να καταλάβετε τα χωράφια της Μονής του Βατοπεδίου και να κάνετε μια φάρμα; Είστε όλοι σας μορφωμένα παιδιά, έχετε διάφορες ειδικότητες, να καταλάβετε τα βασιλικά κτήματα, αυτού του κερατά στο Τατόι, να κάνετε μια φάρμα; Θα ‘χετε και τον κόσμο μαζί σας! Ποιος θα σας πει κουβέντα; Πάτε και πετάτε γκαζάκια, και καίτε το αυτοκίνητο του αλλουνού του κακομοίρη, τι σας φταίει ο άλλος;».
Θέλω να πω, ότι, δυστυχώς, επίσης για πρώτη φορά, ζω σε μια κοινωνία η οποία δείχνει να χει πάθει εγκεφαλικό! Δεν αντιδρά με τίποτα! Να συμβαίνουν τόσο τρομακτικά πράγματα και μέσα σ’ αυτήν και στον κόσμο και γύρω της, και να μην παίρνει χαμπάρι! Να μην αντιδρά με τίποτα!
Άκουγα τον Γιανναρά να λέει «Τουλάχιστον ας κατέβουν εκατό- διακόσιες χιλιάδες κόσμος να καταλάβουν το Σύνταγμα και να κάτσουν εκεί και να απαιτήσουν Συντακτική Εθνοσυνέλευση». Αλλά πού; Αυτό που λέγεται, πια, ότι απέμεινε σαν σύνθημα γραμμένο σε γκρεμισμένους τοίχους: «ΑΡΙΣΤΕΡΑ», τυρβάζει περί των… ευαγγελίων ακόμα!
Ξέρεις τι είπε ο Δαντόν πριν τον καρατομήσουν; «Τα βήματα της ανθρώπινης ιστορίας είναι οι ταφόπετρες των ρομαντικών». Κατάλαβες; Και μέσα σε όλη την πορεία της ιστορίας, οι μόνοι που έσωσαν την αθωότητά τους ήταν αυτοί που σκοτώθηκαν νωρίς, πριν γίνουν εξουσία. Γιατί, σου λέω, ότι η εξουσία είναι το χειρότερο, είναι το τρομακτικότερο εφεύρημα του ανθρώπου!
Εγώ είμαι υπέρ της άμεσης δημοκρατίας, υπέρ των μικρών κοινοτήτων, και το μόνο που θα έλεγα σήμερα που η χώρα μας περνάει κρίση, θα ‘τανε, "πάρτε τα βουνά, ξαναγυρίστε στα χωριά σας, ξαναγυρίστε στη λίμνη! Ξαναεποικήστε την Ελλάδα!"
Έχουμε μια χώρα η οποία είναι ευλογία Θεού, παράγει τα πάντα! Από βότανα, από τρόφιμα, τα πάντα μπορεί να παράξει. Ποτέ όμως δεν είχαμε μια ικανή πολιτική ηγεσία.
Είναι πάρα πολύ εύκολο να φτιάξεις μια ιδεολογία ή μια θεωρία για την κοινωνία και να καλέσεις τους ανθρώπους να την εφαρμόσουν. Είναι όμως τρομερά δύσκολο, ως ανυπέρβλητο, να ξεπεράσεις το εμπόδιο του εαυτού σου και της κουλτούρας που σου πότισαν από τα γεννοφάσκια σου και τα δεσμά που έχει δέσει γύρω σου το σύστημα.
Γι’ αυτό ο δρόμος προς την απελευθέρωση από τη βαρβαρότητα, είναι ένας δρόμος πάνω από την πυρρά, που πρέπει να περάσει ο καθένας μας. Πάρα πολύ δύσκολος δρόμος.
Για την ώρα το κάνουν αυτοί που έχουν κάποια δυνατότητα να το κάνουν. Δηλαδή, γνωρίζω ανθρώπους, οι οποίοι φύγανε και πήγανε στο Πήλιο, ένα από τα πιο παραγωγικά βουνά της Ελλάδας -εκεί και… μπουκάλια να φυτέψεις θα φυτρώσουνε και υπάρχουν κτήματα τα οποία είναι εγκαταλελειμμένα, γεμάτα ελιές, καρυδιές, μηλιές κλπ.- και νοίκιασαν ένα κτήμα, ίσα ίσα για να μην χάσει ο ιδιοκτήτης την κυριότητα, δηλ. με 500 ευρώ το χρόνο, για να καλλιεργούν και να ζουν εκεί, να πουλάν το λάδι και καμιά φορά να βγαίνουν και στην λαϊκή αγορά. Κάποιοι από αυτούς είναι και γιατροί ή δάσκαλοι και διοργανώνουν εκδηλώσεις. Περνάνε όμορφα, με την παρέα τους, με τα οργανάκια τους, κάθε άνοιξη συγκεντρώνουν τις εμπειρίες τους, για το πως π.χ. γίνεται το μελιτζανάκι τουρσί, τα καρύδια γλυκό, πώς από το λάδι γίνεται το σαπούνι, πώς χτίζουν σπίτια με αχυρόμπαλες κλπ., διάφορες γνώσεις, γιατί όλοι τους είναι και πολύ ενδιαφέροντες άνθρωποι και έχουν κυνηγήσει αυτήν τη γνώση, η οποία είναι πολύτιμη.
Με την τεχνολογία, έχουμε χάσει πολύτιμες γνώσεις από την εμπειρία του ανθρώπου, που εξασφάλισαν την επιβίωσή του στον πλανήτη για εκατομμύρια χρόνια. Σήμερα η γνώση μας έρχεται απ’ το μέλλον, δεν έρχεται από το παρελθόν!
Παλιά οι νέοι σέβονταν τους ηλικιωμένους, ενώ, σήμερα, συνήθως, δεν τους σέβονται. Παλιά τους σέβονταν γιατί, εκτός των άλλων, ο ηλικιωμένος κατείχε τη γνώση και ήξερε πότε θα φυτέψει, τι καιρό θα κάνει, τι αλλαγές θα γίνουν, από τι πάσχει το φυτό κλπ. Σήμερα ο εγγονός ξέρει περισσότερα για την τεχνολογία από τον παππού. Τον βλέπεις και πιάνει το κινητό και τραβάει φωτογραφίες και ο παππούς… κοιτάει.
Αλλά, δεν υπάρχει παιδεία, σήμερα. Μη γελιόμαστε. Υπάρχει εκπαίδευση. Άλλο πράγμα η παιδεία κι άλλο πράγμα η εκπαίδευση. Σήμερα, λοιπόν, τα παιδιά εκπαιδεύονται. Γιατί; Για να βρούνε τη μηχανή του κέρδους! Να εξασφαλίσουν κάποια θέση σε κάποιο επάγγελμα.
Τη μηχανή του κέρδους! Αυτό είναι το πρόβλημα. Όσο στην κοινωνία μας η κυρίαρχη αξία του συστήματος είναι το κέρδος, από κει και πέρα μην ψάχνεις να βρεις… αυτό διαποτίζει όλες τις ανθρώπινες σχέσεις και διαποτίζει όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες όπως είναι η παιδεία και όλα τα πράγματα.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι αν υπάρχει ελπίδα διεξόδου,  οι άνθρωποι και κυρίως οι νέοι θα την διαμορφώσουν.
Καμιά φορά με ρωτούν οι δημοσιογράφοι: Χρόνη, έχεις μετανιώσει για τη ζωή σου; Λέω όχι. Όχι! Τί πιο ωραίο να πεθαίνεις για ένα όραμα, για έναν όμορφο μύθο, απ’ το να ζεις συνεχώς μια χαμοζωή; Εμείς, λοιπόν, ταξιδέψαμε σ’ έναν υπέροχο μύθο, σ’ ένα πάρα πολύ όμορφο όραμα. Τώρα, αν αυτό στο τέλος της ζωής μας κατάντησε εφιάλτης, αυτό είναι άλλο θέμα, είπαμε, είναι θέμα της εξουσίας.
Αν είχα τη δυνατότητα να γυρίσω τα χρόνια πίσω, και με τη γνώση που έχω σήμερα, τι θα άλλαζα; Όλα! Πρώτα απ’ όλα πήραμε μια εμπειρία από την εξουσία, από την ιστορία, και υπήρχε και μια διαφορετική πραγματικότητα, ένα διαφορετικό μέτωπο από αυτό που δίναμε τις μάχες. Εμείς δώσαμε μάχες χαρακωμάτων, υπερασπιστήκαμε τη δημοκρατία, υπερασπιστήκαμε τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν είδαμε την κρίση που ερχόταν… Και σε ότι αφορά τις μεταλλαγές της ιδεολογίας από τη στιγμή που έγινε εξουσία η Σοβιετική Ένωση, και σε ότι αφορά την επερχόμενη κρίση του πλανήτη, μέσω της εξέγερσης της βιομηχανικής επανάστασης κλπ., τα οποία τα θεωρούσαμε, τότε, ευλογία Θεού! Δεν είναι τυχαίο ότι ο Λένιν έλεγε ότι εξηλεκτρισμός και βαριά βιομηχανία είναι τα δυο πόδια που θα οικοδομήσουν τον κομμουνισμό.
Και φτάσαμε στο Τσερνομπίλ και σε άλλου είδους ιστορίες, και στη συνάντηση καπιταλισμού και υπαρκτού σοσιαλισμού σε ότι αφορά τις πρακτικές για το περιβάλλον, για τα χημικά στις διατροφές των ανθρώπων και όλα αυτά. Δεν είναι τυχαίο ότι δυο από τις μεγαλύτερες λίμνες του κόσμου, η λίμνη της Βαϊκάλης και η λίμνη του Μίσιγκαν και οι δυο είναι μολυσμένες. Δεν υπερασπιστήκαμε, τότε, τέτοια πράγματα.
Σήμερα, μια σημαντική λέξη είναι η λέξη «βιότοπος». Τι σημαίνει; Σημαίνει βιώνουμε μαζί, κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Γιατί βιώνουμε μέσα στην διαφορετικότητά μας κι όχι σε κάποια ομπρέλα ιδεολογική η οποία μπορεί να μας οδηγεί σε διαφωνίες και σε συγκρούσεις όπως αυτές που συντηρούνται σήμερα μέσα στον χώρο της αριστεράς, οι οποίες δεν έχουν κανένα νόημα.
Όσο για έναν… εμπνευσμένο αρχηγό και ηγέτη εγώ πιστεύω πάρα πολύ ότι σε μια κοινότητα, η συλλογική γνώμη είναι πολύ πιο ασφαλής και πιο ισχυρή από οποιονδήποτε ηγέτη.
Στο άλλο σημείο στο οποίο επίσης έχω διαφωνία με τον όποιον ηγέτη και την ιδεολογία, είναι ότι πιστεύω στο αυθόρμητο των ανθρώπων, δηλαδή, μέσα σε αυτή τη διαδικασία ανατροπής ή επανάστασης πρέπει να αναπτυχτεί ένα κίνημα όχι καθοδηγούμενο αλλά αυθόρμητο. Ένα κίνημα που γεννιέται από τη συνείδηση των ανθρώπων που ξέρουν που πάνε και ξέρουν τι θέλουν. Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να ξαναγυρίσουμε σε μορφές εξουσιαστικές, κι αυτή τη στιγμή που σου μιλάω, εγώ ασκώ εξουσία.
Διότι υποτίθεται ότι είμαι η έδρα, ο καθηγητής, ο παντογνώστης, ο πολυγνώστης κλπ. Αυτό είναι μια εξουσία, όπως μια εξουσία είναι της μάνας προς το παιδί ή του πατέρα προς το παιδί ή όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Πιστεύω λοιπόν στο αυθόρμητο των μαζών που παλιότερα εμείς οι κουμουνιστές καταριόμασταν σαν αναρχικό. Σήμερα μπορεί κανένας άνθρωπος να ορίσει τι σημαίνει αναρχικός; Βρισκόμαστε μέσα σε ένα σύστημα το οποίο είναι δομημένο με ανήθικους τρομοκρατικούς και βάρβαρους κανόνες. Το να αρνηθείς τους κανόνες και τη θέσπιση αυτού του συστήματος τι σημαίνει, ότι είσαι αναρχικός;
Με αυτή την έννοια είμαστε όλοι αναρχικοί! Γιατί όλοι αναζητούμε το κάλλιστο.
Εγώ δεν ψήφισα κι ούτε θα ψηφίσω. Τι να πάω να ψηφίσω δηλαδή, να μας κοροϊδεύουνε με τη θέληση μας; Δεν πάω. Μου λένε οι άλλοι, μα ξέρεις το άκυρο είναι καλύτερο και το λευκό είναι… Ε, δε μ’ ενδιαφέρει! Με πήρε κι ο Μίκης με την κίνηση που έκανε και του λέω, βρε Μίκη μου, πρώτα πρώτα είναι τρελό στα ογδόντα μου να ξαναγίνω πολιτικός, όταν ξέρω τι σημαίνει πολιτική. Δεύτερον, εμένα με ενδιαφέρει η επόμενη μέρα. Δηλαδή αν αυτή τη στιγμή ανατρεπόταν αυτή η κυβέρνηση, η λεγόμενη κυβέρνηση, τι θα προκύψει; Άλλη μια κυβέρνηση με τα ίδια πάλι, με το ίδιο στήσιμο, με τα ίδια πράγματα; Εγώ βρίσκομαι στην άλλη όχθη! Δεν γουστάρω αυτό το σύστημα, δεν γουστάρω καπιταλισμό, δεν γουστάρω νεοφιλελευθερισμό, δε γουστάρω συγκεντρωτισμό, δε γουστάρω αυτά τα πράγματα! Θέλω μικρές κοινότητες, αυτόνομες, σε ανθρώπινα μέτρα να μπορέσουμε να ζήσουμε σαν άνθρωποι. Έχω μια άλλη λογική, μια άλλη αντίληψη για το πώς οργανώνεται η κοινωνία.
Ξέρω πια τι σημαίνει πολιτική. Δεν γίνεται. Κατ’ αρχήν στην Ελλάδα δεν έχουμε το στοιχειώδες. Δεν έχουμε έναν στοιχειώδη πολιτικό πολιτισμό, γιατί αυτά τα καθίκια δεν μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους. Η πατρίδα κινδυνεύει, η πατρίδα βουλιάζει, και πολεμάν σαν κατίνες ο ένας τον άλλον, εσύ έκανες εκείνο στο αυτό κι εσύ έκανες το άλλο. Δεν έχουν την παλικαριά, την εντιμότητα να κάτσουν σε ένα τραπέζι και να αφήσουν τις κατινιές στην άκρη και να κουβεντιάσουν. Είναι τυχαίο; Μα ένας δεν αυτοκτόνησε απ’ αυτούς εδώ τριανταπέντε χρόνια; Ένας δεν ζήτησε συγγνώμη, ένας δεν παραιτήθηκε;
Γι αυτό λέω, ότι είναι πρόβλημα συνείδησης και όχι ιδεολογίας; Είναι πρόβλημα συμπεριφοράς κι όχι ιδεολογίας.
Και δυστυχώς, πιστεύω, ότι εμείς ήμασταν οι... τελευταίοι των Μοικανών. Σε εμάς το σύστημα ασκούσε σωματική βία, μας έκλεινε φυλακή, μας βασάνιζε, μας χτυπούσε για να μας υποτάξει. Για τις σημερινές γενιές είναι πιο δύσκολα. Τους κάνουν λοβοτομή, τους απορροφά το σύστημα συνεχώς μέσα στη μηχανή του κέρδους, δεν τους αφήνει περιθώρια ούτε να οραματιστούν, ούτε να φανταστούν, τους αφαιρεί την κριτική σκέψη. Την ψυχή!
Κι ας είμαστε η χώρα των μεγάλων ποιητών. Κανένας λαός δέκα εκατομμυρίων δεν έχει τρία νόμπελ και ένα βραβείο Λένιν. Και μάλιστα, θα υπήρχαν κι άλλοι που θα έπρεπε να πάρουν το νόμπελ και δεν το πήραν… αλλά τέλος πάντων.
Θυμάμαι, τον Βάρναλη… ήμασταν ένα βράδυ στη Βουκουρεστίου και θέλαμε να ανεβούμε στη Δεξαμενή και λέει ο Βάρναλης του Κορνάρου «κουμπάρε περίμενε λιγάκι να περάσει κανένα ταξί να μας πάρει να ανεβούμε πάνω. Ε, περιμέναμε, και σε λίγο βλέπουμε μια ωραία γυναίκα να περπατάει και τότε λέει ο Βάρναλης «κουμπάρε, ήρθε ταξί, πάμε! Άμα βλέπουμε αυτή μπροστά μας… φτάνουμε!». Ο Βάρναλης, ήταν καταπληκτικός άνθρωπος και διαφορετικός, και δεν υπάρχει άλλος στίχος που να περιγράφει σήμερα την κατάντια του ελληνικού λαού “Δειλοί, μοιραίοι, κι άβουλοι αντάμα προσμένουν, ίσως, κάποιο θάμμα”. Όπως έχουμε και μεγάλους λογοτέχνες και γυναίκες, τη Σωτηρίου και άλλες. Είχαμε καλή λογοτεχνία. Τώρα δεν έχουμε τίποτα! Α, ο Μακριδάκης είναι καλός.
Τολμάτε ρε, τολμάτε! Γράψτε αυτό που θέλετε, αυτό που σκέφτεστε. Εγώ έγραφα, κι έγραφα με την ψυχή, κι όταν με είπαν συγγραφέα πρώτη φορά τα ‘χασα! Μα, σοβαρά μιλάτε ρε παιδιά, συγγραφέας; Δεν είχα καμία τέτοια πρόθεση απλά στις παρέες, στον κήπο τους έλεγα ιστορίες και μου έλεγαν, ρε Χρόνη γιατί δεν τα γράφεις αυτά τα πράγματα; Κι έτσι βγήκε.
Γιατί τα βιώματα ήταν ουσιαστικά. Κατάλαβες; Ζούσαμε. Είχε συνέχεια η ζωή μας, δεν ήταν αυτή η γκρίζα καθημερινότητα, αλλά ήταν μεγάλο κατόρθωμα να παραμείνεις άνθρωπος.
Ήταν πολύ σημαντικό να μπορείς να κοιτάξεις τη μάπα σου το πρωί στον καθρέφτη και να πεις, «είμαστε εντάξει ρε μάγκα, πάμε». Δεκαεφτά χρονών παιδί ήμουν και καταδικασμένος για θάνατο, κι εγώ τους έγραφα... Τώρα, βέβαια, λέω για "τί";




Χρόνης Μίσσιος στο tvxs.gr: Είναι επιτακτική η ανάγκη της συνεργασίας

Ζούμε σ’ ένα σύστημα ανήθικο, παράλογο, αφύσικο και παραπλανητικό" ο Χρόνης Μίσσιος, σ' αυτό το δεύτερο και τελευταίο μέρος της συνέντευξης, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη τονίζοντας μεταξύ άλλων, ότι "για πρώτη φορά, ίσως, στην ιστορία του κόσμου, είναι τόσο επιτακτική η ανάγκη της συνεργασίας των λαών σ’ ένα παγκόσμιο κίνημα, το οποίο θα φέρει την αλλαγή" και πως "δεν αρκεί, απλώς, να θέλουμε μια άλλη ζωή, πρέπει να την κατακτήσουμε!".

Η σημερινή αντίσταση, ρωτάς, αν είναι να είσαι ο εαυτός σου; Αυτό είναι το σημαντικότερο. Αλλά κι ο εαυτός προς τα πού; Ε, στις πιο μαύρες ώρες ο άνθρωπος ξεφυτρώνει κάτι κάποια στιγμή, αν νιώθει! Για να έχεις συναισθήματα, όμως, πρέπει να νιώθεις συναισθήματα, να έχεις την απαραίτητη αυτογνωσία. Αλλά η σημερινή ζωή των ανθρώπων όπως είναι οργανωμένη είναι και αποσυναισθηματοποιημένη, ή τα συναισθήματα που νιώθει ο σημερινός άνθρωπος, και ιδίως ο νέος άνθρωπος, είναι κυρίως αρνητικά. Είναι συνεχώς αρνητικά φορτισμένος! Είτε θα δει τον προϊστάμενο, είτε θα δει τον μπάτσο, είτε θα δει οποιονδήποτε μέσα σε κάποιες σχέσεις, οι οποίες είναι αρνητικές.
Ζούμε σ’ ένα σύστημα ανήθικο, παράλογο, αφύσικο και παραπλανητικό. Λέει ο Μπορις Βιαν: «σ’ ένα σύστημα που εκθειάζει τον πόλεμο και απαγορεύει τον έρωτα», που θεωρεί τον έρωτα αμαρτία, σ’ ένα σύστημα που καθαγιάζει την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο, σ’ ένα σύστημα που δεν σέβεται την προσωπικότητα του ανθρώπου, τον υποτάσσει κάτω από μια εξουσία, σ’ ένα σύστημα που παράγει άχρηστα πράγματα.
Σε ένα σύστημα, που η διαφήμιση, είναι ο τρομακτικότερος οδοστρωτήρας του καταναλωτισμού που ισοπεδώνει την ψυχή του ανθρώπου, το νόημα της ζωής του και μετατρέπει τους πόρους του πλανήτη σε απορρίμματα και που δυστυχώς, κανείς τον δεν καταγγέλλει αυτόν τον καρκίνο που λέγεται διαφήμιση, και που «καβαλάει» σε κάθε δημιούργημα ανθρώπινο, είτε πρόκειται για κάποιο κινηματογραφικό έργο, είτε πρόκειται για κάποια συνέντευξη, διακόπτοντας, για να πλασάρει  π.χ. την κυρία που γλύφει το παγωτό! Βλέπεις κάτι και σου βάζουν αυτές τις αηδίες και μετά λες τι να έβλεπα πριν; Έχεις ξεχάσει! Πολτοποιούν το μυαλό του θεατή.
Ο ρατσισμός, δε, εναντίον του θηλυκού γένους μέσα στην ελληνική κοινωνία είναι κυρίαρχο στοιχείο. Τι μου λες, εσύ, για Αλβανούς και γι’ άλλους ξένους. Υπάρχει μεγαλύτερος ρατσισμός από το πώς αντιμετωπίζεται η γυναίκα μέσα στην ελληνική κοινωνία; Είναι φριχτά πράγματα αυτά. Δηλαδή, αν κάτσουμε να μιλήσουμε για το πόσες πλευρές του ανθρώπου αγγίζει αυτό το θέμα, θα καταλάβουμε τι έγκλημα συντελείται σήμερα εναντίον της ανθρώπινης ζωής.
Και το πώς αντιμετωπίζονται τα παιδιά; Εκεί είναι τεράστιο πρόβλημα, άλλο πρόβλημα. Τα βάζουν, ενώ απαγορεύεται να δουλεύουν, και τα εκπορνεύουν από μικρά, και κανείς δεν διαμαρτύρεται αν ένα ανήλικο παιδί διαφημίζει γαριδάκια. Τι έγκλημα είναι αυτό; Τόσο άσχημα είναι τα πράγματα... Είναι, περίπου: ο σώζον εαυτόν σωθήτω. Στο Πήλιο, οι φίλοι μου που έχουν πάει εκεί και ζουν καλλιεργώντας τη  γη, βρήκαν ένα σύνθημα που λέει: «Μας σκοτώνουν από δέκα χρονών και μας θάβουν στα ογδόντα». Σκοτώνουμε τα παιδάκια, τα θάβουμε μετά στα ογδόντα και λέμε ότι ο μέσος όρος ζωής αυξήθηκε!
Τους βλέπεις και αραδιάζουν παιδιά σ’ έναν κόσμο ο οποίος είναι εφιάλτης και ταυτόχρονα δεν νοιάζονται για τίποτα. Και αναρωτιέσαι: γιατί το κάνουν αυτό και ταυτόχρονα δεν νοιάζονται για τίποτα; Να διαιωνίσουν μόνο τα γονίδια και το DNA; Και σε όλα αυτά, επίσης, κανείς δεν αντιδρά.
Εγώ, νιώθω πλούσιος επειδή συμμετείχα στα οράματα και στα ιδανικά της εποχής μου, έστω κι αν αυτά εξελίχτηκαν, όπως εξελίχτηκαν. Γιατί δεν είναι δυνατόν να είσαι άνθρωπος ζωντανός και να μην συμμετέχεις στο γίγνεσθαι της εποχής σου! Τότε, δεν είσαι τίποτα, δεν είσαι πολίτης, είσαι υπήκοος, είσαι οπαδός, είσαι ένα «ζώον». Και δυστυχώς, έχουμε γεμίσει από οπαδούς και υπηκόους αντί από πολίτες, διότι η λέξη πολίτης, σημαίνει ότι συμμετέχεις, ότι δρας, ότι σκέφτεσαι, ότι έχεις κριτική σκέψη, ότι έχεις φαντασία, ότι έχεις θέληση…
Όταν μεταλλάσσονται οι άνθρωποι, και παύουν να είναι άνθρωποι, μαθαίνουν να παίρνουν μονάχα και όχι να δίνουν. Και αυτό είναι μια μονοσήμαντη σχέση και αρνητική. Είναι η κυρίαρχη σκέψη του λογοκρατούμενου δυτικού πολιτισμού. Διότι υπάρχει και μια άλλη σκέψη και φιλοσοφία: όταν δίνω κάτι, κερδίζω περισσότερο! Όταν έχω οχτώ και δώσω τα τρία έχω έντεκα, λένε οι σοφοί μας. Ενώ ο λογοκρατούμενος δυτικός πολιτισμός λέει, αντίθετα, ότι όταν έχω οχτώ και δώσω τα τρία, μού μένουν πέντε. Γιατί; Διότι το κεντρικό σημείο της «φιλοσοφίας» τους είναι τα αντικείμενα και όχι τα συναισθήματα.
Αυτό, δηλαδή, που είχε πει ο Επίκουρος πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια: προσέχτε, γιατί οι κτήσεις γίνονται κτήτορες και σας κάνουν δούλους! Ποιος τον άκουσε; Ποιός μπορεί σήμερα να καταλάβει αυτό το… ανώμαλο αριθμητικό σύνολο: 8-3=11;
Κι όμως… Παλιότερα, που έρχονταν οι Αλβανοί και τους αντιμετωπίζαμε σαν εγκληματίες, κλέφτες, φονιάδες, γύριζα από τον Αγ. Στέφανο, ήταν χειμώνας και χιόνιζε στον δρόμο και βλέπω ένα ζευγάρι να περπατάει μέσα στο χιόνι και στο βοριά, η γυναίκα κρατούσε ένα μωρό τυλιγμένο με κουβέρτες στην αγκαλιά της και ο άντρας πήγαινε από δίπλα. Σταμάτησα δίπλα τους και τους ρώτησα που πάτε; Μου λένε -στραβά κουτσά συνεννοηθήκαμε- πάμε στο Κέντρο Υγείας. Τους βάζω, λοιπόν, μέσα στο αυτοκίνητο – αυτοί απόρησαν- και τους πάω στο Κέντρο Υγείας. Κανονίζω, εκεί, να τους δει ο γιατρός... Ε, αυτό το βλέμμα που μου έριξε η γυναίκα, είχε τόση ευγνωμοσύνη, τόσες  ευχαριστίες, που εγώ δεν θα το ξεχάσω στη ζωή μου. Κάθε φορά που κάνω μια τέτοια πράξη, ζω πολύ καλά για αρκετό καιρό. Όταν δίνεις κάτι, πάντα κερδίζεις και κερδίζεις τα πιο πολύτιμα. Κερδίζεις τα καλά συναισθήματα.
Πώς να γεμίσεις συναισθήματα τα οποία να γεννήσουν και πράγματα μέσα σου; Περιμένουν οι σύγχρονοι άνθρωποι πότε θα έρθουν οι διακοπές, να πάνε να κάτσουνε είκοσι μέρες να δούνε κανένα ηλιοβασίλεμα! Αλλά, όταν συμβαίνουν όλα αυτά γύρω μας εκείνο το οποίο διαστρέφεται είναι και η αισθητική πλευρά της ζωής μας. Δηλαδή, δεν είναι μονάχα η ποιότητα ζωής, είναι και αυτή η προσέγγιση, η οποία γίνεται κιτς, που βλέπεις στην τηλεόραση, στα σκουπίδια που μας πετάνε στη μάπα…
Γι’ αυτό λέω, κατ΄ αρχήν να σπάσουμε τις μεγάλες πόλεις, να πάμε στα χωριά μας, να πάμε σε μικρές κοινότητες, σε ανθρώπινα μέτρα. Η κοινωνία είμαστε και εμείς. Όταν αλλάζουμε τον εαυτό μας, αλλάζουμε και την κοινωνία. Δεν φεύγουμε απ’ την κοινωνία, συγκροτούμε μια άλλη στην οποία θέλουμε να ζήσουμε. Ανθρώπινη. Όπου θα μπορούμε να κοιταζόμαστε στα μάτια, όπου οι λέξεις θα χουν νόημα, το καλημέρα θα ‘ναι καλημέρα, όπου οι ανθρώπινες σχέσεις, η τρυφερότητα, η αγάπη, ο έρωτας, η δημιουργία, η ζωή, η ανταλλαγή των απόψεων, των ιδεών, της κριτικής σκέψης κι όλα αυτά τα καταπληκτικά πράγματα θα έχουν νόημα. Ξέρετε με πόσα πράγματα όμορφα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει έξω από αυτά που μας υποχρεώνει το σύστημα να κάνουμε;
Θυμάμαι μια φορά, μου έχει πει η γυναίκα μου η Ρηνιώ, παλιά στο Σουφλί τον χειμώνα, οι κοπέλες μαζεύονταν σε μια αποθήκη και ξεκούκιζαν το καλαμπόκι και η μία ήτανε αναγνώστρια, είχε ένα βιβλίο και διάβαζε και οι άλλες ακούγανε. Φαντάζεσαι μια τέτοια συντροφιά μια χειμωνιάτικη νύχτα; Να διαβάζει καλή λογοτεχνία; Πόσες συγκινήσεις, πόσα συναισθήματα ενώνει αυτή την παρέα εκείνη τη στιγμή, πόσο την ανεβάζει σε αισθητικό επίπεδο, πόσο ενδιαφέρον μπορεί να έχει αυτό το πράγμα;
Λοιπόν, μπορούμε να ξαναζήσουμε τέτοιες ανθρώπινες στιγμές, να ξαναβρεθούμε σαν άνθρωποι. Αυτό είναι το σημαντικό, αυτό πρέπει να αναζητήσουμε, το τι θα φάμε και πως θα επιβιώσουμε είναι άλλο πρόβλημα το οποίο επίσης μπορούμε να λύσουμε πάρα πολύ απλά.
Με την τεχνολογία που έχουμε σήμερα, -αφού την πληρώσαμε που την πληρώσαμε πανάκριβα- μπορούμε να κάνουμε τα πάντα από το χωριό μας. Μέσα από το ίντερνετ μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, και συγχρόνως να αξιοποιήσουμε και τη γη μας, γύρω γύρω. Όπου να ‘ναι τέτοια θα κάνουμε, θα φυτεύουμε μαρούλια να τρώμε, θα έχουμε και μια κατσίκα που είναι η αγελάδα του φτωχού, γιατί βγάζει τα πάντα: γάλα, τυρί, βούτυρο, ότι θες…
Δεν αρκεί απλώς, να θέλουμε μια άλλη ζωή, πρέπει να την κατακτήσουμε! Πρέπει να ξαναβρούμε τα συναισθήματά μας τα χαμένα, πρέπει να ξαναβρούμε τον εαυτό μας. Είναι δύσκολα τα πράγματα για τους νέους. Για μας ήταν πιο εύκολα, γιατί στους νέους το σύστημα βομβαρδίζει την ψυχούλα τους. Εμάς μας δέρνανε, μας κλείνανε στις φυλακές, μας εκτελούσανε. Εντάξει. Είμαστε ζωντανοί όμως.
Ο πολιτισμός είναι η συμπεριφορά των ανθρώπων και η παιδεία τους. Αυτό είναι πολιτισμός. Δεν είναι τα μάρμαρά μας! Στην Ελλάδα, σήμερα, ποιος παράγει τέχνη και πολιτισμό; Έχουμε βουλιάξει εντελώς. Που είναι οι διανοούμενοι να βγούνε μπροστά; Να δώσουνε διέξοδο, να δώσουνε ελπίδα; Δεν ξέρω.
Κάθε χρόνο βγαίνουν εκατοντάδες χιλιάδες από τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά μας Ιδρύματα. Είδε κανένας καμία θετική επιρροή στην κοινωνία από την παιδεία αυτών των εκατοντάδων χιλιάδων νέων ανθρώπων; Ε, δεν βλέπω μέσα στην κοινωνία κάποιον από αυτούς που να 'χει παιδεία! Άλλοι ‘γιναν υπουργοί, άλλοι ‘γιναν βουλευτές. Η ικανότητα απορρόφησης του συστήματος της αθωότητας και της προσωπικότητας του ανθρώπου στην εποχή μας είναι τρομακτική.
Ό άνθρωπος μεταλλάσσεται  συναισθηματικά, ψυχολογικά, βιολογικά, πνευματικά. Πρέπει να το πάρουμε χαμπάρι. Καθημερινά τα πράγματα γίνονται χειρότερα.
Έβλεπα ένα ντοκιμαντέρ του Στέλιου Κούλογλου, αν θυμάμαι καλά, το οποίο μιλούσε για την θηλυκοποίηση των ανθρώπων μέσω της διατροφής που μας επιβάλλουν. Ξέρεις με τι ταχύτητα περνάνε τα χημικά στη διατροφή μας; Ποιος νοιάζεται γι’ αυτούς τους συγχρόνους Φρανκενστάϊν που εν ονόματι της επιστήμης βάζουν τα βρωμοχέρια τους στα μυστικά της φύσης και προσπαθούν να την αντιγράψουν, να την μετατρέψουν σε εργαστήριο, να την ελέγξουν, να την υποτάξουν;
Κι από την άλλη μεριά λέει ο Ελύτης, κάπου, ότι με τα εργαλεία ενός υψηλού ανθρωποκεντρικού τεχνοκρατικού πολιτισμού, προσπαθούμε να διορθώσουμε τις βλάβες που επέφερε στον πλανήτη και στην κοινωνία ένας ανθρωποκεντρικός – τεχνοκρατικός πολιτισμός. Σε αυτόν τον φαύλο κύκλο βρίσκεται σήμερα ο άνθρωπος! Σαν το χαμστεράκι στο κλουβί που γυρίζει συνεχώς στη ρόδα, χωρίς να το οδηγεί πουθενά!
Κι ο Κέφνερ, ένας άλλος μεγάλος πνευματικός άνθρωπος, λέει, ό,τι κάθε επινόημα, κάθε εφεύρεση του ανθρώπινου μυαλού το υιοθετεί το σύστημα, το παίρνουν οι πολυεθνικές. Δες σήμερα, (οι γερμανοί το ‘παν πρώτοι, τότε που είχαμε τα κινήματα της γερμανικής νεολαίας) τα πανεπιστήμιά μας είναι campus, είναι στρατόπεδα που παράγουν ηλιθίους υψηλής τεχνολογίας. Δες και όταν ξεχωρίζουν κάποια μυαλά, πώς τα επισημαίνουν αμέσως από το δεύτερο - τρίτο έτος, οι πολυεθνικές εταιρίες, τα καπαρώνουν και τα παίρνουν…
Τώρα, αν σκεφτεί κάποιος, πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος και μάλιστα ιδιοφυής, ένα εξαιρετικό μυαλό, που μετέχει της παιδείας του εικοστού πρώτου αιώνα, αφού αποφοιτήσει να πάει σε μια πολυεθνική και να κάνει έρευνα για μικροβιολογικούς, χημικούς ή άλλους πολέμους; Αυτό είναι ακατανόητο!
Χρειάζεται κανένα άλλο επιχείρημα για να αποδείξει ότι αυτό που συντελείται σήμερα, στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, δεν έχει καμία σχέση με την παιδεία; Διότι αν αυτός ο ιδιοφυής άνθρωπος είχε αποκτήσει πραγματικά κάποια παιδεία, δεν θα πήγαινε να διαθέσει τις γνώσεις του για να κάνει έρευνες για χημικούς πολέμους ή για το πώς η εξουσία θα υποδουλώσει π.χ. στην Αφρική για μια ακόμη φορά αυτούς τους λαούς, μέσα από τους οποίους πέρασε η πρωταρχική συσσώρευση του κεφαλαίου και τους κατάπνιξε!
Και φωνάζουμε για τους μετανάστες... Τα λεφτά τους ζητάνε πίσω οι άνθρωποι! Ο δυτικός κόσμος απορρόφησε όλους τους πόρους τους, τους ρήμαξε, τους υποδούλωσε. Κι αντί λοιπόν να πούνε, ρε παιδιά, για καθίστε, να δώσουμε τη δυνατότητα σ’ αυτούς τους λαούς να φτιάξουν την πατρίδα τους έτσι ώστε να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή ζωή, συνεπώς θα τους δώσουμε κεφάλαια πίσω, ώστε να συγκροτηθούν τα κράτη τους και να ζήσουν οι άνθρωποι στη χώρα τους κι όχι να φεύγουν απ’ την  πατρίδα τους και να ζήσουν στα ξένα… Αλλά που να τη βρεις τη λογική;
Βλέπεις όλοι είναι εναντίον της τρομοκρατίας αλλά κανείς δε λέει ότι είναι εναντίον της βίας! Κανένας.
Είμαι εναντίον της βίας, όπως είμαι και εναντίον της εξουσίας. Όταν λοιπόν κάποιος μιλάει για τρομοκρατία δεν μπορεί να αναφέρεται μόνον σε ένα παιδάκι, σ’ έναν Παλαιστίνιο ή κάποιον απ’ αυτές τις χώρες, το οποίο κάτω από την καταπίεση αιώνων του λαού του, που έστω γιατί πιστεύει ότι θα πάει στον παράδεισο, φορτώνεται με δυναμίτιδα και τινάζει στον αέρα την ίδια τη ζωή του «μετά των αλλοφύλων», που λένε και οι Εβραίοι στα Ευαγγέλια.
Αυτός είναι τρομοκράτης, αλλά ο πιλότος που πάει και βομβαρδίζει χωριά, νοσοκομεία, σχολεία σε μια χώρα και την καταστρέφει, παρασημοφορείται και είναι ήρωας; Αυτό, πραγματικά, δεν το καταλαβαίνω! Γιατί να ορίζουμε ως τρομοκρατία την εξωθεσμική βία; Ενώ οι ίδιοι, και με το σύστημα και με τους πολέμους… διότι τι τα θέλουν όλα αυτά τα αεροπλανοφόρα, τα αεροπλάνα, τα τανκς; Λοιπόν, αυτοί είναι οι τρομοκράτες!
Πολλοί, ξαφνικά από επαναστάτες γίνανε πολιτικοί και μπήκανε σε παιχνίδια, τέτοια, που ήταν και άγνωστα και ανήθικα, που δεν τα καταλάβαιναν δηλαδή. Και δεν μπορούσα να βλέπω τους συντρόφους μου… Όμως, οι περισσότεροι από όσους τουλάχιστον ξέρω και έχω επαφή, κυρίως τα παιδιά του Ρήγα Φεραίου που ήμασταν φυλακή μαζί, όλοι είναι ενδιαφέροντες άνθρωποι. Γράφουν, μελετούν, ασχολούνται ακόμα με πράγματα αλλά σε μια άλλη πορεία σκέψης πια…
Γιατί πρέπει να μαθαίνουμε αντί να κοιτάμε, να βλέπουμε, να εμβαθύνουμε σ’ αυτό που βλέπουμε, σ’ αυτό που σκεφτόμαστε. Είναι καλά παιδιά, και όταν συναντιόμαστε, είμαστε πάντα φορτισμένοι από συγκίνηση. Κλαίμε, συχνά, κιόλας. Ναι, κλαίμε.
Εγώ, από την άλλη, όταν συνειδητοποίησα τι συμβαίνει, κι ότι τέλειωσα μ’ αυτή την ιστορία, ήμουν σχεδόν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Δηλαδή, έλεγα, τώρα τι κάνεις; Τότε η Ρηνιώ πήρε το πρώτο μας σκυλί, την Stormy, ένα λυκόσκυλο. Και αυτή με έμαθε να ξανασκέφτομαι και να βλέπω τις ομορφιές του κόσμου, κι ότι η ζωή είναι όμορφη, είναι πάρα πολύ όμορφη, έχει πάρα πολύ όμορφες στιγμές. Μια μέρα είναι γεμάτη αιωνιότητες. Εάν μπορούμε πραγματικά να καταλάβουμε κάθε στιγμή, ποιοι είμαστε και που είμαστε.
Μέσα από την Stormy, λοιπόν, και την παρέα μαζί της αναζήτησα νέα μονοπάτια σκέψης. Ξέφυγα από τον ορθολογισμό του Μαρξισμού -ντε και καλά- και άρχισα να ανιχνεύω τελικά το ποιός είμαι εγώ και ποιά είναι η φύση που με περιβάλλει. Πώς ήρθα εδώ, τί κάνω, από πού ήρθα, πού θα πάω;
Κι έτσι έγραψα το πρώτο μου βιβλίο «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», οπού ξεμπέρδευα πια με όλο αυτό το άγχος και τους κόμπους που κουβαλούσα μέσα μου. Και μετά έγραψα και το δεύτερο το «Χαμογέλα, ρε... τι σου ζητάνε;» οπού ξέμπλεκα πια με την πολιτική: ότι η πολιτική είναι ένα χυδαίο, ανήθικο και βρώμικο παιχνίδι και δεν μπορεί ένας άνθρωπος να παραμείνει αθώος συμμετέχοντας στην πολιτική. Ξεμπέρδεψα επίσης με την εξουσία, με τη βία και με την οργάνωση. Μετά έγραψα το τρίτο βιβλίο, «Τα κεραμίδια στάζουν», όπου ανιχνεύω τους ανθρώπινους και κάποιους άλλους δρόμους επίσης, και μετά έγραψα «Το κλειδί είναι κάτω απ΄ το γεράνι», που είναι το καταστάλαγμά μου, είναι πρόταση ζωής διαφορετικής. Μετά γράφω τη «Ντομάτα με γεύση μπανάνας» που καταγγέλλω όλον αυτό το θεσμό των λεγομένων επιστημόνων, οι οποίοι ‘κάναν αυτά τα πράγματα… Ε, και στο μέλλον φιλοδοξώ να γράψω ένα τελευταίο βιβλίο.
Τώρα, ένα από τα μεγάλα προβλήματα που έχουμε στην Ελλάδα είναι ότι το δημόσιο αποτέλεσε την αποθήκη όλων των ρουσφετιών όλων των πολιτικών. Ρουσφέτι, ρουσφέτι, ρουσφέτι! Άκουγα ότι στη Γερμανία, υπάρχει μονιμότητα αλλά οι δημόσιοι υπάλληλοι, εκεί, απαγορεύεται να απεργήσουν, γιατί ο δημόσιος υπάλληλος είναι κρατικός λειτουργός. Και οι μισθοί τους είναι πολλές φορές χαμηλότεροι από τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα. Γιατί; Γιατί ο μισθωτός του ιδιωτικού τομέα, κάθε μέρα πρέπει να αποδείξει την ικανότητα, την παραγωγική του ικανότητα στο αφεντικό για να μπορέσει να παραμείνει. Ενώ ο δημόσιος υπάλληλος από τη στιγμή που διορίζεται, είναι για όλη του τη ζωή.
Εμείς, εγώ με τη Ρηνιώ για παράδειγμα, ξέρουμε τέσσερις- πέντε ανθρώπους -συγγενής μας, όχι στον περίγυρο- που διορίστηκαν χωρίς αξιολόγηση, χωρίς κάποια μόρφωση ιδιαίτερη, λόγω του βουλευτή που ψήφισαν. Για να μην πω για μια ξαδέρφη μου, μέλος του ΚΚΕ, αν και τόσα χρόνια που ήμουν σε εξορίες-φυλακές, δεν είχε εμφανιστεί ποτέ και γι αυτό δεν την είχα γνωρίσει, επικοινώνησε κάποια στιγμή μαζί μου, επειδή νόμιζε ότι είχα επαφές με την Κυβέρνηση, για να μεσολαβήσω, ώστε να διοριστούν οι γιοί της… Που λες; Ανθρωποφύλακες! Ε, τρελάθηκα.
Στο δημόσιο, λοιπόν, στην Ελλάδα, μόνο κρατικοί λειτουργοί δεν είναι, αυτοί οι περίφημοι δημόσιοι υπάλληλοι. Υπάρχουν και άνθρωποι βέβαια που δουλεύουν, αλλά πώς να ξεκαθαρίσουν αυτά τα πράγματα, με τα ρουσφέτια τους; Άσε, που και να μπορούσες, για να τους απολύσεις, θα έπρεπε να τους δώσεις αποζημιώσεις, συντάξεις… Και τι; Να ξαναγίνουμε πλατεία Κλαυθμώνος; Άλλωστε, δεν ξέρουμε με ποιους πολιτικούς έχουμε να κάνουμε; Κάθε φορά που θα έρχεται καινούρια κυβέρνηση θα απολύει τους προηγούμενους δημόσιους υπαλλήλους και θα γυρίζει στους καινούριους και άντε να γίνει δουλειά εκεί μέσα!
Το Σύνταγμα αν είναι να αλλάξει; Εγώ δεν ξέρω, δεν είμαι και μορφωμένος, αλλά γνωρίζω κάτι: Αν θέλουμε να ανοίξουμε ένα δρόμο όπου θα έχει κάποια δυνατότητα ο κόσμος να εκφραστεί, αυτός είναι το εκλογικό σύστημα που λέγεται απλή αναλογική, ώστε να εκφράζονται όλες οι ομάδες μέσα στο κοινοβούλιο και αυτό ίσως υποχρεώσει τελικά, τις όποιες πολιτικές δυνάμεις σε συνθέσεις και συνεργασίες. Κι αυτό, θα σημάνει ένα σημαντικό βήμα προς τον πολιτικό πολιτισμό.
Όταν βλέπεις την Παπαρήγα από τη μια, τον Τσίπρα από την άλλη, τον Αλαβάνο απ’ την άλλη, τον Κουβέλη απ’ την άλλη, ο καθένας να τρέχει και να λέει τα δικά του, και ούτε οι ίδιοι δεν μπορούν να συνεννοηθούν, τι σκατά Κυβέρνηση να κάνουνε; Άντε και να ψηφίσουμε ένα εκλογικό σύστημα απλής αναλογικής, άντε και να βγούνε, θα μπορέσουν να το κρατήσουν; Σ’ ένα μήνα θα το διαλύσουν. Εκεί στηρίζεται και το περίφημο πλειοψηφικό, το οποίο, λέει, θέλουμε σταθερές κυβερνήσεις και κολοκύθια…
Ξέρεις ποια είναι η πεποίθηση μου; Ότι οι άνθρωποι οι έξυπνοι φοβούνται να αντικρύσουν την αλήθεια της ζωής τους. Θα φέρω ένα παράδειγμα: Πριν καιρό ήμασταν καλεσμένοι σε μια γιορτή, όπου ήταν όλοι καθηγητές πανεπιστημίων, επιστήμονες, κλπ. και πήγαμε και τους βρήκαμε πάνω σ’ έναν καβγά. Γιατί λές; Τότε, είχε διοριστεί ο Χριστόδουλος, ο Αρχιεπίσκοπος, και όλη η συζήτηση ήταν σχετικά με αυτόν: και αμάν ο Χριστόδουλος, και δώσ’του ο Χριστόδουλος, και είναι κίνδυνος ο Χριστόδουλος…
Κάποια στιγμή γυρίζω και τους λέω, τι Χριστόδουλος ρε παιδιά, ποιός είναι ο Χριστόδουλος; Από πού κι ως πού αποτελεί κίνδυνο ο Χριστόδουλος για το επαναστατικό κίνημα; Τι λέτε; Δεν βλέπετε τον καταναλωτισμό που μας οδηγεί; Και πετάγεται κάποια και μου λέει: «γιατί είναι κακό πράγμα ο καταναλωτισμός;». Λέω, ναι, γιατί αυτή τη στιγμή τρως τις σάρκες των παιδιών της Αφρικής. Κι όχι μόνον αυτό…
Τους είπα, αν νομίζετε ότι είναι ζωή αυτή που ζείτε με γεια σας και χαρά σας και με τα… τενεκεδένια φέρετρά σας θα ‘στε μια χαρά! Ξέραν την αλήθεια, ξέραν το άσκοπο της ζωής τους, τα ήξεραν, ήταν έξυπνοι άνθρωποι, αλλά φοβούνταν να την αντικρύσουν. Και θα πούνε κάποια στιγμή, τι κάνω ρε μαλάκα, που ζω; Είναι δυνατόν να είναι αυτή η ζωή μου; Πρωί, μεσημέρι, βράδυ… κι όταν τελειώνει η μέρα να λέω «Αχ! Έφυγε ακόμη μια μέρα!». Ένα κεράκι που έσβησε ακόμα ήταν, αυτό ήταν.
Βέβαια, για να αναλάβεις μια ευθύνη για μια χώρα, δεν χρειάζονται μονάχα οι καλές προθέσεις και τα τρυφερά συναισθήματα. Χρειάζεται και μια τεχνογνωσία πάρα πολύ υψηλή για να διαχειριστείς αυτό το φοβερό σύστημα το οποίο έχουν κάνει.
Σήμερα, παραδείγματος χάριν, αν κάναμε μια επανάσταση τύπου Οκτωβριανής, μπολσεβίκικης, και ανατρέπαμε το σύστημα, την επόμενη μέρα θα είχαμε χάος. Χάος! Τίποτα δεν θα μπορούσε να διορθώσει αυτή την καταστροφή. Γι' αυτό, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε σήμερα είναι να χτυπάμε, να καταργούμε, τις δομές του συστήματος και να το μεταρρυθμίζουμε προς τον άνθρωπο.
Μιλάνε τώρα για πράσινη ανάπτυξη και πράσινα άλογα, μα είναι δυνατόν να μιλάμε για οικολογία και να έχουμε πολεμικές βιομηχανίες; Λοιπόν, υπάρχουν πράγματα θεσμικά που πρέπει να αλλάξουν, αλλά όπως είπα, αυτά πλέον δε με ενδιαφέρουν, όσο δεν βλέπω κάτι να γίνεται. Εγώ μιλάω. Αυτό μπορώ να κάνω, αυτό κάνω, γράφω και κανά βιβλίο, τί άλλο να κάνω;
Είναι και ντροπή, νιώθω, εγώ, ντροπή. Όχι ντροπή, μάλλον νιώθω ένα αίσθημα κινδύνου, διότι υπό μία έννοια είναι και ολίγον φασισμός: εγώ, με το ένα πόδι στον τάφο, να διατυπώνω το όραμα της ζωής που θα ζήσετε εσείς. Δεν είναι φασισμός αυτό το πράγμα; Δηλαδή σ’ έναν κόσμο ο οποίος εξελίσσεται με τόση ταχύτητα τρομακτική, ένας άνθρωπος από το παρελθόν, ο οποίος σήμερα είναι ογδόντα χρονών, να ηγηθεί για τη ζωή των σημερινών παιδιών, η οποία αύριο θα είναι εντελώς διαφορετική;
Υπάρχει, άρα, ένα πρόβλημα ευθύνης. Και μου λέει η Ρηνιώ πολλές φορές, «είσαι απαισιόδοξος και σ’ ακούνε τα παιδιά και είσαι μες στη μαυρίλα!». Τι να κάνω, ρε παιδί μου; Στα ογδόντα μου χρόνια να λέω ψέματα; Είμαι απαισιόδοξος. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Εκείνο που μπορώ να υποστηρίξω το υποστηρίζω: ότι ο μόνος δρόμος, ο οποίος δεν μας οδηγεί σε κανένα λάκκο, σε καμιά λακκούβα, σε κανένα κακό συναπάντημα, είναι ο δρόμος της αγάπης, είναι ο δρόμος της τρυφερότητας, είναι ο δρόμος της κατανόησης, είναι ο δρόμος της υπεράσπισης της διαφορετικότητας του άλλου! Αυτός είναι ο μόνος δρόμος. Αν τον ακολουθήσουμε αυτόν τον δρόμο δεν κινδυνεύουμε. Ούτε εμείς ούτε οι συνάνθρωποί μας.
Οποιεσδήποτε άλλες διαδικασίες, η ιστορία πια μας πείθει ότι είναι επικίνδυνες. Σκεφτείτε αυτό το παλικάρι, τον Φιντέλ Κάστρο που πολεμούσε στα βουνά, αυτός ο ρομαντικός, ο ωραίος τύπος… δικτάτορας κατάντησε! Ο Τσε, ευτυχώς, σκοτώθηκε νωρίς, όπως κι ο Ιησούς. Οι δυο αυτοί έσωσαν την αθωότητά τους.
Να ‘σαι άνθρωπος δημιουργικός και ευαίσθητος. Και να αγαπάς. Να αγαπάς! Να μπορείς να μετατρέπεις κάθε μέρα την αγάπη σε αγαπημένο. Η φρέζα μου που είναι εκεί φυτεμένη την αγαπάω, την βλέπω κάθε πρωί, καταλαβαίνεις; Ή έναν συγκεκριμένο άνθρωπο…  Όλα τα άλλα… Παρέες, ρε, μπορείς να κάνεις παρέες; Φιλία. Έρωτα! Κάντε έρωτα, αγαπηθείτε κάντε τις παρέες σας, σκεφτείτε, αναπτύξτε την κριτική σας σκέψη.
Η αγάπη είναι κάτι που το ζεις, δεν νομίζω ότι είναι κάτι που μπορείς να του δώσεις έναν ορισμό. Η αγάπη είναι αυτό που αισθάνεσαι. Η λογική έχει όρια στην ερμηνεία της πραγματικότητας, η ψυχοσωματική εμπειρία, όμως, είναι του καθενός. Η αγάπη, είναι ένα συναίσθημα που είναι για τον καθένα ιδιαίτερο και για τον καθένα διαφορετικό επίσης. Δεν μπορείς να το ορίσεις απλώς σαν συναίσθημα. Σαν συναίσθημα το ορίζουμε, αλλά στην πράξη, στη ζωή μέσα στην υπόστασή του, είναι του καθενός εμπειρία. Όπως και ο έρωτας επίσης. Ο έρωτας. Αυτό το καταπληκτικό συναίσθημα, το μοναδικό, το οποίο το έχουν βρωμίσει και το έχουν φορτώσει  τόση σκουριά και τόση ανηθικότητα που πραγματικά είναι έγκλημα.
Αλλά αυτή ήταν και η κουλτούρα μας. Δηλαδή, εγώ θυμάμαι τις γυναίκες που κάθονταν στο σκαλοπάτι και βλέπαν ένα ζευγαράκι να πηγαίνει αγκαλιασμένο προς το βουνό απάνω και λέγανε: πάνε να βγάλουν τα μάτια τους! Λοιπόν, για τα παιδιά που μεγάλωναν και άκουγαν αυτά τα πράγματα, ο έρωτας σήμαινε «να πάνε να βγάλουν τα μάτια τους».
Είμαι με τη Ρηνιό από το 62 μαζί και από το 64 παντρεμένοι… Κατ’ αρχήν ο γάμος είναι καταναγκασμός. Τώρα, στον εικοστό πρώτο αιώνα, να παντρεύονται οι άνθρωποι! Τι είναι αυτό; Τι θα πει παντρεύομαι; Από την αρχή λένε ψέματα, από τους όρκους: αιώνια, μια ζωή… Τί λες, βρε μαλάκα! Σε λίγο, σε ένα, δύο, πέντε χρόνια, το σεξ τελειώνει πια, από κει και πέρα τι γίνεται; Θα ζήσετε και οι δυο με έναν έρωτα στη ζωή σας; Αν η σχέση ακουμπάει σε πολύ περισσότερα πράγματα, δηλαδή βρίσκεται σε ένα ίδιο φιλοσοφικό στίγμα, κι έχει πνευματικό ενδιαφέρον, μπορεί το ζευγάρι να ταξιδέψει και σε άλλους δρόμους ερωτικούς και να ξαναγυρίσει, κι όπως λέει ο Καβάφης, να γυρίσει με πλούτη, με φλουριά με καινούρια πράγματα και να εμπλουτίσει αυτή τη σχέση, αλλιώς αυτό το μέλι θα γίνει φαρμάκι και ο ένας θα μισήσει τον άλλον.
Η κατάσταση, δηλαδή, πρέπει να εκτονώνεται! Ο γάμος είναι κατάλοιπο της αντίληψης ότι ο έρωτας είναι αναπαραγωγική διαδικασία και τίποτα περισσότερο. Τέτοια φτώχεια γι’ αυτό το καταπληκτικό συναίσθημα του ανθρώπου που λέγεται έρωτας; Αυτό είναι έγκλημα! Αρκεί να υπάρχει πολιτισμός. Όταν υπάρχει πολιτισμός σε μια σχέση…
Πιτσιρικάς συμμετείχα σε αυτό το όνειρο του κομμουνισμού ολόκληρος, κυτταρικά… και καμιά φορά μες το κελί σκεφτόμουνα μοναχός μου κι έλεγα, εντάξει, θα λύσουμε όλα τα προβλήματα των ανθρώπων αλλά πως θα απαντήσουμε στο πρόβλημα όταν ένα αγόρι αγαπάει ένα κορίτσι και εκείνη δεν τον θέλει ή όταν ένα κορίτσι αγαπάει ένα αγόρι κι εκείνος δεν την θέλει, και βασανιζόμουνα και έλεγα πως θα το λύσουμε ρε παιδί μου αυτό το πράγμα; Πώς θα λύσουμε αυτό τον κόμπο; Και βρήκα, όμως, λύση: λέω, μα θα ‘ναι τόσο ελεύθερη και ανοιχτή η κοινωνία ώστε οι άνθρωποι, το κάθε αγόρι και το κάθε κορίτσι θα χει πολλές επιλογές γύρω του ώστε να μπορεί να ολοκληρώσει και να εκφράσει τις επιθυμίες του.
Ταυτόχρονα, δεν θα υπάρχουν άσχημοι και όμορφοι άνθρωποι, αυτό είναι μια εφεύρεση της ανώμαλης κοινωνικής αισθητικής που εδραιώσαμε. Η προσωπικότητα του κάθε ανθρώπου είναι ομορφιά, ο κάθε άνθρωπος μέσα του έχει ομορφιά, κουβαλάει ομορφιά κι όταν ανακαλύπτεις αυτό το πράγμα, όταν συνδέεσαι με αυτού του είδους την ομορφιά, όταν τέτοιου είδους είναι οι σχέσεις, ε, αυτές δεν κινδυνεύουν. Έστω και αν μπουν στη συνήθεια και στην κούραση, δεν κινδυνεύουν να εκφράσουν κάποια βαρβαρότητα ή δυστυχία κλπ. Θα ‘ναι μια πολιτισμένη πάλι όμορφη συναισθηματική, αγαπησιάρικη δύση αυτής της σχέσης, προσωρινής ή μονιμότερης.
Εγώ, δηλαδή, πιστεύω ότι η ζωή είναι αιώνια και κινείται με κύκλους: ζωή - θάνατος, ηδονή- πόνος, λύπη- χαρά κλπ. Εάν η ζωή δεν είχε αυτές τις συγκρούσεις, αν δεν υποχρέωνε ανά πάσα στιγμή τους ανθρώπους, να περάσουν τα συναισθήματά τους πάνω από την πυρρά, θα ήταν μια ζωή αδιάφορη, γι’ αυτό έχει ενδιαφέρον η ζωή γιατί έχει αυτές τις συγκρούσεις!
Όμως αυτές οι συγκρούσεις πρέπει να στηρίζονται σε ένα υπόβαθρο πολιτισμού, αλληλοσεβασμού, αλληλοεκτίμησης, αναγνώριση της διαφορετικότητας, κατανόησης των αναγκών του άλλου. Και είπα, αν δεν υπάρχουν αυτά τα πράγματα δεν γίνεται τίποτα, γεννάται δυστυχία, πίκρα…
Αν θέλεις να ζήσεις μόνο χαρά στη ζωή σου… Δεν γίνεται αυτό! Σκεφτείτε, ρε, τι βαρεμάρα θα είχε η ζωή να ήταν σαν ένα συριανό λουκούμι που το γλύφεις το πρωί, το γλύφεις το μεσημέρι, το γλύφεις το βράδυ… Ε, δεν λες, αϊ σιχτίρ από δω;
Αλλά εκλογικεύσαμε τελείως την πραγματικότητα. Και αυτός ο Άγγλος ο φιλόσοφος και ποιητής, ο Blake, λέει, ότι η λογική έχει όρια στην ερμηνεία της ρομαντικότητας, η φαντασία είναι δημιουργία. Χωρίς φαντασία δεν μπορεί να πορευθεί ο άνθρωπος. Εδώ ο γαλλικός Μάης είχε μια αντίφαση σε ένα απ’ τα συνθήματά του: «η φαντασία στην εξουσία». Μα, είναι δυνατόν να συνυπάρξουν αυτά τα πράγματα; Φαντασία και εξουσία; Γι’ αυτό τα περισσότερα στελέχη του ‘γίναν μέλη των πολυεθνικών εταιριών.
Για την γενιά του Πολυτεχνείου; Τι να πω ρε παιδί μου; Μια εξέγερση με όνειρα και αιτήματα της νεολαίας εκείνη της εποχής την οποία απορρόφησε το σύστημα, τους έβγαλε υπουργούς, βουλευτές, και τέλειωσε η υπόθεση. Και τα αιτήματα και τα συνθήματα και τα όνειρα. Και το Πολυτεχνείο, έγινε σαν τις μυγοχεσμένες εικόνες του Χριστού που κρέμονται πάνω από τα δικαστήρια. Σουβλάκια έγινε, ότι θες έγινε, εκτός από κείνο που ονειρευόταν.
Γι’ αυτό δεν πάτησα ποτέ σε δεξιώσεις που κάνανε για αντιστασιακούς στο Προεδρικό Μέγαρο. Κάθε χρόνο δεν καλούσανε δαύτους; Του είπα κάποτε του Μίκη Θεοδωράκη, δεν καταλαβαίνεις ότι μ’ όλα αυτά που κάνουν, πως τάχα μου σε τιμάνε και τέτοια, ότι εσύ τους τιμάς; Τους τιμάς, δε σε τιμάνε! Όταν ένας άνθρωπος έχει μια ασφάλεια και μια καθαρότητα και πάει κάπου, ε, καθαρίζει και τους άλλους.
Δεν πήγα ποτέ σε προσκλήσεις. Εδώ, ανάβω το τζάκι μου. Και παράσημο μου είπαν να μου δώσουν, τους είπα να το βάλουν στον κώλο τους. Πήγα, μόνο, να μου δώσουν τα ένσημα, διότι ειδικά για τα 6 χρόνια που κάναμε φυλακή στη χούντα, μας δώσανε ένσημα, λες και δουλεύαμε! Ευτυχώς, όμως, γιατί έτσι πήρα μια αναπηρική σύνταξη.
Και τους χουντικούς τους δικάσανε. Αυτούς εδώ, ποιος θα τους δικάσει; Η ιστορία; Σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι να την γράψουν ακόμα, αν υπάρχουν άνθρωποι, γιατί τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα. Σε πενήντα χρόνια τα νερά του πλανήτη δε θα πίνονται! Αυτά λένε οι επιστήμονες με τον τρόπο που πάμε και καταστρέφουμε συνεχώς υδροφόρους ορίζοντες, τα ποτάμια, τις λίμνες, οι όξινες βροχές, κι όλα αυτά.
Θέλω να πω, ότι είμαι απαισιόδοξος. Γιατί; Επειδή είμαστε σ’ έναν κόσμο, ο οποίος είναι, πια, μια γειτονιά. Μια γειτονιά μικρή. Έχουνε μηδενιστεί σχεδόν οι αποστάσεις, συνεπώς και ο εφιάλτης των καταστροφών είναι κοινός.
Για πρώτη φορά ίσως στην ιστορία του κόσμου είναι τόσο επιτακτική η ανάγκη της συνεργασίας των λαών σ’ ένα παγκόσμιο κίνημα το οποίο θα φέρει την αλλαγή. Μια χώρα μόνη της, έστω κι αν καταφέρει τελικά να διαμορφώσει ένα διαφορετικό ανθρώπινο σύστημα, μια άλλη ποιότητα ζωής για τον λαό της, δεν είναι σίγουρη για το μέλλον όταν π.χ. στην Αλβανία χτίζεται πυρηνικό εργοστάσιο, στη Βουλγαρία το ίδιο, στη Ρουμανία πυρηνικό εργοστάσιο, στην Τουρκία πάνω στο σεισμογενές ρήγμα πυρηνικό εργοστάσιο…
Ο άνθρωπος υποτάχθηκε στην τεχνολογία αλλά δεν μπορεί να την ελέγξει. Παραδείγματος χάριν, τι πιο φυσικό θα ήταν, αφού τα πυρηνικά εργοστάσια αποδείχθηκαν ότι είναι πυρηνικές βόμβες κάτω από ορισμένες συνθήκες και μπορούν να καταστρέψουν, να μην μπορεί κανείς να χτίσει πυρηνικό εργοστάσιο χωρίς τη σύμφωνη απόφαση των όμορων χωρών.
Διότι αν εκραγεί το περιβόητο εργοστάσιο της Τουρκίας, καταστρέφεται η Ελλάδα, αν εκραγεί το πυρηνικό εργοστάσιο στην Αλβανία καταστρέφεται η Ελλάδα. Τι μέλλον μπορούμε να έχουμε εμείς; Τι μέλλον μπορούμε να διαμορφώσουμε; Κι αν δεν καταφέρουμε να πείσουμε τους Τούρκους, τους Αλβανούς και τους άλλους σε ένα κίνημα μιας άλλης ζωής, ενός άλλου τρόπου ζωής, στην αναζήτηση ενός άλλου τρόπου ενέργειας, π.χ. ηλιακής ή άλλης; Αυτό ακουμπάει κι άλλα προβλήματα και δεν μπορούμε να λύσουμε τέτοιου είδους στοιχειώδη προβλήματα! Που πάμε; Πώς μπορούμε να ονειρευτούμε εμείς σ’ έναν τόπο διαφορετικό αυτή τη στιγμή;
Συνεπώς πρέπει να συναντηθούμε και με τους άλλους λαούς. Δεν μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα μέλλον διαφορετικό αν δε διαμορφώσουμε πρώτα μια πολιτισμική ενότητα του κόσμου, διατηρώντας τη διαφορετικότητα του καθενός. Μέσα σε δυο αιώνες έχουμε καταστρέψει εκατομμύρια διαφορετικούς τρόπους ζωής.
Αυτό ήταν πλούτος για την ανθρωπότητα, και τον καταστρέψαμε, τον ισοπεδώσαμε. Πρέπει να βρούμε ότι διασώθηκε και να ξανανταμώσουμε γύρω απ’ αυτά τα πράγματα.
Γι’ αυτό πιστεύω, πάντα, ότι αν υπάρχει μια αισιόδοξη προοπτική αυτή είναι τα πολυεθνικά κοινόβια, δηλαδή, άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη της γης οι οποίοι επιχειρούν να συμβιώσουν. Μου λέγε μια φίλη μου η οποία έχει ταξιδέψει πολύ σ’ όλο τον κόσμο κι έχει ζήσει σε τέτοιου είδους κοινόβια «Χρόνη, δεν μπορείς να φανταστείς τι θαύμα ήταν η ζωή. Διαφορετικά φαγητά, διαφορετικό φλερτ, διαφορετική έκφραση και συμπεριφορά του καθενός, διαφορετικές γιορτές, διαφορετικά γλέντια ακόμη και διαφορετικό φιλί!" Ίδια συναισθήματα όμως...
Ένας πλούτος, στον οποίο ζούσαν οι άνθρωποι, ούτε έπληττες, ούτε τίποτα, ο καθένας έκανε τη δουλειά του… Ε, μόνο έτσι θα καταφέρουμε να επικοινωνήσουμε, αλλά αυτά είναι πολύ δύσκολα πράγματα. Επιχειρήθηκαν στην αρχή με το μεγάλο χίπικο κίνημα, το οποίο το σακατέψανε με τα χημικά ναρκωτικά και τα ρέστα, και το τσακίσανε, το δυσφημίσανε, και βέβαια μετά το έκανε και μόδα το σύστημα. Είναι δύσκολα αυτά.
Όπως είναι και δύσκολο -επειδή όλοι μας, από την κούνια μας εισπράττουμε αυτή την κουλτούρα- να συνυπάρξουμε χωρίς προβλήματα, γιατί είναι φυσικό σε μια κοινότητα να υπάρχουν και τα ανθρώπινα  προβλήματα, που τα περιγράφω και στο «κλειδί» με έναν τρόπο.
Πολλοί νέοι, μου στέλνουν οι περισσότεροι ποιητικές συλλογές… Το ενενήντα εννιά τοις εκατό των Ελλήνων είναι ποιητές! Και έρχονται και παιδιά που με ρωτάνε, πώς γράφεται ένα βιβλίο; Εγώ τους απαντάω το εξής: Βάλτε μια λευκή κόλλα μπροστά σας και πάρτε και ένα μολύβι και καθίστε. Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Αν έχετε να βγάλετε κάτι θα το βγάλετε, κι αν έχετε να γράψετε κάτι θα το γράψετε. Λευκό χαρτί και μολύβι! Τα άλλα όλα είναι εκ του περισσού. Αν θες να γράψεις με το συναίσθημά σου, με αυτό που πιστεύεις, με αυτό που σε συνεπαίρνει αυτή τη στιγμή, δε χρειάζεσαι τίποτα. Ούτε καμιά οδηγία, ούτε καμιά τεχνική. Καλύτερα άσε την κόλλα άσπρη μέχρι να σου ‘ρθει!
Καμιά φορά διαβάζω συγγραφείς που βλέπω πίσω στο βιογραφικό τους ότι πήγαν στην τάδε σχολή συγγραφέων… Εγώ έμαθα γράμματα απ’ την λογοτεχνία, από κει έμαθα και μαρξισμό, από κει έμαθα και κοινωνιολογία, από κει έμαθα και οικονομία. Διάβασα όλη τη Ρώσικη κλασσική και σοσιαλιστική λογοτεχνία, διάβασα όλη τη γαλλική λογοτεχνία, η οποία είναι καταπληκτική, διάβασα σύγχρονη αμερικάνικη λογοτεχνία. Μέσα από τη λογοτεχνία μαθαίνεις τη γλώσσα, μαθαίνεις να μιλάς, παίρνεις γνώσεις τρομακτικές από όλους τους χώρους...

Αναδημοσίευση από tvxs.gr



Πηγή: http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/xronis-missios-h-koinonia-deixnei-na-exei-pathei-egkefaliko


20 Νοεμβρίου 2012

Αντίο Χρόνιε

"Έφυγε" ο Χρόνης Μίσσιος
Έφυγε από τη ζωή μια εμβληματική μορφή της Αριστεράς, ο συγγραφέας Χρόνης Μίσσιος στα 82 του χρόνια.

Ο συγγραφέας του "Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς" άφησε την τελευταία του πνοή σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο της Αθήνας, ενώ "πάλεψε" με τον καρκίνο αρκετά χρόνια.

Γεννήθηκε το 1930 στην Καβάλα από γονείς καπνεργάτες, και έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στα Ποταμούδια, μια γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες, καπνεργάτες από τη Θάσο και παράνομους κομμουνιστές κυνηγημένους από τη δικτατορία του Μεταξά.

Η οικογένειά του κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη, όπου ο Μίσσιος δουλεύει μικροπωλητής, με κασελάκι, στο λιμάνι. Το σχολείο το σταμάτησε στη δεύτερη τάξη του δημοτικού.

Από τα Γιαννιτσά, όπου τον στέλνει ο Ερυθρός Σταυρός μαζί με άλλα παιδιά για να γλιτώσουν από την πείνα της Κατοχής, περνάει στους αντάρτες.

Με την απελευθέρωση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και οργανώνεται στον Δημοκρατικό Στρατό Πόλεων.

Το 1947 συλλαμβάνεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο. Έζησε εννιά μήνες, περιμένοντας κάθε πρωί να τον εκτελέσουν και γλίτωσε τον θάνατο χάρη σε ένα τυχαίο γεγονός.

Έκτοτε, μέχρι και τον Αύγουστο του 1973 (αμνηστία του Παπαδόπουλου) πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του σε φυλακές και εξορίες ως πολιτικός κρατούμενος.

Εκεί έμαθε ανάγνωση και γραφή. Εμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1985 με το αυτοβιογραφικό βιβλίο του "Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς" και επιβλήθηκε στην συνείδηση της κριτικής και του κοινού.

Την ίδια ανταπόκριση είχαν και τα επόμενα βιβλία του, μεταξύ των οποίων το “Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;” (1988), "Τα κεραμίδια στάζουν" (1991), "Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι" (1996).

Τα τελευταία χρόνια ζούσε ως "κοσμοκαλόγερος" στο Καπανδρίτι με την σύντροφό του Ρηνιώ και τα σκυλιά τους σε ένα αγροτόσπιτο.

"Η κοινωνία δείχνει να έχει πάθει εγκεφαλικό"

Σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις είχε δηλώσει: «Για πρώτη φορά ζω σε μια κοινωνία που δείχνει να έχει πάθει εγκεφαλικό. Δεν αντιδρά με τίποτα».

Για την κρίση: είναι πολυεπίπεδη, δεν είναι μονάχα οικονομική. Ουσιαστικά είναι κρίση αξιών και χρεοκοπίας του λογοκρατούμενου και τεχνοκρατικού πολιτισμού μας».

Για την οικολογία και την πράσινη ανάπτυξη: «Είναι δυνατόν να μιλάμε για οικολογία και πράσινη ανάπτυξη και να έχουμε την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο;».

Για την παιδεία: «Μη γελιόμαστε. Υπάρχει εκπαίδευση. Άλλο πράγμα η παιδεία και άλλο πράγμα η εκπαίδευση. Σήμερα, λοιπόν τα παιδιά εκπαιδεύονται. Γιατί; Για να βρούνε τη μηχανή του κέρδους».

Για τους εμπνευσμένους ηγέτες: «Πιστεύω πολύ ότι σε μια κοινότητα, η συλλογική μνήμη είναι πολύ πιο ασφαλής και πιο ισχυρή από οποιονδήποτε ηγέτη».

Για την εξουσία: «Είναι το χειρότερο, το πιο τρομακτικό εφεύρημα του ανθρώπου. Στην πορεία τής ανθρώπινης ιστορίας, οι μόνοι που έσωσαν την αθωότητα τους ήταν αυτοί που σκοτώθηκαν νωρίς, πριν γίνουν εξουσία».

Πηγή: http://www.nooz.gr/greece/efuge-o-xronis-missios



Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2012

Σιωπηλές Φωνές

της Μάνιας Ζούση


 
Σε ένα παλιό, εγκαταλελειμμένο Βυρσοδεψείο της οδού Ορφέως στον Βοτανικό, ζωντανεύει η άγνωστη, αποσιωπημένη ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, έτσι όπως αυτή καταγράφεται μέσα από προσωπικές μαρτυρίες ανδρών και γυναικών. Πρόκειται για την θεατρική παράσταση «Σιωπηλές Φωνές», βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Μαρούλας Κλιάφα, που παρουσιάζει στις έξι το πρωί και για δυο ακόμη Σαββατοκύριακα, η ομάδα «Ασίπκα». Είναι η ίδια ομάδα που στο παρελθόν έχει παρουσιάσει παραστάσεις οι οποίες έχουν κάνει αίσθηση και συζητηθεί, όπως οι «Νυχτερίδες» της Κιτσοπούλου, «Τρίπτυχο» του Μίλλερ, «Αγγέλα» του Σεβαστίκογλου, «Ελένη» του Ρίτσου κ.α.

 Μέσα από προσωπικά βιώματα, εμπειρίες, πάθη και περιπέτειες, άνδρες και γυναίκες, αποτυπώνουν με λόγο λιτό και μεστό, γεγονότα που σημάδεψαν την σύγχρονη ιστορία του τόπου. Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Μπίτος και η ηθοποιός Ειρήνη Δράκου μιλούν στο in2life για την παράσταση, αλλά και την ανάγκη να παρουσιαστεί ξημερώματα.

Δημήτρης Μπίτος: «Πρόκειται για ένα θέατρο - ρεπορτάζ»
«Θα προσπαθήσουμε να επινοήσουμε από την αρχή τις λέξεις και τις αισθήσεις που παράγουν οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της αφήγησης. Προσπαθούμε να θέσουμε από την αρχή ένα καινούριο πλαίσιο και μέσα σε αυτό να επινοήσουμε μια δική μας πραγματικότητα, σε ότι αφορά αυτά που ακούγονται και έχουν ήδη συμβεί. Έτσι δεν πρόκειται για μια παράσταση εξέλιξης αλλά επινόησης. Ένα θέατρο - ντοκιμαντέρ και ένα θέατρο - ρεπορτάζ. Αυτό που θέλουμε είναι απλά να ακουστούν αυτές οι ιστορίες.

Η ώρα δεν είναι τυχαία επιλογή, καθώς τις πρόβες μας, τα καλοκαίρια τις κάνουμε 4 το πρωί. Αυτό που μας αφορά είναι καταρχήν πώς θα μπορέσουμε να ανακαλύψουμε μια άλλη πηγή αντίδρασης προς τον λόγο, ο οποίος δεν είναι απλά αυτό που ακούς αλλά αυτό που λες όταν δεν μιλάς. Και αυτό είναι που με απασχολεί στη δουλειά που κάνω, και στην αναζήτηση χρόνο με τον χρόνο. Δεν πρόκειται για μέθοδο. Απλά προσπαθώ μέρα με τη μέρα να εξελίξω τον λόγο που δεν ακούγεται, που δεν παράγει ήχο. Και αυτά τα κείμενα δεν έχουν ήχο, άλλωστε δεν είναι τυχαίο που η Μαρούλα Κλιάφα τα ονόμασε «Σιωπηλές Φωνές». Όταν λέω πως δεν έχουν ήχο, εννοώ πως δεν έχουν τον ήχο της έντασης που οι άνθρωποι κουβαλάνε στην καθημερινότητά τους, όταν μιλάνε και δρουν. Είναι καταθέσεις, μαρτυρίες, αναμνήσεις και αισθήσεις όλων αυτών που μίλησαν στην Μαρούλα Κλιάφα. Τίποτα δεν είναι επινοημένο. Είναι ντοκουμέντα. Είναι αυτά που η επίσημη ιστορία συνήθως αποσιωπά. Είναι μια «άναρχη εισβολή και κατάθεση μιας αυθεντικής ιστορίας της Ελλάδας».

Ειρήνη Δράκου: "Η αποσιωπημένη ιστορία που δεν διδαχθήκαμε"
Το συγκεκριμένο υλικό έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον καθώς ο τρόπος που το έχει συλλέξει η Μαρούλα Κλιάφα σου δίνει την δυνατότητα να μην έχεις εκ προοιμίου μία απάντηση, μία θέση. Και αυτό συμβαίνει καθώς πρώτα από όλα το ίδιο αυτό υλικό δεν έχει πάρει θέση. Πρόκειται για μαρτυρίες ανθρώπων από όλες τις πολιτικές κατευθύνσεις, από αυτούς που χαρακτηρίζουμε δεξιούς, αριστερούς, και ανάλογα την εποχή, αντάρτες, πολιτοφύλακες, γαιοκτήμονες, κολίγους, τσιφλικάδες.
 

Η συγγραφέας έχει καταγράψει πρωτογενές υλικό, αυθεντικές μαρτυρίες, χωρίς να πειράξει τίποτα. Το γράφει και η ίδια στον πρόλογο, ότι χρειάστηκε κάποια στιγμή να πάρει μια δεύτερη συνέντευξη καθώς αισθάνθηκε πως οι ίδιοι άνθρωποι είχαν την ανάγκη να καλλωπίσουν τον λόγο τους και έτσι τους ζήτησε να είναι ακόμα πιο αυθεντικοί. Πρόκειται για την αποσιωπημένη ιστορία που δεν διδαχθήκαμε επίσημα. Άλλωστε την ιστορία μας την βιώνουμε πάντα μέσα από ένα δεύτερο χέρι που γράφει και διορθώνει. Έχει πολύ ενδιαφέρον αυτή η εμπειρία καθώς για εμάς ήταν η πρώτη επαφή με τέτοιο λόγο που τούτη την ώρα είναι πολύ επίκαιρος. Αυτό που γίνεται εμφανές σε αυτό το υλικό είναι ο διχασμός που προκύπτει. Υπάρχει πάντα ένα «εμείς», «αυτοί», «οι δεξιοί», «οι αριστεροί», υπάρχει πάντα ένα στρατόπεδο.

Πολλοί μας ρωτούν γιατί ανεβάζουμε την παράσταση στις έξι το πρωί. Εκεί μας οδηγεί η διαδικασία της δουλειάς μας. Και έχουμε ανάγκη να προσκαλέσουμε τους ανθρώπους σε αυτήν την παράσταση αυτήν την ώρα, ζητώντας τους ένα ραντεβού - αντίδραση σε αυτό που συμβαίνει γύρω μας, μια συνάντηση στο λυκαυγές.

Ταυτότητα
«Σιωπηλές Φωνές» της Μαρούλας Κλιάφα
Από την θεατρική ομάδα «Ασίπκα»
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μπίτος

Σκηνικά-κοστούμια: Αλεξάνδρα Σιάφκου - Αριστοτέλης Καρανάνος
Φωτισμοί: Νύσος Βασιλόπουλος
Μουσική: Λάμπρος Πηγούνης
Ερμηνεύουν: Ειρήνη Δράκου, Ιωακείμ Πανάγος, Μαργαρίτα Καλαντζοπούλου, Ρίτα Λυτού, Αντώνης Τσίλλερ, Νίκος Κρούγιας

Παραστάσεις: Πρωινή: 24/12, 7, 8, 14, 15, 21, 28/1, 4, 11, 18/2
Ώρα έναρξης: 06.00 το πρωί
Διάρκεια: 90 λεπτά

Τιμή Εισιτηρίου: 10 € (γενική είσοδος), 5 € (φοιτητικό, κάρτες ΟΑΕΔ)
Παλαιό Βυρσοδεψείο. Ορφέως 174 Βοτανικός / Τηλ κρατήσεων:6930394959 & 6976408158



Ποιος θα μπορούσε να σκιαγραφήσει μια εποχή καλύτερα από τους ανθρώπους που την έζησαν; Εξήντα εννέα Θεσσαλοί, άντρες και γυναίκες, γεννημένοι μεταξύ του 1888 και του 1981 και προερχόμενοι από όλα τα κοινωνικά στρώματα, ξεδιπλώνουν τις αναμνήσεις τους. Μέσα από τα προσωπικά τους βιώματα, τις εμπειρίες τους, τα πάθια και τις περιπέτειές τους, με λόγο λιτό και ταυτόχρονα μεστό, αποτυπώνουν όχι μόνο την καθημερινότητα, αλλά και γεγονότα που σημάδεψαν τον τόπο μας. Οι αφηγητές, με όσα εξιστορούν, φέρνουν στο προσκήνιο την αθέατη πλευρά των πραγμάτων, αυτήν που η επίσημη ιστορία συνήθως αποσιωπά.
Οι "Σιωπηλές φωνές" είναι ένα βιβλίο ντοκουμέντο. Τίποτα δεν έχει επινοηθεί. Εξήντα εννέα άνθρωποι, πέρα από σκοπιμότητες και εξωραϊσμούς, καταθέτουν ο καθένας τη δική του μαρτυρία, συνθέτοντας μια μοναδική εικόνα του 20ού αιώνα.

Πηγή: in2Life
http://www.in2life.gr/

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2012

Σελήνη 20 ημερών

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ

(1922-1988)



Σελήνη 20 ημερών

Γεγονότα και πρόσωπα της πιο ωραίας μου ζωής, της φανταστικής,
που δεν την έζησα ποτέ και θα την κληροδοτήσω ανέπαφη στους μεταγενέστερους.

Και συχνά σχεδίασα ταξίδια στο άγνωστο — θέλω να πω καλύτερα να μη ρωτάει κανείς
γιατί ώσπου να γυρίσω εκείνο το βράδυ απ’ το συμβολαιογραφείο του θείου Ιάκωβου
είχαν όλοι πεθάνει —
από τότε περιπλανιέμαι στην τύχη ή αργοπορώ στα δωμάτια φτηνών ξενοδοχείων
όπου στενάζει το ανεκπλήρωτο των εραστών, απομεινάρια μοναξιάς κάτω απ’ τα έπιπλα, σκιές από φτωχές αμαρτίες.
Και συνήθως τα πράγματα που κράτησες στα χέρια σου
χάνονταν μυστηριωδώς: σα να 'σουν κάπου άλλου την ώρα που τα χρησιμοποιούσες.
Ίσως γι' αυτό κι οι αποτυχίες σου δε σε πλήγωσαν ποτέ, αφού βέβαια την ώρα που αποτύχαινες
εσύ δεν ήσουν εδώ. Πού ήσουν λοιπόν;
Και γιατί γύρισες;

Στο δρόμο, κάτω απ’ τη βροχή, εκείνος ο άγνωστος στεκόταν χρόνια τώρα
ακουμπισμένος στο φανοστάτη. Ποιος άγνωστος! Κι οι φλόγες των κεριών τα βράδια
που τις σαλεύει μια πνοή από κάποια πανάρχαιη συγνώμη — ποιόν συγχωρεί;

Εγώ, όσο μπορώ να θυμηθώ, στεκόμουν στη μικρή γέφυρα του πατρικού κήπου
σε κάποια γέφυρα τέλος πάντων — κι ένιωθα σα να μ' έχουν μυστικά ετοιμάσει
να υποδεχτώ τη μητέρα
τη μέρα που θα με γεννούσε.

Έτσι κι οι εραστές μέσα στην κάμαρα απλώνουν τα χέρια ο ένας
στον άλλον ενώ εκείνοι στέκονται έξω, μόνοι.

Λοιπόν, τι κάνουμε εδώ και πότε θ' αλλάξει ο κόσμος, γιατί όπως όλοι μας
έζησα κι εγώ αφηρημένα — βέβαια αγάπησα τα ιδανικά της ανθρωπότητας
αλλά τα πουλιά πετούσαν πιο πέρα (κι αλήθεια κάποτε παιδιά
αφήναμε στη μέση τις υπερπόντιες εκστρατείες μας για ν' ανεβάσουμε εν' άρρωστο πουλί στο δέντρο)
και τις νύχτες σχεδίαζα έκτακτα δρομολόγια τραίνων για κείνους που άργησαν
ή ονειρευόμουν να ζήσω υπέροχα, απερίσπαστος από προσωπικές ευδαιμονίες
και στάθηκα πάντα ανυπεράσπιστος μπροστά στους άλλους όπως οι
νεκροί έτσι έμαθα τι θα πει αιωνιότητα.

Τώρα ανεβαίνω σε μιαν άμαξα απ’ αυτές που διασχίζουν τον ύπνο μου
και δραπετεύω. Θα με ξαναβρείτε στα ωραιότερα ποιήματα του
άλλου αιώνα
να νοσταλγώ τον Θεό.

Άλλα τις νύχτες παίρνω χάπια και πλαγιάζω νωρίς, όχι για να κοιμηθώ,
αλλά για να πάω σε παράξενες συναντήσεις με ανθρώπους που έχασα
ή με πρόσωπα αβέβαια, θαμπά, πριν από χρόνια σε κάποιες νύχτες ξαφνικά συναντημένα — και δόξα τω Θεώ δεν κατάλαβα ποτέ τον κόσμο
και αυτό το ρίγος που διατρέχει το σπίτι είναι από πράξεις που
αποφύγαμε (και μετανιώσαμε)
μεγάλα γεγονότα που χάθηκαν μες στη συντομία των ήμερων, σκέψεις υπέροχες που αρκέστηκαν στα δάκρυα
και τις νύχτες η πικρή ανάμνηση εκείνων που σε πρόδωσαν
και που ο ύπνος τους συγχωρούσε. Κι αγάπησα τις λέξεις που με ταπείνωσαν γιατί με ανακαλούσαν σε μιαν άλλη παιδικότητα.
Α, έχασα τις μέρες μου
αναζητώντας τη ζωή μου.

Ώσπου σιγά-σιγά όλα σωπαίνουν και μόνο το χαλασμένο πάτωμα τρίζει δυσοίωνα — συλλογιέμαι τους δρόμους έρημους κατά κει που
φύγαν τα χρόνια
τα θρανία να σαπίζουν κάτω απ’ τα παλιά υπόστεγα και το ρολόι
πάνω στον κομό χτυπούσε σα μια πληγή, αλλά γιατί να μας παιδεύουν πράγματα
που τα 'χουμε ξεχάσει
ενώ τα βράδια η σελήνη έβγαινε απαλά απ’ τα σύννεφα φωτίζοντας τα χλωμά χέρια των παιδιών που θα πεθάνουν σε λίγο
και τα όνειρα των τρελών που είναι ίσως αθάνατοι — στιγμές που ανοίγεις ένα παράθυρο σα να
λύνεις ένα αίνιγμα ή κλείνεις μια πόρτα σα να συνοψίζεις μια ζωή.

Όμως, εγώ το προαισθανόμουνα ότι αυτή η υπόθεση που άρχισε
τόσο αινιγματικά
θα τελείωνε εντελώς ανεξήγητα — τι θέλω να πω; μα γιατί οι
άνθρωποι να θέλουν πάντα κάτι να πούνε; κι άλλοτε διάβαζα τα γράμματα που είχα γράψει ο ίδιος στον
εαυτό μου έτσι δε μου 'λειψε ποτέ μια μικρή ανταπόκριση —

θυμάμαι κάποτε που κουρασμένος κάθισα πάνω στη βαλίτσα μου σε κάποιον έρημο
σταθμό:
περίμενα να περάσει ένα παιδικό τραίνο ή να κατέβει από ένα βασιλικό βαγόνι η αξέχαστη Ρεζεντά
γιατί υπήρξα κι εγώ παιδί κι υστέρα νέος κι έκλαψα σε μοναχικά δωμάτια
ή στο πάρκο, νύχτες... Ώ μακρινά πράγματα του κόσμου, δε θα
σας γνωρίσουμε ποτέ όμως εσείς είναι που δίνετε αυτό το νόημα στη ζωή μας.

Λόγια που δεν τα καταλάβαμε παρά όταν ήταν πια αργά, πράξεις ακατανόητες που εξηγήθηκαν μια νύχτα σ' έναν εφιάλτη κι ίσως η μεγάλη περιπέτεια μας περίμενε σε μια πάροδο που δεν της δώσαμε σημασία.

Όμως
η πραγματικότητα, φίλοι μου, έχει πεθάνει από καιρό, γι' αυτό σαν πέφτει η νύχτα
θυμηθείτε με. Και συχνά διέσχισα μεγάλους δρόμους χωρίς να φτάσω ακόμα πουθενά
με το φόβο ότι κάποια στιγμή θα εννοήσω, ίσως γι' αυτό ενδίδω εύκολα κι αχ
δε θα μάθει ποτέ κανείς ποιος είναι ο προορισμός του, «μα, επιτέλους, τι ζητάς;» με ρωτούσε η μικρή εξαδέλφη
«να με θυμούνται, εξαδέλφη».

Κι αλήθεια πόσοι δε χάθηκαν σε μια κάμαρα που δεν τους περίμενε
κανείς και κοίταξα πίσω απ’ τις κουρτίνες μήπως και ξαναβρώ τα παιδικά
μου χρόνια ή τα βήματα ενός μοναχικού διαβάτη αργά τη νύχτα μου θύμιζαν
πάντα πόσο εφήμεροι είμαστε... Κι η ποίηση είναι σα ν' ανεβαίνεις μια
φανταστική σκάλα για να κόψεις ένα ρόδο αληθινό.

Ά, πότε θα γυρίσουμε, είναι αργά, φέρτε εν' αμάξι από κείνα τα παλιά
που στάθμευαν στις πλατείες των προαστίων ή απ’ αυτά που φτιάχνουν οι σκιές τ' απόβραδο
κι εγώ γιατί μεγάλωσα στη σκάλα; τι περίμενα; Φωνές μακρινές ακουσμένες στ' όνειρο
ή μια νύχτα ερήμωσης κι η ηδονή να κλαις σιωπηλά για πράγματα ξεχασμένα απ’ όλους
ούτε θα ξαναβρούμε εκείνη την εποχή που ζήσαμε ό,τι καλύτερο είχαμε: τον ερωτά για ένα χρωματιστό βότσαλο, τη μυστική ταφή ενός πουλιού
ή ένα γράμμα που πήγαμε στο ταχυδρομείο χωρίς διεύθυνση, γιατί ο παιδικός φίλος τού καλοκαιριού είχε φύγει ξαφνικά χωρίς να μας ειδοποιήσει, «μα δεν έχει διεύθυνση», είπε ο υπάλληλος — από τότε ξέρεις πως ο κόσμος δεν μπορεί να σου δώσει καμιά βοήθεια.
Έξαλλου ήρθε ο καιρός να παραδεχτούμε ότι δεν κάναμε κι εμείς τίποτα, σπουδαίο. Άλλα και ποιο είναι το σπουδαίο; Και σε τι θα βοηθούσε;
Άνθρωποι που μας ξεγέλασε η τύχη ή μας πρόδωσε τ' όνειρο
κι ώ μάταιες ελπίδες, πόσο σας αγαπήσαμε έναν καιρό.

Σελήνη 20 ήμερων απόψε... Πώς έφυγαν τα χρόνια!

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Εωθινές επιγνώσεις


Η καινούρια ποιητική συλλογή του Αγαθοκλή Αζέλη (Πλανόδιον). Οι νύχτες στο θρυμματισμένο ενυδρείο, ήταν η προηγούμενη(Μεταίχμιο 2008).Το βιβλίο  θα παρουσιαστεί την Πέμπτη, 22 Δεκεμβρίου 2011 στις 8. 30 μ.μ στο βιβλιοπωλείο Κηρήθρες, Ασκληπιού 34 Τρίκαλα.

Θα μιλήσουν

Η κ. Όλγα Κασιαρδή-Hering, Καθηγήτρια Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού στο Τμήμα  Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών

Ο κ. Γιώργος Κόκκινος, Καθηγητής Μεθοδολογίας και Διδακτικής της Ιστορίας  στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου

Ο κ. Θανάσης Χονδρός, Εθνομουσικολόγος- Εκπαιδευτικός

Την εκδήλωση θα προλογίσει η κ. Βάσω Κάκλα, Φιλόλογος, Αντιδήμαρχος Παιδείας- Πολιτισμού-Αθλητισμού του Δήμου Τρικκαίων

Λίγα λόγια για την ποιητική συλλογή

Αν ισχύει ότι η μέρα ανήκει στη δράση και η νύχτα στο στοχασμό, το εωθινό τους μεταίχμιο αφιερώνεται στον αναστοχασμό που οδηγεί σε επιγνώσεις. Η ποιητική νύχτα είναι ίσως η χρονική περίοδος που το ποιητικό υποκείμενο διαλέγει στα αποθηκευμένα θραύσματα της μέρας τα στοιχεία που μέσα από τον αναστοχασμό και τις επιγνώσεις θα οδηγήσουν στη σύνθεση της ποιητικής του μυθολογίας, η οποία θα αποτελέσει τη γέφυρα για τη μετάβαση στην εκάστοτε επιούσα. Την απόπειρα διαμόρφωσης μιας τέτοιας υποκειμενικής μυθολογίας αποτελούν και οι τυπωμένες «Εωθινές Επιγνώσεις», με την προσδοκία να επιδώσουν στον εταίρο τους ένα όχημα με το οποίο θα χαράξει τη δική του, λυσιτελή ή μη, Οδύσσεια

Λίγα λόγια για τον ποιητή

Ο Αγαθοκλής Αζέλης είναι φιλόλογος στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων. Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Βιέννης, εργάστηκε ως έμμισθος ερευνητής στην Ακαδημία Επιστημών της Αυστρίας, ως Λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, όπου δίδαξε ελληνική γλώσσα, λογοτεχνία και ιστορία των ιδεών, και ως καθηγητής στο Vienna International School. Έχει δημοσιεύσει εκπαιδευτικά βιβλία, ενώ βραβεύτηκε από το αυστριακό κράτος για τη μετάφραση γερμανόφωνης λογοτεχνίας στα Ελληνικά. Έχει συμμετάσχει με ανακοινώσεις σε συνέδρια με επιστημονικό ή εκπαιδευτικό περιεχόμενο και έχει δημοσιεύσει ποιήματα στα περιοδικά "Η Λέξη" και "Η Παρέμβαση" και στην επετηρίδα "ΤΡΙΚΑΛΙΝΑ". Η πρώτη του ποιητική συλλογή "Νύχτες στο θρυμματισμένο ενυδρείο" εκδόθηκε από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ το 2008.


3+1 ποιήματα


Νυχτερινές αναπολήσεις

Είσαι ένα δίκοπο μαχαίρι
Κι εγώ το θηκάρι σου
Εφαρμόζεις μέσα μου
Δεν με κόβεις, δεν σε σφίγγω
Γίνεσαι ακίνδυνη
Αν και πάντα ετοιμοπόλεμη
Είμαι ένα δίκοπο μαχαίρι
Κι εσύ το θηκάρι μου
Εφαρμόζω μέσα σου
Δεν σε κόβω, δεν με σφίγγεις
Γίνομαι ακίνδυνος
Αν και πάντα ετοιμοπόλεμος
Είμαστε δυο μαχαίρια
Που διασταυρώθηκαν κι έγιναν δίκοπα
Μα σαν στοιχειωμένες πτυσσόμενες
Μπάμπουσκες, πότε το ’να
Γίνεται θήκη, πότε τ’ άλλο

      (Εωθινές επιγνώσεις)

Ρωγμές Το ποίημα είναι κατηγορική προσταγή
Σε υποδέχεται, αποκλειστικό καλεσμένο
Στον περίκλειστο κήπο του
Σου σφηνώνει την πένα στο χέρι
Καθηλώνοντάς σε να το γράψεις
Αν γελαστείς και υποκύψεις
Το άγος του ποιητή αν αποδεχτείς
Οι νύχτες σου διαρκώς θα μεγαλώνουν
Το ρολόι θα χτυπάει λέξεις
Παλιές; Πρωτότυπες; Πάντως πτερόεσσες
Ο χρόνος σου θα γίνει άνεμος
Ο τόπος θα σφαδάζει από το
Σύνδρομο στέρησης όλο αποδοκιμασία
Η ζωή σου θα τροχοδρομεί, βαγονέτο
Σκαπανέας που ανοίγει ρότα προς τον
Εαυτό του, με σύντομες επαναλήψεις
Για εμπέδωση
Γι’ αυτό λοιπόν νοικοκυρέψου. Αγόρασε
Ομόλογα πρόζας, τους ανήκει το μέλλον
Εμπεριέχουν, άλλωστε οδηγίες χρήσης

         (Εωθινές επιγνώσεις)

Προϊούσα συνύφανση

Όσα χρόνια σε προσδοκούσα
Καλλιεργούσα ανεπεξέργαστες  μνήμες
Συναντώντας σε στο τέρμα του κήπου
Με συνόδευσες στην αντίστροφη πορεία
Δεν θυμόμουν ακριβή
Ονόματα και διευθύνσεις
Τυφλά βήματα μας ανέβασαν σε σκάλες
Περιπλανήσεις ανακάλεσαν μυρωδιές και όψεις
Σταδιακά όλα απέκτησαν ονόματα
Ήρθε η ώρα να αποποιηθούμε
Τα δικά μας’ είμαστε μεταξύ μας
Άχρονοι πλέον, δεν  κινδυνεύουμε
Ούτε απ’ της Δαλιδάς το βιαστικό ψαλίδι
Η κόρη μας μεγαλώνει προς τα ένδον του κρανίου
Είμαι εγώ οστά κι εσύ οι ραφές τους
Όριο στεγανό τ’ ασήμαντο ν’ αντιπαλεύει

             (Εωθινές επιγνώσεις)



Schalen


Απολεπίζονται οι λέξεις σαν το χιόνι
Και ξεπροβάλλουν από κάτω πάλι λέξεις
Φθίνει το κρεμμύδι
Όμως πυρήνας πουθενά
Μόνο σωρός τα τσόφλια ένα γύρο
Στο χέρι σπαρταράει το κενό

           (Νύχτες στο θρυμματισμένο ενυδρείο)

Η εκδήλωση



Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

ΕΝΑ ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη

Η μυγδαλιά


Έχει στον κήπο μου μια μυγδαλιά φυτρώσει
κι είν' έτσι τρυφερή που μόλις ανασαίνει·
μα η κάθε μέρα, η κάθε αυγή τηνε μαραίνει
και τη χαρά του ανθού της δε θα μου δώσει.
Κι αλίμονό μου! εγώ της έχω αγάπη τόση...
Κάθε πρωί κοντά της πάω και γονατίζω
και με νεράκι και με δάκρυα την ποτίζω
τη μυγδαλιά που 'χει στον κήπο μου φυτρώσει.
Αχ, της ζωούλας της το ψέμα θα τελειώσει·
όσα δεν έχουν πέσει, θα της πέσουν φύλλα
και τα κλαράκια της θε ν' απομείνουν ξύλα.
Την άνοιξη του ανθού της δε θα μου δώσει
Κι όμως εγώ ο φτωχός της είχ' αγάπη τόση...

Στα Ο ρια.

Πήγαινε πάντα στην άκρη. Άλλοτε από περιέργεια, άλλες φορές από απογοήτευση.
Τώρα καθόταν πάνω στο ξεμύτισμα του βράχου. Κάτω και πέρα η θάλασσα.
Ήταν  έξι το πρωί. Δεν έκλεισε μάτι τη νύχτα. Η θάλασσα ήταν ήρεμη, η ψυχή του παγωμένη.
Η μάνα του πέθανε  στα δεκαεπτά του, όταν γνώρισε την Ειρήνη. Πατέρα δεν γνώρισε. Δούλευε και σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο. Στάθηκε στα πόδια του.
Τώρα τα πόδια του ήταν στον αέρα. Η σκέψη του στο κενό.
Φορούσε το κόκκινο μπουφάν, τα μαλλιά του είχαν γκριζάρει. Είχε γεννηθεί  στις 17 Νοέμβρη 1973. Σαν ελπίδα. Η νιότη του ήταν ένα Όραμα. Η ζωή του τραμπάλα.
Χθες έφυγε οριστικά και η Ειρήνη του. Παιδί δεν είχαν. Έμεινε μόνο ο πόλεμος μέσα του.
Δύσκολο να σταθεί όρθιο ένα άδειο σακί. Έβαλε τις παλάμες στα μάτια του, να μην βλέπει την ανατολή. Άρνηση.
Είχε αρνηθεί να γίνει δημόσιος υπάλληλος, -όταν γινόταν η περισυλλογή ψήφων από τα κόμματα και μοίραζαν θέσεις πολλές, σε μικρά γραφεία. Από μικρός ζωγράφιζε πουλιά με ανοιγμένα φτερά,  καράβια να ταξιδεύουν σε ανοιχτές θάλασσες, αεροπλάνα να πετούν στα σύννεφα, τρένα με πολλά βαγόνια.
Πάει ένας χρόνος τώρα που δεν ζωγράφιζε τίποτα. Μόνο περπατούσε τις νύχτες, να συναντά πυγολαμπίδες.
Αγαπούσε τη ζωή. Ήταν δειλός, να την αφήσει πίσω. Κι ονειροπόλος, για την αρχίσει πάλι.
Άπλωσε το χέρι του, με κλειστά μάτια, ο βράχος ήταν σκληρός, πιο σκληρός κι απ΄ τη ζωή που έζησε, ένα μικρό άσπρο λουλούδι βρέθηκε στην παλάμη του.
 Έκλεισε το χέρι του, έσφιξε τη γροθιά του, άνοιξε τα μάτια του, ο ήλιος λαμπύριζε στη θάλασσα.....
Στις οκτώ ήταν στη δουλειά του.


Ουτοπιστής



Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Αναζητώντας φως/Στο σκοτάδι/ Αντίδοτο στην ασχήμια /Η ομορφιά

Μύλος Ματσόπουλου
Όταν παλιά κτίρια αντέχουν στον χρόνο.
Κουβαλώντας ιστορία και πολιτισμό.
Όταν με φυσικά υλικά πλάθεις την ελπίδα.
Σήμερα μια πολιτιστική ανάσα.
Στο πάρκο Ματσόπουλου.
Χώροι που στεγάζουν Ό νειρα.







Ο Δημοτικός κινηματογράφος
Η θεατρική ομάδα
Φιλοξενία μικρών θεατρικών σχημάτων
Μουσικές συναυλίες
Ορχήστρα Τσιτσάνη
Το εργαστήρι ζωγραφικής
Ποιητικές και λογοτεχνικές βραδιές
Πολιτιστικά δρώμενενα.
Πρόβες για φτερουγίσματα του νου και της ψυχής.



Το τραίνο σηματοδοτεί αφίξεις και αναχωρήσεις
Πάνω απ'αυτές τις ράγες πέρασαν προσδοκίες και απογοητεύσεις
Ο σταθμός του τραίνου σημείο αναφοράς, όπως το λιμάνι.
Και το σφύριγμα η ώρα, πότε της ανατολής και πότε της δύσης.


Κουρσούμ Τζαμί.
Ανακαινίσθηκε τα τελευταία χρόνια
Αίθουσα ακουστικής μουστικής
Εκθεσιακός χώρος ζωγράφων και καλιτεχνών




Φθινοπωρινός δρόμος
δίπλα στο ποτάμι
πίσω απ' τις παλιές φυλακές.
Πίσω απ'το σκοτάδι κρύβεται το φως.
Πίσω απ΄τα σύννεφα ο ήλιος.
Το μέλλον ανήκει στο παρελθόν.



Μέσα στην ασχήμια αναζήτησα την ομορφιά
Μέσα στην ξέρα το νερό.
Προαιώνιο σύμβολο της ζωής
Η ροή των πάντων.


Ληθαίος ποταμός
Της λήθης τα καμώματα
Το μέλλον κυλάει ανάποδα.



Γ.Σεφέρη – όπου και να ταξιδέψω

Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει
Στο Πήλιο μέσα στις καστανιές το πουκάμισο του Κενταύρου
γλιστρούσε μέσα στα φύλλα για να τυλιχτεί στο κορμί μου
καθώς ανέβαινα την ανηφόρα κι η θάλασσα μ' ακολουθούσε
ανεβαίνοντας κι αυτή σαν τον υδράργυρο θερμομέτρου
ως που να βρούμε τα νερά του βουνού.
Στη Σαντορίνη αγγίζοντας νησιά που βουλιάζαν
ακούγοντας να παίζει ένα σουραύλι κάπου στις αλαφρόπετρες
μου κάρφωσε το χέρι στην κουπαστή
μια σαϊτα τιναγμένη ξαφνικά
από τα πέρατα μιας νιότης βασιλεμένης.
Στις Μυκήνες σήκωσα τις μεγάλες πέτρες και τους θησαυρούς των Ατρειδών
και πλάγιασα μαζί τους
στο ξενοδοχείο της "Ωραίας Ελένης του Μενελάου"
χάθηκαν μόνο την αυγή που λάλησε η Κασσάντρα
μ' έναν κόκορα κρεμασμένο στο μαύρο λαιμό της.
Στις Σπέτσες στον Πόρο και στη Μύκονο
με χτίκιασαν οι βαρκαρόλες.
Τι θέλουν όλοι αυτοί που λένε
πως βρίσκουνται στην Αθήνα ή στον Πειραιά;
Ο ένας έρχεται από Σαλαμίνα και ρωτάει τον άλλο μήπως "έρχεται εξ Ομονοίας"
"Όχι έρχομαι εκ Συντάγματος" απαντά κι είν' ευχαριστημένος
"βρήκα το Γιάννη και με κέρασε ένα παγωτό".
Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει
δεν ξέρουμε την πίκρα του λιμανιού σαν ταξιδεύουν όλα τα καράβια
περιγελάμε εκείνους που τη νιώθουν.
Παράξενος κόσμος που λέει πως βρίσκεται στην Αττική
και δε βρίσκεται πουθενά
αγοράζουν κουφέτα για να παντρευτούνε
κρατούν "σωσίτριχα" φωτογραφίζουνται
ο άνθρωπος που είδα σήμερα καθισμένος σ' ένα φόντο με πιτσούνια και με λουλούδια
δέχουνταν το χέρι του γέρο φωτογράφου να του στρώνει τις ρυτίδες
που είχαν αφήσει στο πρόσωπό του
όλα τα πετεινά τ' ουρανού.
Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει ολοένα ταξιδεύει
κι αν "ορώμεν ανθούν πέλαγος Αιγαίον νεκροίς"
είναι εκείνοι που θέλησαν να πιάσουν το μεγάλο καράβι με το κολύμπι
εκείνοι που βαρέθηκαν να περιμένουν τα καράβια που δεν μπορούν να κινήσουν
την ΕΛΣΗ τη ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ τον ΑΜΒΡΑΚΙΚΟ.
Σφυρίζουν τα καράβια τώρα που βραδιάζει στον Πειραιά
σφυρίζουν ολοένα σφυρίζουν μα δεν κουνιέται κανένας αργάτης
καμμιά αλυσίδα δεν έλαμψε βρεμένη στο στερνό φως που βασιλεύει
ο καπετάνιος μένει μαρμαρωμένος μες στ' άσπρα και στα χρυσά.
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει
παραπετάσματα βουνών αρχιπέλαγα γυμνοί γρανίτες...
το καράβι που ταξιδεύει το λένε - ΑΓΩΝΙΑ 937





Μια χούφτα περιστέρια
Φτερούγισαν μπροστά μου
Σαν παλιά όνειρα φώλιασαν
Στην ανάσα μου.



Το άσπρο, αντίδοτο στο μαύρο
Μόνος, μόνος
Υφαίνεις το παιχνίδι
Της ομορφιάς.




Παζλ της ροής.
Της εναλλαγής και του καιρού.
Και των στόχων
Μαζί.
Μέχρι την απεραντοσύνη
Της θάλασσας.



















Μικρός o καταράκτης
Μεγάλo τo πεθαμένo Ό νειρo.




Παιχνίδια του μυαλού


Πιό πολύ τη φύση αγάπησα
Ποτέ δεν μένει στάσιμη
Στο μάτι.
Αέναη διαρκώς.Ψηλώνει.


ΤΟ ΒΡΑΔΥ
     του Ηλία Κεφάλα

Πέφτει νωρίς το βράδυ.
Σιωπές, κίτρινα φύλλα και στάσιμα νερά
ναρκώνουν τον κάμπο.
Οι δρόμοι Έρημοι.
Στις εσοχές του ύπνου τα πουλιά
κρύβουν τον φόβο τους.
Άνθρωποι κουρασμένοι
δοκιμάζουν τις αντοχές τους
μέσα σε φευγαλέα όνειρα.

Πέφτει νωρίς το βράδυ
Τα χρόνια πάντα στον κατήφορο κυλούν .
Περπάτησα και ξαναπερπάτησα
χωρίς να φθάσω πουθενά.
Τόσο μόνος μέσα σε μιαν απέραντη επικράτεια
από μεγάλες σιωπές,
κίτρινα φύλλα
και στάσιμα νερά.

Πέφτει νωρίς το βράδυ.
Σε λίγο θα είναι μόνο βράδυ.






....η νύχτα έπεσε, οι δρόμοι χαθήκαν.



Ουτοπιστής