Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2014

Τα 100 καλύτερα βιβλία της νεοελληνικής λογοτεχνίας

Ολοκληρώθηκε και δημοσιεύεται σήμερα η έρευνα για τα 100 καλύτερα  βιβλία νεοελληνικής λογοτεχνίας των τελευταίων δύο αιώνων(1813-2013), που πραγματοποίησε το περιοδικό bookpress σε συνεργασία με το Βιβλιοπωλείο Πολιτεία.





Σύμφωνα με τις επιλογές 120 συγγραφέων
Με τη συμμετοχή 120 λογοτεχνών ολοκληρώθηκε η μεγάλη έρευνα που πραγματοποίησαν το bookpress.gr και το Βιβλιοπωλείο Πολιτεία, για την ανάδειξη των 100 βιβλίων που αξιολογούνται από τους συγγραφείς ως τα καλύτερα της νεοελληνικής λογοτεχνίας των τελευταίων δύο αιώνων (1813-2013). 
Υπενθυμίζουμε ότι από τους συγγραφείς ζητήθηκε να δηλώσουν τα 20 βιβλία που αξιολογεί ο καθένας ως τα καλύτερα, σύμφωνα πάντα με τις αναγνωστικές προτιμήσεις τους, την κρίση τους για την επιρροή που άσκησαν ή άλλα κριτήρια που καθορίζουν τις επιλογές τους. Στα βιβλία αυτά μπορούσαν να περιλαμβάνονται τίτλοι πεζογραφίας, μυθιστορήματα ή διηγήματα, ποιητικές συλλογές (μεμονωμένες, συγκεντρωτικές ή άπαντα) και θεατρικά έργα.
Τα 100 βιβλία που συγκέντρωσαν τις περισσότερες προτιμήσεις δημοσιεύονται κατά αλφαβητική σειρά, σύμφωνα με το επώνυμο των συγγραφέων, και όχι με βάση τις προτιμήσεις που συγκέντρωσαν, αφού στις προθέσεις της έρευνάς μας δεν είναι να θέσουμε συγγραφείς και βιβλία σε «ανταγωνισμό», αλλά «να καταδειχτούν προτιμήσεις, επιρροές, τάσεις, τροφοδοτώντας τη συζήτηση που αφορά το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της ελληνικής λογοτεχνίας.»
Ο κατάλογος με τα 100 καλύτερα βιβλία της νεοελληνικής λογοτεχνίας είναι ο εξής:
1ΑΡΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΤΟ ΚΙΒΩΤΙΟ
2ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
3ΜΕΛΠΩ ΑΞΙΩΤΗ ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΝΥΧΤΕΣ
4ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ Η ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΩΝ ΕΝΝΙΑ
5ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ '60
6ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΡΔΟΠΑΤΗ
7ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ ΟΡΘΟΚΩΣΤΑ
8ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ
9ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΤΟ ΦΥΛΛΟ. ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ. Τ' ΑΓΓΕΛΙΑΣΜΑ
10ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ ΑΙΟΛΙΚΗ ΓΗ
11ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ ΤΟ ΝΟΥΜΕΡΟ 31328
12ΓΕΩΡΓΙΟΣ Μ. ΒΙΖΥΗΝΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
13ΓΕΩΡΓΙΟΣ Μ. ΒΙΖΥΗΝΟΣ ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ
14ΓΕΩΡΓΙΟΣ Μ. ΒΙΖΥΗΝΟΣ ΤΟ ΜΟΝΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΤΑΞΕΙΔΙΟΝ
15ΡΕΑ ΓΑΛΑΝΑΚΗ Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΙΣΜΑΗΛ ΦΕΡΙΚ ΠΑΣΑ
16ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ ΓΥΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΕΝΑ
17ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ ΑΜΟΡΓΟΣ
18Ε.Χ. ΓΟΝΑΤΑΣ Η ΚΡΥΠΤΗ
19ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ΠΕΘΑΙΝΩ ΣΑΝ ΧΩΡΑ
20ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΝΤΙΑΛΙΘ' ΙΜ ΧΡΙΣΤΑΚΗ
21ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ ΧΑΙΡΕ ΠΟΤΕ
22ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ Η ΑΡΧΑΙΑ ΣΚΟΥΡΙΑ
23ΣΤΡΑΤΗΣ ΔΟΥΚΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΥ
24ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΡΟΔΩΝΕΣ
25ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΜΠΟΛΙΒΑΡ
26ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
27ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΤΑ ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΗΣ ΟΞΩΠΕΤΡΑΣ
28ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1911-1996
29ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΜΑΡΙΑ ΝΕΦΕΛΗ
30ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΟΚΤΑΝΑ
31ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΕΝΔΟΧΩΡΑ
32ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΥΨΙΚΑΜΙΝΟΣ
33ΖΥΡΑΝΝΑ ΖΑΤΕΛΗ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ ΕΠΑΝΕΡΧΟΝΤΑΙ
34ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ Η ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ
35ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΘΡΗΝΟΣ
36ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ Η ΣΑΡΚΟΦΑΓΟΣ
37Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ ΑΠΑΝΤΑ
38Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
39ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ
40ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ
41ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ
42ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΞΑΝΑΣΤΑΥΡΩΝΕΤΑΙ
43ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ ΩΔΑΙ
44ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ Η ΑΥΛΗ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ
45Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ Η ΜΕΓΑΛΗ ΧΙΜΑΙΡΑ
46Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ ΓΙΟΥΓΚΕΡΜΑΝ
47Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ Ο ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ ΛΙΑΠΚΙΝ
48ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ Η ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΚΑΙ Ο ΛΥΚΟΣ
49ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ Ο ΖΗΤΙΑΝΟΣ
50ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΕΛΕΓΕΙΑ ΚΑΙ ΣΑΤΙΡΕΣ
51ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΖΑ
52ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΝΗΠΕΝΘΗ
53ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ ΚΑΤΑ ΣΑΔΔΟΥΚΑΙΩΝ
54ΝΙΚΟΣ ΚΑΧΤΙΤΣΗΣ Ο ΕΞΩΣΤΗΣ
55ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ ΑΝΤΙΠΟΙΗΣΙΣ ΑΡΧΗΣ
56ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ ΥΑΛΙΚΩΝ
57ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ
58ΠΑΥΛΟΣ ΜΑΤΕΣΙΣ Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ
59ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
60ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΕΡΑΤΗΣ ΤΟ ΠΛΑΤΥ ΠΟΤΑΜΙ
61ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ
62ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ Η ΔΑΣΚΑΛΑ ΜΕ ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΜΑΤΙΑ
63ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ Ο ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ
64ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ REMINGTON
65ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣΗ ΦΟΝΙΣΣΑ
66ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣΑΠΑΝΤΑ
67ΝΙΚΟΣ-ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΕΡΣΗΣ
68ΝΙΚΟΣ-ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ Ο ΠΕΘΑΜΕΝΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ
69ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ EROICA
70ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΣΤΟΥ ΧΑΤΖΗΦΡΑΓΚΟΥ
71ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΛΕΜΟΝΟΔΑΣΟΣ
72ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ Η ΣΟΝΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ
73ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
74ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗΣ Η ΠΑΠΙΣΣΑ ΙΩΑΝΝΑ
75ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΛΑΘΟΣ
76ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Α ΚΑΙ Β
77ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
78ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
79ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΣΤΡΩΜΑΤΟΣ
80ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ ΣΤΡΟΦΗ
81ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ ΛΥΡΙΚΟΣ ΒΙΟΣ
82ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΝΕΚΡΟΔΕΙΠΝΟΣ
83ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ ΤΟ ΣΟΛΟ ΤΟΥ ΦΙΓΚΑΡΩ
84ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ ΤΟ ΘΕΙΟ ΤΡΑΓΙ
85ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΣ
86ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ ΑΠΑΝΤΑ
87ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ
88ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ
89ΚΩΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΗΣ ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΤΕΦΑΝΙ
90ΣΤΡΑΤΗΣ ΤΣΙΡΚΑΣ ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ
91ΣΤΡΑΤΗΣ ΤΣΙΡΚΑΣ Η ΧΑΜΕΝΗ ΑΝΟΙΞΗ
92ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΚΚΑΣ Ο ΜΠΙΝΤΕΣ
93ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΜΑΣ ΠΟΛΗΣ
94ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΣ ΤΟ ΔΙΠΛΟ ΒΙΒΛΙΟ
95ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ Ο ΕΧΘΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ
96ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΟΙ ΧΤΙΣΤΕΣ
97ΝΙΚΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ Ο ΛΟΥΣΙΑΣ
98ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΗΣΤΟΜΑΝΟΣ Η ΚΕΡΕΝΙΑ ΚΟΥΚΛΑ
99ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
100ΓΙΑΝΝΗΣ ΨΥΧΑΡΗΣ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΟΥ

Ορισμένα συμπεράσματα
H έρευνα αυτή ελπίζουμε ότι θα αποτελέσει το έναυσμα για γόνιμες συζητήσεις. Είναι πάντως η πρώτη φορά, εξ όσων γνωρίζουμε, που καταγράφονται σε τέτοιο εύρος οι επιλογές εν ζωή Ελλήνων συγγραφέων σε σχέση με την ίδια τους την παράδοση, τις επιρροές τους, τις αναγνωστικές προτιμήσεις τους.
Στο σύνολο των βιβλίων
Από μια πρώτη επεξεργασία των στοιχείων προκύπτουν ορισμένα απλά δεδομένα. Καταρχάς, ο συνολικός αριθμός των συγγραφέων που έχουν βιβλία τους στα πρώτα 100 είναι μόλις εξήντα έξι (66), κάτι που προφανώς οφείλεται στο γεγονός ότι αρκετοί έχουν περισσότερα του ενός βιβλία (έως τέσσερα, το πιο πολύ). Από αυτούς, οι σαράντα τρεις (43)είναι κατά μείζονα λόγο πεζογράφοι, οι εικοσιένα (21) κατά μείζονα λόγο ποιητές, ενώ μόνο δύο (2) εξ αυτών (Ιάκωβος Καμπανέλλης, Δημήτρης Δημητριάδης) είναι κατά μείζονα λόγο θεατρικοί συγγραφείς. Από το σύνολο των εξήντα έξι (66) λογοτεχνών, μόνον επτά (7) είναι γυναίκες, με τις τέσσερις (4) εξ αυτών (Γαλανάκη, Δημουλά, Δούκα, Ζατέλη) να βρίσκονται εν ζωή – κάτι που καταδεικνύει βεβαίως την σημαντική συμβολή των γυναικών συγγραφέων στην ελληνική λογοτεχνία από τη Μεταπολίτευση και στη συνέχεια (ο αριθμός των γυναικών είναι πολύ μεγαλύτερος στο σύνολο των βιβλίων που προτιμήθηκαν, αλλά αυτά θα τα δούμε σε επόμενη δημοσίευση)
Οι εν ζωή συγγραφείς
Ο αριθμός των εν ζωή συγγραφέων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των 100 βιβλίων παρέμεινε μεν χαμηλός (είναιδώδεκα (12) συγγραφείς), αλλά όχι ασήμαντος. Ο αριθμός των βιβλίων τους ανέρχεται στα δεκαπέντε (15), με τον Θανάση Βαλτινό να είναι ο μοναδικός που έχει περισσότερα του ενός (συνολικά τέσσερα βιβλία). Από το σύνολο των δώδεκα (12) εν ζωή συγγραφέων, οι οκτώ (8) είναι άντρες και οι τέσσερις (4) γυναίκες, ενώ αντίστοιχα οι οκτώ (8)από τους δώδεκα είναι κατά μείζονα λόγο πεζογράφοι (Βαλτινός, Βασιλικός, Γαλανάκη, Δημητρίου, Δούκα, Ζατέλη, Κουμανταρέας, Χουλιαράς), οι τρεις (3) είναι κατά μείζονα λόγο ποιητές (Γκανάς, Δημουλά, Χριστιανόπουλος), κι ένας (1)είναι κατά μείζονα λόγο θεατρικός συγγραφέας (Δημητριάδης) αλλά το βιβλίο στο οποίο οφείλει τη θέση του στους εξήντα έξι (66) είναι πεζογράφημα (Πεθαίνω σαν χώρα). Αν βέβαια στον κατάλογο των εν ζωή συγγραφέων προστεθούν κι εκείνοι που πέθαναν πολύ πρόσφατα (Μάτεσις, Καμπανέλλης) ή σχετικά πρόσφατα (Διδώ Σωτηρίου, Σαμαράκης, Χειμωνάς,), καθώς κι ο πρόωρα χαμένος Γιάννης Πάνου (55 χρόνων το 1998) τότε η σχετική εντύπωση ενισχύεται σημαντικά.
Οι «διακριτές περιπτώσεις»
Από τους εξήντα έξι (66) λογοτέχνες, τέσσερις (4) εξ αυτών (Βαλτινός, Ελύτης, Καζαντζάκης, Σεφέρης) εκπροσωπούνται με τέσσερα (4) διαφορετικά έργα τους, ενώ έξι (6) εξ αυτών (Βιζυηνός, Εμπειρίκος, Καραγάτσης, Καρυωτάκης, Πολίτης, Σολωμός) εκπροσωπούνται με τρία (3) διαφορετικά έργα τους (στα "έργα" συμπεριλαμβάνεται και η επιλογή των Απάντων, όπου υπάρχει). Συνεπώς, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι δέκα (10) αυτοί συγγραφείς αναδεικνύονται ως «διακριτές περιπτώσεις» σε αυτή τη μεγάλη έρευνα. Εξ αυτών, μόνον ο Θανάσης Βαλτινός βρίσκεται στη ζωή.
Βέβαια, ο αριθμός των βιβλίων που έχει ένας συγγραφέας στα 100 καλύτερα είναι ένας μόνο από τους παράγοντες που φανερώνει τον βαθμό εκτίμησης που απολαμβάνει μεταξύ των 120 σύγχρονων συγγραφέων που κατέθεσαν τις προτιμήσεις τους. Ένας άλλος είναι, όπως είναι ευνόητο, το πλήθος των επιλογών που συγκέντρωσε, για ένα ή περισσότερα έργα του. Από αυτή την άποψη, μεγάλος «νικητής» αναδεικνύεται αναμφίβολα ο Κ.Π. Καβάφης, ο οποίος, κυρίως με τα Ποιήματα (το «σώμα» ποιημάτων που προέκρινε ο ίδιος, δηλαδή) και κατά πολύ λιγότερο με τα Άπαντα συγκέντρωσε με σημαντική διαφορά από τους υπόλοιπους τις περισσότερες προτιμήσεις. Ο μόνος που τον πλησιάζει –ο κατεξοχήν συγγραφέας του ενός βιβλίου της γραμματείας μας– είναι ο Άρης Αλεξάνδρου με το Κιβώτιο. Την τριάδα συμπληρώνει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης με τη Φόνισσα (ο οποίος βέβαια κατέχει συνολικά σημαντική θέση στον κατάλογο με τα 100, και μάλιστα με τα Άπαντά του)
Εκπλήξεις;
Ούτε η πρωτιά των Καβάφη, Αλεξάνδρου και Παπαδιαμάντη αποτέλεσε έκπληξη, ούτε η ισχυρή παρουσία του Θανάση Βαλτινού στα 100 καλύτερα βιβλία ήταν μη αναμενόμενη. Παρομοίως, έκπληξη δεν αποτέλεσε η ισχυρή παρουσία των δύο νομπελιστών, ούτε το ηχηρό παρών μεγεθών όπως οι Βιζυηνός, Σολωμός, Εμπειρίκος, Καρυωτάκης, Καζαντζάκης, Καραγάτσης κ.ά.
Από την άλλη, είδαμε στις επιλογές πολλών συγγραφέων να εγγράφονται βιβλία τα οποία έχουν μεν αναγνωριστεί από την Κριτική, στην εποχή τους διαβάστηκαν και συζητήθηκαν, δεν διαθέτουν όμως στις μέρες μας ισχυρό αποτύπωμα στη συνείδηση σημαντικής μερίδας του αναγνωστικού κοινού. Τέτοια βιβλία υπάρχουν αρκετά στα 100, όπως για παράδειγμα Το φύλλο – Το πηγάδι – Το αγγέλιασμα του Βασίλη Βασιλικού (για να ξεκινήσουμε από τους εν ζωή συγγραφείς), η Κρύπτη του Ε.Χ. Γονατά, ο Εξώστης του Νίκου Καχτίτση, το Πλατύ Ποτάμι του Γιάννη Μπεράτη, το Από το στόμα της παλιάςRemington του Γιάννη Πάνου, ο Πεθαμένος και η Ανάσταση του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, ο Νεκρόδειπνος του Τάκη Σινόπουλου, ο Μπιντές του Μάριου Χάκκα, οι Χτίστες του Γιώργου Χειμωνά, η Κερένια Κούκλα του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου κ.ά.
Οι συγγραφείς που συμμετείχαν
Οι συγγραφείς που συμμετείχαν με τις επιλογές τους στην έρευνά μας είναι οι κάτωθι (με αλφαβητική σειρά):
Τατιάνα Αβέρωφ, Χρήστος Αγγελάκος, Δημήτρης Αθηνάκης, Κώστας Ακρίβος, Μαριγώ Αλεξοπούλου, Βασίλης Αμανατίδης, Κώστας Αρκουδέας, Χρήστος Αστερίου, Νάνος Βαλαωρίτης, Θανάσης Βαλτινός, Βασίλης Βασιλικός, Γιώργος Βέης, Νίκος Αδάμ Βουδούρης, Σπύρος Γιανναράς, Ηλίας Γκρης, Παναγιώτης Γούτας, Θεόδωρος Γρηγοριάδης, Νίκος Δαββέτας, Λουκία Δέρβη, Άντζελα Δημητρακάκη, Αρχοντούλα Διαβάτη, Λένα Διβάνη, Φίλιππος Δρακονταειδής, Λίλυ Εξαρχοπούλου, Μαρία Ευσταθιάδη, Σταύρος Ζαφειρίου, Βασίλης Ζηλάκος, Κατερίνα Ηλιοπούλου, Αλέξανδρος Ίσαρης, Κώστας Καβανόζης, Αθηνά Κακούρη, Δημήτρης Καλοκύρης, Τασούλα Καραγεωργίου, Βασίλης Καραγιάννης, Αγγέλα Καστρινάκη, Κώστας Κατσουλάρης, Ηλίας Κεφαλάς, Γιάννης Κιουρτσάκης, Νένα Κοκκινάκη, Ζέφη Κόλια, Δήμητρα Κολλιάκου, Λίλα Κονομάρα, Μάνος Κοντολέων, Θωμάς Κοροβίνης, Αύγουστος Κορτώ, Θεώνη Κοτίνη, Μαρία Κουγιουμτζή, Ζέτα Κουντούρη, Μαρία Κούρση, Πέτρος Κουτσιαμπασάκος, Στάθης Κουτσούνης, Κώστας Κουτσουρέλης, Αχιλλέας Κυριακίδης, Γιώργος Λαμπράκος, Κώστας Λογαράς, Ηλίας Μαγκλίνης, Αργυρώ Μαντόγλου, Άρης Μαραγκόπουλος, Ελένη Μαρινάκη, Έλενα Μαρούτσου, Γιώργος Μητάς, Μάριος Μιχαηλίδης, Αμάντα Μιχαλοπούλου, Μιχάλης Μοδινός, Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, Γλυκερία Μπασδέκη, Βαγγέλης Μπέκας, Γιώργος Μπλάνας, Γιώργος Μπράμος, Σοφία Νικολαΐδου, Ηρώ Νικοπούλου, Δημήτρης Νόλλας, Γιώργος Ξενάριος, Νίκος Ξένιος, Γιάννης Παλαβός, Παυλίνα Παμπούδη, Νίκος Παναγιωτόπουλος, Ευτυχία Παναγιώτου, Μάκης Πανώριος, Κάλλια Παπαδάκη, Χίλντα Παπαδημητρίου, Αριστέα Παπαλεξάνδρου, Ηλίας Παπαμόσχος, Νικήτας Παρίσης, Δημήτρης Πετσετίδης, Θοδωρής Ρακόπουλος, Ειρήνη Ρηνιώτη, Βασίλης Ρούβαλης, Αγγελική Σιδηρά, Ντίνος Σιώτης, Θωμάς Σκάσσης, Μαρία Σκιαδαρέση, Εύα Στάμου, Σταύρος Σταυρόπουλος, Δημήτρης Στεφανάκης, Αγγελική Στρατηγοπούλου, Άρης Σφακιανάκης, Δημήτρης Σωτάκης, Κλαίτη Σωτηριάδου, Βάσια Τζανακάρη, Σώτη Τριανταφύλλου, Νίκη Τρουλλινού, Θωμάς Τσαλαπάτης, Φωτεινή Τσαλίκογλου, Βασίλης Τσιαμπούσης, Μιχάλης Φακίνος, Ευγενία Φακίνου, Μαρία Φακίνου, Δημήτρης Φύσσας, Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Κοσμάς Χαρμπαντίδης, Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, Θανάσης Χατζόπουλος, Έλενα Χουζούρη, Γιώργος Χουλιάρας, Ελιάνα Χουρμουζιάδου, Γιώργος Χρονάς, Χρήστος Χωμενίδης, Γιώργος Ψάλτης. 
Από τους εκατόν είκοσι (120) συγγραφείς που συμμετείχαν στην έρευνά μας καταθέτοντας τις επιλογές τους οιεβδομήντα τέσσερις (74) είναι άντρες και οι σαράντα έξι (46) γυναίκες. Η σχετικά αυξημένη παρουσία των αντρών στο «δείγμα» μας δεν αρκεί βέβαια για να εξηγήσει την ισχνή παρουσία γυναικών συγγραφέων (μόλις 7 στους 66) στον κατάλογο με τα 100 βιβλία.
Σύντομα θα ακολουθήσει η δημοσίευση του καταλόγου με τους 100 συγγραφείς που συγκέντρωσαν τις περισσότερες προτιμήσεις για ένα ή περισσότερα βιβλία τους καθώς κι η ανάρτηση ενός ευρύτερου καταλόγου με ταβιβλία που συγκέντρωσαν τουλάχιστον δύο (2) προτιμήσεις.
Book Press

Αναδημοσίευση από το περιοδικό Bookpress

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2014

Στα Τρίκαλα


Του Γιώργου Σταματόπουλου

Είναι υγρή η ομορφιά της Θεσσαλίας. Ο Ληθαίος ποταμός που διασχίζει τα Τρίκαλα εξακολουθεί να ταράσσει ευεργετικά τον επισκέπτη και, υποθέτω, τους μόνιμους κατοίκους. Δεν έχουμε πολλές πόλεις με ποταμούς στην καρδιά τους. Αυτό από μόνο του προσδίδει μοναδικότητα στα Τρίκαλα. Σε συνδυασμό με την παλιά πόλη και το μεσαιωνικό κάστρο με το τεράστιο ρολόι, που πρωτοκατασκευάστηκε το 1648 από Οθωμανούς, η πόλη είναι από τις εντυπωσιακά ελκυστικές της χώρας.

Τόσες φορές που έχω πάει δεν αξιώθηκα να ανεβώ στο κάστρο. Αυτή τη φορά με πήρε από το χέρι ο Γιάννης και περπατήσαμε ώς την κορυφή· ακόμη και στο ρολόι ανεβήκαμε με την πανοραμική θέα όλης της πόλης. Τυλιγμένοι σε απαλή ομίχλη και δροσερή ψύχρα την απολαύσαμε και αμέσως μετά περπατήσαμε στα στενά πλακόστρωτα της παλιάς πόλης (Βαρώσι) με πολλά αρχιτεκτονικά αριστουργήματα οικιών να ανακατασκευάζονται. Ενας αστικός πολιτισμός πολύτιμος που, ευτυχώς, διασώζεται.

Πολλά μικρά, κομψά, κομψότατα καφέ και εστιατόρια και τσιπουράδικα, ζεστά και φιλόξενα, προκαλούν έναν ξεχωριστό τρόπο βαδίσματος και συμπεριφοράς· αναγκάζεσαι να σιωπήσεις ευλογώντας το τοπίο, τον χώρο. Γενάρης μήνας και πολλοί εκτείνονται σε τραπεζάκια έξω, αγγέλλοντας στους πάντες το ζείδωρο της χώρας κλίμα, τη συμφιλίωση των φυσικών δυνάμεων-αναπνοών. Μεσευρωπαϊκού στιλ καφέ κοσμούν άφθονα τους πεζοδρόμους. Αφθονο και φτηνό, επιτέλους, το φαγητό και, βεβαίως, το τσίπουρο ρέει γλυκύτατα, ουσιαστικά. Ο Ληθαίος κουβαλάει τη μνήμη της πόλης, δροσίζει το παρόν, ξεχύνεται στο μέλλον. Απειρα τα εσωτερικά τσιμπηματάκια, χωρίς παρενέργειες εντούτοις στην ευστάθεια του πεζοπορείν. Εντάξει, οι άνθρωποι ομορφαίνουν το περιβάλλον, αλλά κι αυτό με τη σειρά του ομορφαίνει τους ανθρώπους. Κάτι είχε δει ο Αριστοτέλης που, πάνω απ’ όλα τ’ ανθρώπινα, τοποθετούσε τη φιλία…

Δύο είναι για μένα οι εστίες πολιτισμού και πολιτικής στην πόλη. Το βιβλιοπωλείο «Κηρήθρες», που διευθύνουν, κοντά τρεις δεκαετίες τώρα, ο Κώστας (Κοτρώνης) και η Ρούλα. Ηρωική η παρουσία τους, κόντρα στην απαισιοδοξία της εποχής και στην άρνηση των πολιτών να διαβάζουν. Συνεχείς εκδηλώσεις-ομιλίες για βιβλία και συγγραφείς που πραγματεύονται τις πολύπλοκες πνευματικές προσεγγίσεις-νοηματοδοτήσεις. Ολα τούτα υπό εξοντωτικά αντίξοες συνθήκες. Να γιατί τίποτε δεν είναι μάταιο· η ζωή σπαρταρά και μεγαλουργεί σε τέτοια πρόσωπα, στέλνοντας στην εξορία αντικαταθλιπτικά και νευροκατασταλτικά φάρμακα…

Η ομάδα Από Κοινού έχει στα σπλάγχνα της ανθρώπους που (δια)κηρύσσουν (βιωματικά!) την Αποανάπτυξη στην οικονομία, πιστεύοντας (κι έχουν δίκιο) ότι σ’ έναν πεπερασμένο πλανήτη δεν μπορεί να υπάρχει απεριόριστη (άλογη-άκριτη) ανάπτυξη. Αλλά οι αριστερές δυνάμεις της πόλης περί άλλα τυρβάζουν. Πού θα πάει; Κάποια στιγμή θα αναγκαστούν να ακούσουν· η κοινωνία θα τους εξαναγκάσει να εκδιώξουν την πεποίθησή τους ότι είναι οι μόνοι κάτοχοι της αλήθειας. Οχι; Ναι. Και σύντομα!

Ανασημοσίευση  από την Εφημερίδα των Συντακτών

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2014

Πόλη παιδιών

koutsiabasakos360Του Σπύρου Γιανναρά


Σε αντίθεση με τα όσα γράφονται στο οπισθόφυλλο, νομίζω ότι το μυθιστόρημα Πόλη παιδιών του Πέτρου Κουτσιαμπασάκου δεν είναι επουδενί «ένα βιβλίο για τις Παιδοπόλεις που, από το 1947 έως το 1998, συνυπήρχαν βουβά με τις υπόλοιπες πόλεις της ελληνικής επικράτειας». Στην περίπτωση, όπως εν προκειμένω, της καλής λογοτεχνίας η ταύτιση του έργου με τον τόπο εξέλιξης της πλοκής ή τη συναισθηματική κατάσταση του ήρωα, περιορίζει επικίνδυνα το νοηματικό και υπαρξιακό του εύρος, απαξιώνοντάς το λογοτεχνικά. Με άλλα λόγια, η Πόλη παιδιών είναι ένα μυθιστόρημα για τις Παιδοπόλεις στο βαθμό που ο Μόμπυ Ντικ είναι ένα μυθιστόρημα για τα φαλαινοθηρικά ταξίδια ή η Άννα Καρένινα ένα μυθιστόρημα για τον αδιέξοδο έρωτα.
Επιμένω σε αυτό γιατί νομίζω πως εστιάζοντας η κριτική –ελέω ίσως του οπισθόφυλλου– στο θέμα των Παιδοπόλεων, αδίκησε ένα κατά τη γνώμη μου από τα καλύτερα μυθιστορήματα της περασμένης χρονιάς, παραπλανώντας τους αναγνώστες. Ποιον ενδιαφέρει ένα μυθιστόρημα για τις Παιδοπόλεις ή τη φαλαινοθηρία; Ένα ίσως χαρακτηριστικό των έργων της καλής πεζογραφίας είναι ότι δεν μπορεί κανείς να συνοψίσει σε μια φράση το θέμα τους.

Πέρα από στερεότυπα
Μπορεί να θεωρηθεί αυτοβιογραφικό έργο μονάχα με την προϋπόθεση ότι η καθαρή μυθοπλασία, η αμόλυντη από βιογραφικά στοιχεία, είναι ανθρωπίνως αδύνατη.
Η ταύτιση του βιβλίου με τις Παιδοπόλεις είναι διπλά παραπλανητική γιατί οι Παιδοπόλεις ταυτίζονται με τη σειρά τους στο μυαλό του επίδοξου αναγνώστη με μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο: με τον Εμφύλιο. Δημιουργείται δηλαδή η δεύτερη πλανερή εντύπωση ότι το μυθιστόρημα του Κουτσιαμπασάκου είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Την ίδια εντύπωση δημιουργεί και η ταύτιση του Μόμπυ Ντικ με την φαλαινοθηρία. Όμως, το ιστορικό μυθιστόρημα έχει ως προγραμματικό στόχο να αναβιώσει το κλίμα και την ατμόσφαιρα μιας συγκεκριμένης ιστορικής εποχής και λιγότερο τη σκιαγράφηση ενός ιδιαίτερου ανθρωπολογικού τύπου, ο οποίος φωτίζει με το υπαρξιακό του αδιέξοδο και τις μεταφυσικές του αγωνίες, όχι τόσο τον ιστορικό χρόνο, όσο την οντολογική πραγματικότητα. Π.χ. τον νεωτερικό άνθρωπο. Υπ’ αυτό το πρίσμα οι Μνήμες του Αδριανού της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ δεν εντάσσονται στο ιστορικό μυθιστόρημα.
koutsiabasakos-eikonaΣυνεχίζοντας την αρνητική διαλεκτική θα συμπλήρωνα ότι η Πόλη παιδιών δεν είναι ούτε ένα αυτοβιογραφικό ή έστω απλά βιογραφικό μυθιστόρημα. Και πάλι νομίζω πως, υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι ο συγγραφέας έζησε σε Παιδόπολη τα ίδια ακριβώς χρόνια με τον ήρωα του μυθιστορήματος, Γιώργο Χαλκίτη, από το 1971 ως το 1976, δημιουργείται η πλαστή εντύπωση πως έχουμε να κάνουμε με άλλο ένα βιβλίο όπου ένας ακόμα συγγραφέας μας διηγείται, διογκώνοντάς τες, τις περιπέτειες της πρώτης του νιότης. Πόσο αδιάφορο και πάλι θα φάνταζα ένα βιβλίο, όπως π.χ το αριστουργηματικό μυθιστόρημα Άλλες φωνές, άλλοι τόποι του Τρούμαν Καπότε με ήρωα έναν περίπου συνομήλικο του Χαλκίτη, ιδωμένο απ’ αυτό το επίσης περιοριστικό πρίσμα;
Αν οφείλαμε να το προσδιορίσουμε ως είδος, θα λέγαμε ότι η Πόλη παιδιών είναι μια αυτοβιογραφική μυθοπλασία. Αυτός όμως ο γενικόλογος χαρακτηρισμός δεν συνιστά έναν πιθανό ορισμό της λογοτεχνίας; Εφόσον δηλαδή με τον όρο αυτό εννοούμε το φιλτράρισμα των παραστάσεων του βίου που συνθέτουν την βιογραφία του, μέσα από το πνεύμα του συγγραφέα και το πάντρεμά τους με την ποιητική του φαντασία. Η Πόλη παιδιών μπορεί να θεωρηθεί αυτοβιογραφικό έργο μονάχα με την προϋπόθεση ότι η καθαρή μυθοπλασία, η αμόλυντη από βιογραφικά στοιχεία, όπως αντίστοιχα η καθαρή βιογραφία δίχως ίχνος μυθοπλασίας, είναι ανθρωπίνως αδύνατη.
Είναι ένα bildungsroman, ένα μυθιστόρημα μαθητείας, εστιασμένο όμως στη παιδική ηλικία.
Θα αποτολμούσα και πάλι να πω ότι οι βιογραφίες επιφανών πολιτικών ή συγγραφέων είναι περισσότερο μυθοπλασίες, μια υποκειμενική δηλαδή αφήγηση όπου η φαντασία του βιογράφου έχει τον πρώτο λόγο στη διάρθρωση του βιογραφικού υλικού και λιγότερο η ανασύσταση του πραγματικού βίου ενός ιστορικού προσώπου. Με το που ξαπλώνει στο χαρτί, ακόμα και το υπαρκτό ιστορικό πρόσωπο, πόσο μάλλον ο ημι-αυτοβιογραφικός Γιώργος Χαλκίτης, μετατρέπεται, καθώς το οικειοποιείται η λογοτεχνία, σε αυτόνομο λογοτεχνικό ήρωα με τα δικά του βάσανα και όνειρα.
Έχοντας λοιπόν επισημάνει τι δεν είναι το μυθιστόρημα του Κουτσιαμπασάκου, μπορούμε πλέον να αντιστρέψουμε το σχήμα και να επιχειρήσουμε να δώσουμε έναν πολυεπίπεδο ορισμό του που ευελπιστεί να φωτίσει τις διαφορετικές πτυχές του βιβλίου. Η Πόλη παιδιών είναι λοιπόν ένα bildungsroman, ένα μυθιστόρημα μαθητείας, εστιασμένο όμως στη παιδική ηλικία. Ως συνεπές bildungsroman είναι ένα μυθιστόρημα πνευματικής ενηλικίωσης, που στην συγκεκριμένη περίπτωση συντελείται πρόωρα και ταυτίζεται με το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην πρώιμη εφηβεία.
Αυτή η εξαναγκασμένη, τρόπον τινά, ενηλικίωση αποδίδεται με ποικίλους αλληγορικούς τρόπους προσφέροντάς μας μερικές από τις ωραιότερες και πιο μεστές λογοτεχνικά, περιγραφές του βιβλίου. Π.χ. ως εξωτερική πάλη και ως εσωτερική διαπάλη για την υπέρβαση του παιδικού εαυτού: «Συμμετείχε στις μεγάλες μάχες με τα παιδιά της έκτης, τις πιο μεγάλες με τον Ρήβα. Έτρεχε, έμπαινε στα τζαρτζαρίσματα, έκανε τάκλιν, κι όταν είχε στα πόδια του την μπάλα, την κρατούσε πιο πολύ, σαν να ήθελε, μαζί με τον αντίπαλο, να ντριμπλάρει και τον εαυτό του».

Η πορεία της ενηλικίωσης από κορφή σε κορφή

Η εντυπωσιακότερη όμως σκηνή είναι εκείνη με την οποία ανοίγει το βιβλίο, που αποτελεί και μια από τις πιο πετυχημένες (καθότι εξαιρετικά πρωτότυπη και εντυπωσιακή) ενάρξεις μυθιστορήματος: Την περιδιάβαση του ήρωα πάνω στα δέντρα, περνώντας ακροβατικά από κορφή κυπαρισσιού σε κορφή κυπαρισσιού.
Η ενηλικίωση αποδίδεται επίσης και με μια κάθετη διεύρυνση του χώρου, που εικονογραφείται με το περπάτημα πάνω στα δέντρα.
Η ενηλικίωση αποδίδεται συμβολικά ως μια οριζόντια και μια κάθετη διεύρυνση του χώρου. Ως μια οριζόντια διεύρυνση του περίκλειστου ορίζοντα της Παιδόπολης πέρα από την σιδερόφρακτη περίφραξή της, η οποία έχει σαν αποτέλεσμα την ενοποίηση ενός αποσπασματικού έως τότε κόσμου. Την ενοποίηση του κόσμου του σπιτιού και του κόσμου της Παιδόπολης, που συνεπάγεται και την ένταξή τους στον Κόσμο με Κ κεφαλαίο· σε μια οικουμένη που περικλείει την Παιδόπολη, την μεγαλόπολη Θεσσαλονίκη και την πρωτεύουσα όπου και έχει μεταφερθεί η μάνα. «Ο κόσμος ήταν συνεχόμενος, ένας, πουθενά δεν τον έκοβαν Σύρματα, κι εκείνος προχωρούσε μέσα του». Με άλλα λόγια ο Κουτσιαμπασάκος περιγράφει την ενηλικίωση ως το οντολογικό πέρασμα από τον οίκο στην οικουμένη.
Η ενηλικίωση αποδίδεται επίσης και με μια κάθετη διεύρυνση του χώρου, που εικονογραφείται με το περπάτημα πάνω στα δέντρα και με την αναρρίχηση και την κατάκτηση του λόφου, έξω από την Παιδόπολη. «Ανέβηκε στην Κορυφή, το έκανε, έσκισε τον ορίζοντα που έβλεπε από την Παιδόπολη, αλλά στο βάθος ένας καινούργιος υπήρχε, ερχόταν μπροστά του. Ίσως έτσι να ήταν ο κόσμος, έπρεπε να κυνηγήσει πολλούς ορίζοντες για να τον γνωρίσει, έπρεπε να τους σκίσει για να φτάσει στη μάνα του».
koutsiabasakos-paidopoliΗ ανάγκη εξύψωσης πάνω από τη ρουτίνα και τη σκονισμένη τύρβη του καθημερινού βίου, η ανάγκη διεύρυνσης ενός περιορισμένου και περιοριστικού ορίζοντα, δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για τους ήρωες του Κουτσιαμπασάκου. Ήδη στη Σκεπή, στο ομώνυμο διήγημα της πρώτης του συλλογής διηγημάτων, ο ήρωας περπατάει, σαν άλλος Χαλκίτης στην υπό επισκευή σκεπή του πατρογονικού του σπιτιού βιώνοντας μια πρωτόγνωρη ψυχική ανάταση. Ο συγγραφέας αντιπαραβάλλει δύο διαφορετικούς ανθρωπολογικούς τύπους που εκφράζουν δύο διαφορετικές Ελλάδες: Την Ελλάδα πριν και μετά τη μεταπολίτευση. Την Ελλάδα της φτώχειας και του ονείρου, της δίψας για δουλειά, των ανθρώπων που ξαναφτιάχνουν με τα ίδια τους τα χέρια τον κόσμο, επιθυμώντας να «ανεβούν λίγο ψηλότερα» και της Ελλάδας της δημοσιοϋπαλληλικής νοοτροπίας και ραστώνης, των ανθρώπων που ψάχνουν να βολευτούν λίγο καλύτερα. Την δεύτερη αυτή ευθυνόφοβη, κοντόφθαλμη και συντηρητική Ελλάδα ενσαρκώνουν στην Πόλη παιδιών, τόσο ο αστυνόμος θείος του Χαλκίτη, που ψάχνει να μπαλώσει τα προβλήματα κρατώντας το παιδί διαρκώς στο σκοτάδι, όσο και οι θλιβερές φιγούρες των εκάστοτε αρτηριοσκληρωτικών διευθυντών του ιδρύματος.
Εκτός όμως από μια κάθετη και οριζόντια μετατόπιση του εξωτερικού ορίζοντα η ενηλικίωση συντελείται μέσω της μετατόπισης του ψυχικού ορίζοντα του ήρωα, της διεύρυνσης των συντεταγμένων του εσωτερικού του κόσμου. Προϋπόθεση της ενηλικίωσης αποτελεί η βίωση της απώλειας ή του μηδενός. Ο Χαλκίτης χάνει τον παιδικό του κόσμο και ξανακερδίζει μέσα από την Παιδόπολη μια θέση εντός ενός διευρυμένου κόσμου. Ωστόσο η καθαυτό αίσθηση της απώλειας βιώνεται μέσω της βίαιης αποκοπής από τον κόρφο της μάνας και το ενιαίο και αδιαίρετο οικογενειακό περιβάλλον. «Ο θείος έφευγε, σε κάθε βήμα τον έβγαζε από πάνω του, τον έκοβε με μαχαίρι, από τα χέρια του, το στήθος του, από μέσα του, ο θείος έφευγε και δεν τον έπαιρνε μαζί του (…) ο θείος έφευγε, με το ίδιο μαχαίρι τον έκοβε από τη μάνα του, από τα μάτια της, από τα χείλη της από τον κόρφο της, τον έκοβε από το κρεβάτι του, το σπίτι τους, η πλάτη του μίκραινε, τον έκοβε από τον κόσμο».
Ο Κουτσιαμπασάκος επαναλαμβάνει ένα από τα μεγάλα μεταφυσικά μοτίβα της λογοτεχνίας, σύμφωνα με το οποίο πρέπει κανείς να χάσει πρώτα τον εαυτό του για να μπορέσει να τον ξαναβρεί.
Ο απογαλακτισμός αποτελεί την πρώτη προϋπόθεση της ενηλικίωσης όπως και η απομάκρυνση από το σπίτι και το κρεβάτι του. Ο Χαλκίτης χάνει τη μάνα του, δηλαδή τον άξονα αναφοράς του, την παιδική του ταυτότητα και αναζητεί μια νέα εντός του ανοίκειου ακόμα κόσμου ή του μηδενός. Ο Κουτσιαμπασάκος επαναλαμβάνει ένα από τα μεγάλα μεταφυσικά μοτίβα της λογοτεχνίας, σύμφωνα με το οποίο πρέπει κανείς να χάσει πρώτα τον εαυτό του για να μπορέσει να τον ξαναβρεί.
Ο μικρός παιδοπολίτης παλεύει να διευρύνει τον ορίζοντά του προκειμένου να περικλείσει εντός του και τη μάνα του. Παλεύει δηλαδή να διευρύνει τα εξωτερικά όρια του κόσμου προκειμένου να διευρύνει και τα όρια της ψυχής του. Η ενηλικίωση συντελείται ταυτόχρονα και ως μια διαλεκτική του εξωτερικού με τον εσωτερικό χώρο. Το ταξίδι προς τη μάνα είναι ένα ταξίδι αναζήτησης του αναγεννημένου του εαυτού. Ο ξενιτεμός ταυτίζεται με την αναζήτηση του νοήματος και την αναγνώριση του κόσμου. Με άλλα λόγια, το ταξίδι ή ο περίπλους του Χαλκίτη επαναλαμβάνεται αέναα εντός της λογοτεχνίας από την εποχή του Ομήρου.
Η διαδικασία ενηλικίωσης ολοκληρώνεται λογοτεχνικά την στιγμή της συνάντησης με τη μάνα η οποία αποκτά μια αναστάσιμη χροιά, μετουσιώνεται σε υπόσχεση εξοικείωσης του κόσμου, υπέρβασης του μηδενός, δηλαδή του θανάτου. Το γεγονός αναδεικνύει η αναστάσιμη προσευχή που συνοδεύει ως μουσική υπόκρουση τον μονόλογό του Χαλκίτη ο οποίος επαναφέρει τη στιγμή της συνάντησης στη μνήμη του:
«Τον Σταυρό σου Χριστέ προσκυνούμεν…
Η μάνα του ερχόταν, έβγαινε από μέσα του. Την έβλεπε όπως ανέβαινε με τα λόγια. Την αντίκριζε καθώς κατέβαινε. Στεκόταν μπροστά του. (…) …και την αγίαν σου Ανάστασιν υμνούμεν…
Αυτό που ήθελε, το μόνο και τίποτε άλλο, έγινε, έμεινε με τη μάνα του. (…) Αυτούς τους ορίζοντες προσπαθούσε να σκίσει και να βγει στον έξω κόσμο, ανάμεσα στους ορίζοντες κόπιαζε να ισορροπεί…
Ζούσε σαν φιγούρα κομμένη με το μαχαίρι από τον μητρικό κόρφο.
… ιδού γαρ ήλθε στα του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω. (…)
Δια παντός ευλογούντες τον Κύριον…
Τον σκέπαζε η ζεστασιά από το στήθος της, η μυρωδιά του λαιμού της, τα χέρια της δεν τον άφηναν. Δεν τον παράτησε. Όχι, αυτό δεν έγινε ποτέ, ούτε για μια στιγμή. Όλα τα χρόνια που αυτός κοιμόταν σε ξένα κρεβάτια η μάνα του κοιμόταν σε ξένο κρεβάτι (…) Σταυρόν γαρ υπομείνας δι΄ημάς, θανάτω θανάτον ώλεσεν.
Έμεινε να κοιτάζει, τα ακίνητα πόδια του, τα άδεια χέρια του. Πατούσε κάτω στις ψηφίδες του μωσαϊκού. Όλος σηκωνόταν. Χτυπούσε στους τοίχους στο ταβάνι, γλιστρούσε στα τζάμια. Ακόμα κοιτούσε». Χάρη στη μητρική αγάπη που τον στήνει στα πόδια του, η αγάπη γίνεται αντιληπτή ως το πληρέστερο βίωμα, δηλαδή ως γεγονός αναστάσιμο. Η ενηλικίωση είναι και η πρώτη γνωριμία με τον θάνατο και τη δυνατότητα υπέρβασης του θανάτου.
Ο Χαλκίτης που ζούσε στην Παιδόπολη σαν φιγούρα κομμένη με το μαχαίρι από τον μητρικό κόρφο, επιστρέφει σε αυτήν ως ο γιος που έχει αναλάβει την νοσούσα μητέρα του αντιστρέφοντας τους όρους εξάρτησης παιδιού και ενήλικα. «Μέσα του είχε το πρόσωπο της μάνας του, όπως ήταν τώρα, δεν διέφερε από τα άλλα παιδιά». Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι το βιβλίο κλείνει με μια ακόμα μεταφορά της ενηλικίωσης ως διευρυμένου ορίζοντα που δεν χάνεται πλέον μακριά του χωρίζοντάς τον από έναν άγνωστο κόσμο, αλλά φέρνει προς το μέρος του ένα κόσμο οικείο: «Και άλλοι άνθρωποι και άλλα σπίτια έρχονταν στο παράθυρό και στέκονταν εμπρός του. Έρχονταν κι οι δρόμοι. Ευθείς, με στροφές, φαρδείς, φαρδύτεροι. Έσμιγαν με τους προηγούμενους. Μέσα τους δεν χανόταν. Ήξερε από πού ξεκινούσαν, είχε βρει την αφετηρία τους. Ήξερε που τον οδηγούσαν».

Με το βλέμμα ενός παιδιού
Ο συγγραφέας αποφεύγει συνειδητά την επιλογή του ιστορικού μυθιστορήματος...
Η Πόλη παιδιών είναι ένα μυθιστόρημα του παιδικού βλέμματος. Κάθε εικόνα, λόγος ή σκέψη φτάνει στον αναγνώστη φιλτραρισμένη μέσα από το βλέμμα ενός παιδιού του δημοτικού. Ο Κουτσιαμπασάκος χρησιμοποιεί ως τέλειο άλλοθι αυτόν τον λογοτεχνικό περιορισμό, προκειμένου να μην επιστρέψει σε μια εξαιρετικά φορτισμένη ιστορική περίοδο της Ελλάδας –το πέρασμα από τη Χούντα στην Μεταπολίτευση– να επισκιάσει την υπαρξιακή περιπέτεια του ήρωά του. Σε οποιοδήποτε άλλο μυθιστόρημα όπου το βλέμμα του ήρωα θα ήταν εκείνο ενός ενήλικα με ώριμη ιστορική συνείδηση, τα ιστορικά γεγονότα θα καταλάμβαναν αναγκαστικά το πρώτο πλάνο επισκιάζοντας τους ήρωες που με τη σειρά τους θα προσδιορίζονταν αναγκαστικά σε σχέση με την ιστορία.
koutsiabasakos-photoΟ συγγραφέας αποφεύγει συνειδητά, όπως είπαμε και στην αρχή, την επιλογή του ιστορικού μυθιστορήματος, θέτοντας τα ιστορικά γεγονότα στο φόντο της αφήγησης. Δεν νομίζω ότι θα βρει εύκολα κανείς πιο πετυχημένη μεταφορά για την Ελλάδα της χούντας, από εκείνη που επιλέγει ο Κουτσιαμπασάκος χαρακτηρίζοντας την Παιδόπολη, ένα στρατόπεδο μέσα στο στρατόπεδο: «Ο κόσμος είχε μπει στην Παιδόπολη, η Παιδόπολη είχε βγει έξω στον κόσμο». Η πτώση της χούντας υπονοείται με την απόσυρση των κάδρων με το έμβλημα της 21ης Απριλίου στην αποθήκη όπου και τα ανακαλύπτουν παίζοντας τα παιδιά και με την αντικατάσταση της διοίκησης της Παιδόπολης με νέα πρόσωπα που όμως στα παιδικά και όχι μόνο μάτια διαφέρουν ελάχιστα από τα προηγούμενα.
Ο ορίζοντας του μυθιστορήματος της ενηλικίωσης διευρύνεται για να αγκαλιάσει ολόκληρη την Ελλάδα. Την ώρα που ο Χαλκίτης αναζητεί μια θέση στον κόσμο κατακτώντας την ενηλικίωση, η ίδια η χώρα γίνεται μέλος μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης διατρανώνοντας ότι έχει αφήσει πίσω της το πρόσφατο ανήλικο παρελθόν της. Σήμερα που ο κύκλος της Μεταπολίτευσης φαίνεται να κλείνει το ερώτημα που μοιάζει να μας απευθύνει ο Κουτσιαμπασάκος είναι εάν και κατά πόσο καταφέραμε ως έθνος να ενηλικιωθούμε, εκφράζοντας φόβους ότι παραμένουμε μια πόλη παιδιών που ταλανίζεται από τις ίδιες πάντα ενδημικές ασθένειες.
Έστησε με εξαίρετο τρόπο και άψογη λογοτεχνική οικονομία αφήγησης και δράσης ένα δύσκολο πρώτο μυθιστόρημα αποφεύγοντας με μαεστρία όλους τους σκοπέλους...
Θεωρώ, όπως προείπα, την Πόλη παιδιών ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα του 2012 αν όχι των τελευταίων ετών. Ο Πέτρος Κουτσιαμπασάκος έστησε με εξαίρετο τρόπο και άψογη λογοτεχνική οικονομία αφήγησης και δράσης ένα δύσκολο πρώτο μυθιστόρημα αποφεύγοντας με μαεστρία όλους τους σκοπέλους που το ίδιο το εγχείρημα έθετε μπροστά του. Συνέθεσε ένα μυθιστόρημα που αφηγείται τα πάντα μέσα από το αθώο βλέμμα ενός παιδιού χωρίς να υποπέσει ούτε στιγμή σε αφέλειες, κοινοτοπίες και ό,τι εν γένει αποκαλούμε παιδαριωδία. Δεν υπέκυψε στον πειρασμό του άκρατου συναισθηματισμού και του μελοδραματισμού, χειριζόμενος άψογα το συναίσθημα του αναγνώστη το οποίο κορυφώνεται και τον κατακλύζει την κατάλληλη στιγμή, προσφέροντάς του μια λυτρωτική κάθαρση.
Επίσης μας έδωσε ένα μεστό αλλά ελαφρύ κείμενο το οποίο φρόντισε να μην φορτώσει με ανούσιες και πληκτικές πληροφορίες για τις Παιδοπόλεις που θα επισκίαζαν τους ολοζώντανους χαρακτήρες του. Γιατί η Πόλη παιδιών είναι ένα μυθιστόρημα χαρακτήρων που συνοδεύουν τον αναγνώστη πολύ καιρό μετά την ολοκλήρωση της ανάγνωσης.
Το γεγονός ότι οι μέχρι τώρα κριτικές είτε περιορίστηκαν σε ένα ανιαρό ιστορικό των Παιδοπόλεων, είτε σε μια χλιαρή προσέγγιση του βιβλίου ως εφηβικής λογοτεχνίας, οφείλει να γεννήσει μέσα μας σοβαρά ερωτηματικά όσον αφορά την ποιότητα, την οξυδέρκεια και την αντικειμενικότητά της. Εκτός κι αν δεχθούμε ότι πρόκειται για μια επιπόλαιη κριτική αντάξια μια κοινωνίας ανώριμων εφήβων.

ΣΠΥΡΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
 Αναδημοσίευση  από το Bookpress

koutsiabasakos-poli-paidionΠόλη παιδιών
Πέτρος Κουτσιαμπασάκος
Εκδόσεις Πατάκη, 2012
Τιμή: € 17,50, σελ. 419



Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Η παλιά αγορά στα Τρίκαλα


 '' Καθώς οι κοινωνίες παρακμάζουν, παρακμάζει μαζί τους και η γλώσσα. Οι λέξεις χρησιμοποιούνται για να συγκαλύπτουν και όχι για να διαφωτίζουν τις πράξεις: «απελευθερώνεις» μια πόλη καταστρέφοντάς την.''
                                                             Gore Vidal, 1925-2012, Αμερικανός συγγραφέας


Υπήρξε κάποτε η παλιά αγορά των Τρικάλων. Το όμορφο αυτό κτήριο που βλέπετε .Δυστυχώς σήμερα υπάρχει μόνο στις φωτογραφίες. Στη θέση του κτίστηκε το πιo άσχημο κτήριο της πόλης. Η πρώην Νομαρχία και τώρα περιφέρεια Θεσσαλίας. Θα μου πείτε ότι είναι το μόνο ιστορικό κτήριο που θυσιάστηκε στο βωμό του κέρδους; Όχι, αλλά ο τόπος αυτός ήταν ένα με την  ιστορία της πόλης για δεκαετίες. Η πόλη είναι οι άνθρωποι και τα έργα τους. Όταν σκοτώνεις αυτά, είναι σαν να διαγράφεις την ιστορία της πόλης.



"ΤΑ ΧΑΣΑΠΙΚΑ" Η ΠΑΛΙΑ ΛΑΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ


Τα Χασάπικα

Αναζητώντας με ενδιαφέρον πληροφορίες, στοιχεία και υλικό που αφορούσαν την παλιά λαϊκή αγορά των Τρικάλων, προέκυψαν διάφορες φωτογραφίες, σχέδια, σκίτσα και γραπτές αναφορές, (ερανίσματα, σκόρπιες μνήμες και μισοχαμένες αναμνήσεις), που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους Τρικαλινούς.
Έτσι χτίζοντας αυτό το υλικό σε ένα ενιαίο σύνολο μας δίνεται η δυνατότητα να γνωρίσουμε ένα κομμάτι της τοπικής ιστορίας και ταυτόχρονα να αντλήσουμε λίγη από την χαμένη αίγλη της παλιάς αγοράς.




Η παλιά λαϊκή αγορά ή τα «Χασάπικα» όπως την έλεγαν πολλοί Τρικαλινοί υπήρξε για πολλά χρόνια το κέντρο της οικονομικής ζωής της πόλης των Τρικάλων. Βρίσκονταν ακριβώς στο χώρο που βρίσκεται σήμερα το κτίριο που στεγάζει τις υπηρεσίες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων.
Κατασκευάστηκε το 1890 επί δημάρχου Γεωργίου Κανούτα πάνω σε σχέδια του μηχανικού Μένανδρου Ποτεσσάριου.
Υπήρξε μια από τις ομορφότερες λαϊκές αγορές στην Ελλάδα και το πιο χαρακτηριστικό και εντυπωσιακό κτίσμα της εποχής εκείνης στην πόλη των Τρικάλων.
Ήταν ένα πέτρινο νεοκλασικό κτίσμα με ανατολίτικη φυσιογνωμία.
Είχε τέσσερις θολωτές εισόδους και στο εσωτερικό υπήρχαν 68 καταστήματα με διάφορες δραστηριότητες, όπως, κρεοπωλεία, ιχθυοπωλεία, μανάβικα, καφενεία, ουζοπωλεία, πατσατζίδικα, κουρεία κλπ.


Εξωτερικά σύχναζαν διάφοροι υπαίθριοι μικροπωλητές και πλανόδιοι επαγγελματίες όπως τσαγκάρηδες, ομπρελάδες, σαλεπιτζήδες, λούστροι, κοκορετσάδες κλπ.
Στο κέντρο εσωτερικά υπήρχε μια γραφική τουλούμπα, με άφθονο και δροσερό νερό όπου χρησιμοποιούνταν για τις ανάγκες της αγοράς. Κυρίως όμως χρησιμοποιούνταν για το πλύσιμο και τον καθαρισμό του χώρου από τους σφαγείς που έσφαζαν τα ζώα τους. Η τουλούμπα αυτή αντικαταστάθηκε το 1946 από αρτεσιανό.


Λίγα μέτρα από τη βορινή είσοδο, υπήρχε ένας πλάτανος περιτριγυρισμένος με ένα πέτρινο πεζούλι από μεγάλες πέτρες.
Από την οδό Ηρώων Αλβανικού Μετώπου υπήρχαν μέχρι το 1936 υπαίθρια (ανοιχτά) ουρητήρια.
Δυστυχώς όμως, με μια βεβιασμένη και απερίσκεπτη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, του Δήμου Τρικκαίων, το 1969, επί δημαρχίας Ι. Μάτη αποφασίστηκε η κατεδάφισή της.


Με σκοπό την ανέγερση στη θέση της ενός πολυώροφου κτίσματος, ώστε να νοικιασθεί και να δημιουργηθούν έσοδα για το δήμο, η τότε δημοτική αρχή αφάνισε ένα κομμάτι από την ιστορία της πόλης μας.

Γεγονός πάντως είναι ότι η παλιά Αγορά, μέσα στη διαχρονικότητά της από τότε που κτίστηκε μέχρι τότε που κατεδαφίστηκε αλλά και σήμερα που δεν υπάρχει πια, εξακολουθεί να γοητεύει να συγκινεί και να αποσπά το θαυμασμό των Τρικαλινών.



Από τον τοπικό τύπο της εποχής αντλήσαμε τους σατιρικούς στίχους ενός Τρικαλινού, του ΤΣΑΤΣΩΦ, με τίτλο "Τσατσώφια σάτιρα".


"Τα Χασάπικα"


Πάνε τα Χασάπικα,
Έχουν τώρα κατεδαφισθεί
Και εκεί πολύ μεγάλο μέγαρο
Συντόμως θα ανεγερθεί

Θα λείψει ένα κτίριο
Με γραφικότητα
Σε λίγο η πόλη μας θα γίνει
Αθήνα στην πραγματικότητα.

Πάει το αρτεσιανό
Με το κρύο το νερό
Όλα αλλάζουν τώρα
Στον πολιτισμένο τον καιρό.

Ο Δήμαρχος δουλεύει για την πόλη μας
Με ζήλο και με πάθος
Να διατηρήσει το αρτεσιανό
Μην κάνει κανένα λάθος!

Τα Χασάπικα ήταν
Της πόλεως μας η φωλιά
Μόλις είδαμε να τα κατεδαφίζουν
Ράγισε όλων μας η καρδιά.

Είναι λοιπόν να μην πονέσει
Κανείς και να δακρύσει
Αυτά στους παλαιότερους
Αλησμόνητες στιγμές έχουν αφήσει.

Το τραγούδι λέει
Στα Τρίκαλα πηγαίνει και στο Χασαπά
Λυπήθηκα τον φίλο μου
Θανάση τον καλό Παππά.

Στα Χασάπικα αυτόν συναντούσα
Κάθε Δευτέρα
Και μέσα σε αυτά εγώ
Του έλεγα την καλημέρα

Μέσα σε αυτά γινόταν
Πολλές συναντήσεις
Σαν ήθελες να μάθεις κάτι
Εκεί πήγαινες να ρωτήσεις.

Πόσο θα μας λείψουν
τα Χασάπικα τα θεσπέσια
στο μαγαζί του Ζωγάνα
γινόταν και πολλά συνοικέσια!

Τα έφαγε κι αυτά
Το πέρασμα του χρόνου
Και άφησε σε πολλούς
Στίγματα λύπης και πόνου.

Όλα περνούν και χάνονται
Τίποτα εδώ δεν μένει
Η κακία όμως από τον άνθρωπο
Ουδέποτε πεθαίνει!!!

Αναδημοσίευση από το blog του Δημήτρη Τσιγάρα
http://tsigarasdim.blogspot.gr/