Μύλος Ματσόπουλου
Όταν παλιά κτίρια αντέχουν στον χρόνο.
Κουβαλώντας ιστορία και πολιτισμό.
Όταν με φυσικά υλικά πλάθεις την ελπίδα.
Σήμερα μια πολιτιστική ανάσα.
Στο πάρκο Ματσόπουλου.
Χώροι που στεγάζουν Ό νειρα.
Ο Δημοτικός κινηματογράφος
Η θεατρική ομάδα
Φιλοξενία μικρών θεατρικών σχημάτων
Μουσικές συναυλίες
Ορχήστρα Τσιτσάνη
Το εργαστήρι ζωγραφικής
Ποιητικές και λογοτεχνικές βραδιές
Πολιτιστικά δρώμενενα.
Πρόβες για φτερουγίσματα του νου και της ψυχής.
Το τραίνο σηματοδοτεί αφίξεις και αναχωρήσεις
Πάνω απ'αυτές τις ράγες πέρασαν προσδοκίες και απογοητεύσεις
Ο σταθμός του τραίνου σημείο αναφοράς, όπως το λιμάνι.
Και το σφύριγμα η ώρα, πότε της ανατολής και πότε της δύσης.
Κουρσούμ Τζαμί.
Ανακαινίσθηκε τα τελευταία χρόνια
Αίθουσα ακουστικής μουστικής
Εκθεσιακός χώρος ζωγράφων και καλιτεχνών
Φθινοπωρινός δρόμος
δίπλα στο ποτάμι
πίσω απ' τις παλιές φυλακές.
Πίσω απ'το σκοτάδι κρύβεται το φως.
Πίσω απ΄τα σύννεφα ο ήλιος.
Το μέλλον ανήκει στο παρελθόν.
Μέσα στην ασχήμια αναζήτησα την ομορφιά
Μέσα στην ξέρα το νερό.
Προαιώνιο σύμβολο της ζωής
Η ροή των πάντων.
Ληθαίος ποταμός
Της λήθης τα καμώματα
Το μέλλον κυλάει ανάποδα.
Γ.Σεφέρη – όπου και να ταξιδέψω
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει
Στο Πήλιο μέσα στις καστανιές το πουκάμισο του Κενταύρου γλιστρούσε μέσα στα φύλλα για να τυλιχτεί στο κορμί μου καθώς ανέβαινα την ανηφόρα κι η θάλασσα μ' ακολουθούσε ανεβαίνοντας κι αυτή σαν τον υδράργυρο θερμομέτρου ως που να βρούμε τα νερά του βουνού.
Στη Σαντορίνη αγγίζοντας νησιά που βουλιάζαν ακούγοντας να παίζει ένα σουραύλι κάπου στις αλαφρόπετρες μου κάρφωσε το χέρι στην κουπαστή μια σαϊτα τιναγμένη ξαφνικά από τα πέρατα μιας νιότης βασιλεμένης. Στις Μυκήνες σήκωσα τις μεγάλες πέτρες και τους θησαυρούς των Ατρειδών και πλάγιασα μαζί τους στο ξενοδοχείο της "Ωραίας Ελένης του Μενελάου" χάθηκαν μόνο την αυγή που λάλησε η Κασσάντρα μ' έναν κόκορα κρεμασμένο στο μαύρο λαιμό της. Στις Σπέτσες στον Πόρο και στη Μύκονο με χτίκιασαν οι βαρκαρόλες.
Τι θέλουν όλοι αυτοί που λένε πως βρίσκουνται στην Αθήνα ή στον Πειραιά; Ο ένας έρχεται από Σαλαμίνα και ρωτάει τον άλλο μήπως "έρχεται εξ Ομονοίας" "Όχι έρχομαι εκ Συντάγματος" απαντά κι είν' ευχαριστημένος "βρήκα το Γιάννη και με κέρασε ένα παγωτό". Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει δεν ξέρουμε την πίκρα του λιμανιού σαν ταξιδεύουν όλα τα καράβια περιγελάμε εκείνους που τη νιώθουν. Παράξενος κόσμος που λέει πως βρίσκεται στην Αττική και δε βρίσκεται πουθενά αγοράζουν κουφέτα για να παντρευτούνε κρατούν "σωσίτριχα" φωτογραφίζουνται ο άνθρωπος που είδα σήμερα καθισμένος σ' ένα φόντο με πιτσούνια και με λουλούδια δέχουνταν το χέρι του γέρο φωτογράφου να του στρώνει τις ρυτίδες που είχαν αφήσει στο πρόσωπό του όλα τα πετεινά τ' ουρανού. Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει ολοένα ταξιδεύει κι αν "ορώμεν ανθούν πέλαγος Αιγαίον νεκροίς" είναι εκείνοι που θέλησαν να πιάσουν το μεγάλο καράβι με το κολύμπι εκείνοι που βαρέθηκαν να περιμένουν τα καράβια που δεν μπορούν να κινήσουν την ΕΛΣΗ τη ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ τον ΑΜΒΡΑΚΙΚΟ. Σφυρίζουν τα καράβια τώρα που βραδιάζει στον Πειραιά σφυρίζουν ολοένα σφυρίζουν μα δεν κουνιέται κανένας αργάτης καμμιά αλυσίδα δεν έλαμψε βρεμένη στο στερνό φως που βασιλεύει ο καπετάνιος μένει μαρμαρωμένος μες στ' άσπρα και στα χρυσά. Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει παραπετάσματα βουνών αρχιπέλαγα γυμνοί γρανίτες... το καράβι που ταξιδεύει το λένε - ΑΓΩΝΙΑ 937
Μια χούφτα περιστέρια
Φτερούγισαν μπροστά μου
Σαν παλιά όνειρα φώλιασαν
Στην ανάσα μου.
Το άσπρο, αντίδοτο στο μαύρο
Μόνος, μόνος
Υφαίνεις το παιχνίδι
Της ομορφιάς.
Παζλ της ροής.
Της εναλλαγής και του καιρού.
Και των στόχων
Μαζί.
Μέχρι την απεραντοσύνη
Της θάλασσας.
Μικρός o καταράκτης
Μεγάλo τo πεθαμένo Ό νειρo.
Παιχνίδια του μυαλού
Πιό πολύ τη φύση αγάπησα
Ποτέ δεν μένει στάσιμη
Στο μάτι.
Αέναη διαρκώς.Ψηλώνει.
ΤΟ ΒΡΑΔΥ του Ηλία Κεφάλα
Πέφτει νωρίς το βράδυ.
Σιωπές, κίτρινα φύλλα και στάσιμα νερά
ναρκώνουν τον κάμπο.
Οι δρόμοι Έρημοι.
Στις εσοχές του ύπνου τα πουλιά
κρύβουν τον φόβο τους.
Άνθρωποι κουρασμένοι
δοκιμάζουν τις αντοχές τους
μέσα σε φευγαλέα όνειρα.
Πέφτει νωρίς το βράδυ
Τα χρόνια πάντα στον κατήφορο κυλούν .
Περπάτησα και ξαναπερπάτησα
χωρίς να φθάσω πουθενά.
Τόσο μόνος μέσα σε μιαν απέραντη επικράτεια
από μεγάλες σιωπές,
κίτρινα φύλλα
και στάσιμα νερά.
Πέφτει νωρίς το βράδυ.
Σε λίγο θα είναι μόνο βράδυ.